«Το αφεντικό τρελάθηκε»! Αυτή ήταν μια πολύ πιασάρικη ατάκα στα παζάρια και τις υπαίθριες αγορές τις περασμένες δεκαετίες. Οι ιδιοκτήτες των πάγκων, τα «αφεντικά», διαλαλούσαν την πραμάτεια τους με συνεχή πτώση στις τιμές των προϊόντων που πουλούσαν. Οι τιμές έπεφταν (δήθεν) τόσο χαμηλά, που το αφεντικό στην ουσία είχε ζημία.
Κάπως έτσι υποδέχτηκε το παγκόσμιο ποδόσφαιρο το εντυπωσιακό οικονομικό άνοιγμα της Σαουδικής Αραβίας. Ένα άνοιγμα που προκάλεσε αναταράξεις, αλλαγές ισορροπιών, αλλά και μπόλιασε την αγορά με πολύ χρήμα. Οι σύλλογοι της Σαουδικής Αραβίας ξόδεψαν, ούτε λίγο ούτε πολύ, σχεδόν 1 δισεκατομμύριο δολάρια για να ντύσουν στα χρώματά τους όχι κάποιους υπέργηρους Ευρωπαίους και Λατινοαμερικανούς άσους, που έψαχναν την τελευταία μεγάλη «αρπαχτή» της καριέρας τους, αλλά καμιά εκατοστή παίκτες από την αφρόκρεμα του παγκοσμίου ποδοσφαίρου, στην πρώτη τους νιότη, στα δημιουργικά χρόνια της καριέρας τους.
Μαζί, λοιπόν, με τον 39χρονο Πορτογάλο Κριστιάνο Ρονάλντο, τον 37χρονο Γάλλο Καρίμ Μπενζεμά, ακόμα και τον 32χρονο Βραζιλιάνο Νέιμαρ, τα τεράστια ονόματα, στη λίγκα της Σαουδικής Αραβίας πείστηκαν να παίξουν ο 25χρονος Γάλλος Μούσα Ντιαμπί (χρηματιστηριακή αξία 55 εκ. ευρώ), ο 27χρονος Άγγλος σέντερ φορ Ιβάν Τόνι (αξία 50 εκ. ευρώ), ο επίσης 27χρονος Πορτογάλος Ρούμπεν Νέβες (αξία 32 εκ. ευρώ) κι ο 22χρονος Ισπανός Γκάμπρι (αξία 25 εκ. ευρώ).
Το όραμα του πρίγκιπα
Αυτή η μετακίνηση των πιο μικρών σε ηλικία παικτών είναι η καλύτερη απόδειξη ότι το αφεντικό όχι μόνο δεν τρελάθηκε, αλλά έχει και μακρόπνοο σχέδιο να βγάλει λεφτά από το ποδόσφαιρο, όχι να πετάει χρήματα σ’ ένα βαρέλι χωρίς πάτο, όπως τον παρουσιάζουν.
Το αφεντικό, εδώ, είναι ο Μοχάμεντ Μπιν Σαλμάν Αλ Σαούντ. Ο 39χρονος πρίγκιπας, νυν πρωθυπουργός του βασιλείου της Σαουδικής Αραβίας και μελλοντικός διάδοχος του 89χρονου σήμερα βασιλιά Σαλμάν μπιν Αμπντουλαζίζ. Ένας άνθρωπος που έχει βρεθεί στο επίκεντρο της επικαιρότητας για πολλούς και διαφορετικούς λόγους, όχι πάντα θετικούς. Αλλά κι ένας άνθρωπος που, ακόμα και σύμφωνα με τους αντιπάλους του, έχει δύο προσόντα που ταιριάζουν σε ηγέτες: Μυαλό και όραμα.
