Λίγες ώρες μένουν για να μιλήσουν οι κάλπες.
Η τελική ευθεία αυτής της περίεργης –βουβής κατά πολλούς– εκλογικής αναμέτρησης μπορεί να μην εμπλούτισε με νέα δεδομένα τους ψηφοφόρους, παρείχε όμως πλείστες όσες ευκαιρίες για την αξιοποίηση από τα κόμματα των κρίσιμων εντυπώσεων της τελευταίας στιγμής, που μπορεί να μην κρίνουν άμεσα το τελικό αποτέλεσμα, «εξόπλισαν» όμως με επιχειρήματα τους κομματικούς «στρατούς».
Ίσως το στοιχείο αυτό να αναδεικνύει και την μεγάλη αντίφαση τούτης της εκλογικής αναμέτρησης.
Από την μια πλευρά οι βεβαιότητες της άνετης επικράτησης και της πρωτιάς, από την άλλη ένα τεράστιο ρεύμα ψηφοφόρων που παρακολουθεί έκπληκτο τα εκατέρωθεν πυρά και δεν εκδηλώνεται.
Κατά τις εταιρίες δημοσκοπήσεων ο αστάθμητος παράγων των 600.000 αναποφάσιστων και των 400.000 νέων ψηφοφόρων είναι ικανός να γείρει αποφασιστικά την πλάστιγγα προς την μία ή την άλλη κατεύθυνση, αρκεί όλοι αυτοί να σπεύσουν στις κάλπες.
Εντούτοις κάτι τέτοιο δεν θεωρείται βέβαιο, αν και η πλειονότητα των εκτιμήσεων καταλήγει στο συμπέρασμα ότι αύριο ίσως ανακοπεί η σημαντική μείωση της αποχής που καταγράφεται σταθερά κατά την τελευταία εικοσαετία.
Αυτό μένει να φανεί σήμερα το βράδι.
Όπως και αν θα επιβεβαιωθεί η εκτίμηση πολλών αναλυτών ότι οι αναποφάσιστοι της τελευταίας στιγμής, όντας από τη φύση τους «δύσκολοι», ψηφοφόροι δεν πρόκειται να επηρεαστούν από το παιχνίδι εντυπώσεων των κομματικών επιτελείων, το οποίο απευθύνεται σε πλέον ευεπίφορα σε τοξικότητες και φανατισμούς άτομα.
Λόγω του εκλογικού συστήματος της απλής αναλογικής θεωρείται μάλλον απίθανο να προκύψει κυβέρνηση.
Συνεργατικό κυβερνητικό σχήμα στο οποίο προβλέπει ένα εξωπραγματικό για τα ελληνικά δεδομένα εκλογικό σύστημα δεν φαίνεται πως είναι εύκολο να προκύψει, ακόμη και αν τα ποσοστά των κομμάτων παράσχουν τη σχετική δυνατότητα.
Ν.Δ., ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ σε όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου και ανεξαρτήτως φάσεως δημιούργησαν την εντύπωση πως «ξορκίζουν» τις μετεκλογικές συνεργασίες.
Το αν θα στοιχηθούν από αύριο στην ίδια γραμμή είναι δύσκολο να προβλεφθεί, δυστυχώς (ή και ευτυχώς) τα κόμματα στην Ελλάδα διακρίνονται για τις συχνές μεταλλάξεις τους.
Άλλωστε, αυτοί οι λογαριασμοί γίνονται χωρίς τον… νοικοκύρη.
Εφόσον αύριο με την ψήφο του ο ελληνικός λαός απευθύνει μήνυμα προς τις ηγεσίες των πολιτικών κομμάτων για αλλαγή κατεύθυνσης, δύσκολα θα μπορέσουν να το αγνοήσουν όλες οι πλευρές.
Μέχρι πρόσφατα, για παράδειγμα, προβαλλόταν το επιχείρημα πως η απλή αναλογική δημιουργεί προϋποθέσεις κατακερματισμού του πολιτικού σκηνικού.
Τι θα πουν όλοι αυτοί όταν μετά τις εκλογές εισέλθουν στη Βουλή μόνο πέντε ή έξι κόμματα;
Δημιουργούνται, λοιπόν, συνθήκες… λίστας αναμονής για οικονομία και αγορά.
Κρίσιμη παράμετρος ότι οι αβεβαιότητες εξαντλούνται μόνο στο κυβερνητικό σχήμα.
Οι εκτιμήσεις όλων των αναλυτών συγκλίνουν στο συμπέρασμα ότι είτε με αυτοδυναμία ή με συνεργασίες, είτε από την επόμενη εβδομάδα, είτε από τις 2 Ιουλίου, η χώρα θα διαθέτει κυβέρνηση αναβαπτισμένη στη λαϊκή ετυμηγορία και έτοιμη να αντιμετωπίσει τις πολλές προκλήσεις ενώπιον των οποίων βρίσκεται.
Αντίστροφη μέτρηση για την Επενδυτική Βαθμίδα
Η εκτίμηση του πρωθυπουργού ότι μετά το σχηματισμό της νέας κυβέρνησης δεν θα απαιτηθεί χρόνος μεγαλύτερος των 100 ημερών προκειμένου η χώρα να εξασφαλίσει την κρίσιμη Επενδυτική Βαθμίδα φαίνεται να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη σε όλες τις τελευταίες εκθέσεις των διεθνών οίκων που παρακολουθούν την ελληνική οικονομία.