Η Σαουδική Αραβία ασφαλώς ακολουθεί το στρατηγικό πλάνο με τον τίτλο Vision 2030. Το κυβερνητικό πρόγραμμα, δηλαδή, που εμπνεύστηκε και εφαρμόζει (ως αρμόδιος υπουργός) ο πρίγκιπας διάδοχος, με στόχο να αλλάξει τελείως την χώρα. Όχι μόνο σε τεχνικά έργα και καλοπέραση για τους ντόπιους κατοίκους της, αλλά και δύσκολες αλλαγές στην κοινωνία, αναβάθμιση του (ανύπαρκτου μέχρι πριν λίγα χρόνια) ρόλου της γυναίκας και όσο το δυνατόν μεγαλύτερη απεξάρτηση της οικονομίας από το πετρέλαιο, που ακόμα αποτελεί την ατμομηχανή της. Με αυτό το τελευταίο, σχετίζεται πολύ το ποδόσφαιρο
Το πετρέλαιο έχει δώσει στη Σαουδική Αραβία άφθονο χρήμα επί δεκαετίες. Τα κοιτάσματα ακόμα είναι τέτοια, που μπορούν να εξασφαλίσουν την ίδια και καλύτερη ζωή στους Σαουδάραβες (πρίγκιπες και μη) για τον επόμενο αιώνα. Κανείς δεν βλέπει την ανάγκη άμεσης απεμπλοκής, εκτός ίσως από τον πρίγκιπα. Που βιάζεται, θα’ λεγε κανείς, να υλοποιήσει ένα σύστημα οικονομίας, στο οποίο οι ροές εσόδων δεν θα έχουν σχέση με τον μαύρο χρυσό. Ο οποίος αυτή τη στιγμή αποφέρει το 75% των εσόδων της χώρας.
Πώς μπορεί το ποδόσφαιρο να φέρει έσοδα; Το αρχικό σχέδιο, που έχει υλοποιηθεί ήδη, είναι να δημιουργηθεί ένα εντυπωσιακό «κατάστημα». Αυτό έγινε σε χρόνο ρεκόρ. Και ήδη έχει αρχίσει να κάνει απόσβεση, με βήματα γρηγορότερα απ’ αυτά που μπορεί κανείς να φανταστεί.
Λεφτά από ονοματοδοσία και τηλεοπτικά
Η συμφωνία για την ονοματοδοσία της επαγγελματικής λίγκας (που επισήμως ονομάζεται Roshn Saudi League) έκλεισε το 2022. Η Roshn είναι η μεγαλύτερη αναπτυξιακή εταιρεία real estate στη χώρα, ενταγμένη κι αυτή στο Vision 2030 κι αποφασισμένη να ανεβάσει την ιδιοκατοίκηση στη χώρα στο 70% των γηγενών κατοίκων. Η συμφωνία είναι πενταετής και θα «αποφέρει» στη λίγκα συνολικά 127 εκ. δολάρια. Η Roshn είναι κι αυτή μέρος του Public Investment Fund, του θηριώδους σαουδαραβικού επενδυτικού κεφαλαίου που διαχειρίζεται σχεδόν 1 τρισεκατομμύριο δολάρια. Δηλαδή, αυτή η συμφωνία είναι το ίδιο σα να βγάζει ο πρίγκιπας Μοχάμεντ τα εκατοδόλαρα από την αριστερή τσέπη και να τα βάζει στη δεξιά. Τι θα γίνει, όμως, μετά το 2027, αν αυτή η εισροή παγκόσμιου ποδοσφαιρικού ταλέντου συνεχιστεί με αυτούς τους ρυθμούς;
Αυτή τη στιγμή το πρωτάθλημα με τη μεγαλύτερη αξία στην ονοματοδοσία είναι αυτό της Ισπανίας. Η εταιρεία βιντεοπαιχνιδιών EA Sports έδωσε 205 εκ. δολάρια για πέντε χρόνια, προκειμένου να συνδέσει το όνομά της μ’ αυτό του πρωταθλήματος. Στόχος της Σαουδικής Αραβίας το 2027 είναι να πετύχει μια πενταετή συμφωνία που θα ξεπερνάει τα 250 εκ. δολάρια, μπορεί να πλησιάζει και τα 300 εκ. δολάρια. Ποιος θα τα δώσει; Υπάρχουν ήδη προτάσεις, σύμφωνα με το ρεπορτάζ. Μέχρι και η κινεζική Temu έχει ενδιαφερθεί.