Το κίνητρο ισχυρό: Η αναβάθμιση θα αλλάξει ολοκληρωτικά το πλαίσιο τόσο της ευρύτερης οικονομίας όσο και του ελληνικού χρηματιστηρίου.
Οι προβλέψεις άκρως αισιόδοξες, αφού πλέον και οι επιφυλακτικοί με την άνοδο του γενικού δείκτη του χρηματιστηρίου στις 1.100 μονάδες εκτιμούν πως εφόσον σχηματιστεί νέα κυβέρνηση ο γενικός δείκτης μπορεί να βρεθεί στις 1.300 μονάδες, με κινητήριο μοχλό την επικείμενη αναβάθμιση.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η τελευταία έκθεση του Bloomberg δεν φείδεται θετικών αναφορών για την ελληνική χρηματιστηριακή αγορά.
Όπως τονίζεται, καταλύτης για την εντυπωσιακή πορεία της ελληνικής χρηματιστηριακής αγοράς οι μετοχές των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, μετά από χρόνια επενδυτικής απαξίωσης (συνεπεία της κρίσης στην Ελλάδα), οι μετοχές των τραπεζών επωφελούνται από την αύξηση των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και την ενίσχυση των εσόδων τους.
Σύμφωνα με το Bloomberg, οι εκλογές είναι πολύ πιθανό να διαδραματίσουν βασικό ρόλο στη διαμόρφωση του επενδυτικού κλίματος, από τη στιγμή που οι οίκοι αξιολόγησης έχουν τονίσει ότι η επιστροφή της ελληνικής οικονομίας στην Επενδυτική Βαθμίδα θα εξαρτηθεί από τη διατήρηση του ρυθμού των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και της δημοσιονομικής πειθαρχίας από την επόμενη κυβέρνηση.
Από την πλευρά της η Barclays δεν αναμένει από τη νέα κυβέρνηση να αναιρέσει τις μεταρρυθμίσεις που έχουν ξεκινήσει από το 2015 και εκτιμά ότι η αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου θα έρθει στις αρχές του επόμενου έτους.
Η Ελλάδα είναι από τις χώρες που ευνοούνται από τη δημοσιονομική στήριξη εντός της Ευρωζώνης, μια στήριξη που θα συνεχίσει να ενισχύει τις εγχώριες και τις ξένες επενδύσεις εάν η κυβέρνηση εμμείνει στις μεταρρυθμίσεις, σύμφωνα με τους αναλυτές της τράπεζες.
Αυτό που τονίζεται στο δημοσίευμα είναι ότι παρά τα πρόσφατα κέρδη οι ελληνικές μετοχές παραμένουν σημαντικά χαμηλότερα από τα ιστορικά τους υψηλά, κι έτσι οι αποτιμήσεις τους παραμένουν χαμηλές επίσης.
Το Χ.Α. διαπραγματεύεται 8 φορές τα κέρδη των 12 μηνών του, σε σύγκριση με τις σχεδόν 13 του πανευρωπαϊκού δείκτη Euro STOXX 600.
Κρίσιμο τεστ για τις εταιρίες δημοσκοπήσεων
H διαφορά μεταξύ Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ, που ανάλογα με το γκάλοπ κυμαίνεται μεταξύ 4 και 7 ποσοστιαίων μονάδων, στην οποία καταλήγουν ως εκτίμηση ψήφου όλες οι δημοσκοπήσεις που είδαν το φως της δημοσιότητας τις τελευταίες μέρες, αποτελεί πρόκληση για τις εταιρίες δημοσκοπήσεων.
Και αυτό γιατί το βράδυ της Κυριακής οι πάντες θα γνωρίζουν αν τα ποσοστά τα οποία προβλέπουν οι έρευνες που διενεργήθηκαν στο παραπέντε των εκλογών θα επιβεβαιωθούν από τα αποτελέσματα της κάλπης, χωρίς σημαντικές παρεκκλίσεις.
Αν συμβεί αυτό, οι εταιρίες δημοσκοπήσεων θα έχουν κάθε λόγο να επισημάνουν ότι οι εκτιμήσεις τους ήταν σωστές και βρίσκονται εν αδίκω όσοι τις αντιμετώπισαν με μεγάλη καχυποψία, αμφισβητώντας τη μεθοδολογία τους.
Θα έχουν επίσης πάρει τη ρεβάνς τους έναντι των αντίστοιχων προβλέψεων για τις εκλογές του 2019, οπότε δεν είχαν προβλέψει την δυναμική της τελευταίας στιγμής που κατά τους τότε ισχυρισμούς τους ενίσχυσε τον ΣΥΡΙΖΑ κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες.
Σήμερα, και μετά το αυτογκόλ Κατρούγκαλου, θα είναι πολύ δύσκολη η επίκληση ενός παρόμοιου επιχειρήματος.
Σε διαφορετική περίπτωση θα πρόκειται για την ολική καταστροφή.
Μικρή διαφορά μεταξύ των δύο μεγάλων κομμάτων, αν μάλιστα συνοδευτεί με «αδεξιότητες» στην εκτίμηση της εκλογικής επιρροής των μικρότερων κομμάτων, θα φέρει σε πολύ δύσκολη θέση τους επικεφαλής των εταιριών, αφού πλέον θα βρεθούν σε δύσκολη θέση να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα.
Τότε ίσως δεν θα αρκούν ούτε η ευφράδεια, ούτε η ευστροφία των στελεχών τους, ούτε πολύ περισσότερο οι συγκρίσεις με τις (πολύ διαφορετικές) περιπτώσεις της Κύπρου ή της Τουρκίας.