Τα τηλεοπτικά δικαιώματα είναι μια άλλη μεγάλη κατηγορία εσόδων με εντυπωσιακή άνοδο. Η λίγκα της Σαουδικής Αραβίας μεταδιδόταν ζωντανά μέσω της πλατφόρμας Shahid, που ανήκε στο κρατικό τηλεπικοινωνιακό MBC Group. Από τη στιγμή, όμως, που μετακόμισαν εκεί παίκτες τέτοιας ποιότητας, όλοι άνοιξαν τα πουγκιά τους και ξηλώθηκαν για να προσφέρουν στους θεατές τους (και συνδρομητές τους) το συγκεκριμένο πρωτάθλημα. Από την βρετανική πλατφόρμα DAZN, που έχει τα δικαιώματα για την δυτική Ευρώπη και τον Καναδά, μέχρι το Canal+ της Γαλλίας, το Fox Sports των ΗΠΑ, το Sportitalia της Ιταλίας, το marca.com της Ισπανίας, το Abema της Ιαπωνίας και την ελληνική Cosmote TV, οι ποδοσφαιρόφιλοι όλου του κόσμου παρακολουθούν πια στο ζάπινγκ τους ομάδες που ούτε τις γνώριζαν, ούτε και θα είχαν κάποιο ενδιαφέρον να τις μάθουν.
Τα χρήματα που ζήτησε η σαουδαραβική λίγκα για τα δύο πρώτα χρόνια της συμφωνίας είναι δυσανάλογα λίγα σε σχέση με το προϊόν που προσφέρει. Είναι ζήτημα αν από τις 46 διαφορετικές συμφωνίες που κλείστηκαν με διαφορετικούς παρόχους συγκεντρώθηκε ένα ποσό 160 εκ. δολαρίων. Ψίχουλα, αν αναλογιστεί κανείς ότι τα τηλεοπτικά δικαιώματα της αγγλικής Πρέμιερ Λιγκ θα της αποφέρουν για την τετραετία 2026-2030 το ιλιγγιώδες ποσό των 8,7 δις δολαρίων.
Οι επόμενες συμφωνίες, που θα κλειστούν το καλοκαίρι του 2025, σκοπεύουν να καταστήσουν τη Σαουδική Αραβία ως ένα από τα πέντε πιο ακριβά πρωταθλήματα που μπορεί να δει κανείς στην τηλεόρασή του. Ο στόχος του 800 εκ. δολαρίων ανά χρόνο δεν είναι καθόλου ανέφικτος, με το ολοένα ενδιαφέρον των ποδοσφαιρόφιλων να αυξάνεται σταθερά, όπως δείχνουν τα στοιχεία τηλεθέασης.
Εργοστάσιο παραγωγής τοπ ταλέντων
Το τηλεοπτικό ενδιαφέρον αύξησε και τις διαφημίσεις στη φανέλα των ομάδων. Πλέον η αμφίεση των ποδοσφαιριστών που συμμετέχουν στο πρωτάθλημα μοιάζει περισσότερο με τους πιλότους της Φόρμουλα Ένα, με διαφημίσεις όχι μόνο στο μπροστινό μέρος τη φανέλας, όπως συμβαίνει με όλους τους ευρωπαϊκούς συλλόγους, αλλά και στο πίσω μέρος, στο σορτσάκι, στα μανίκια. Σύμφωνα με την επίσημη προκήρυξη του νέου πρωταθλήματος, σε κάθε εμφάνιση (φανέλα και σορτσάκι) υπάρχουν όχι μία και δύο, αλλά οκτώ (!) διαφημιστικές θέσεις.
Πόσες από αυτές έχουν καλυφθεί; Πάνω από το 80%. Οι μεγάλοι σύλλογοι, με τα πολλά πρωταθλήματα και τους διεθνείς τίτλους, χρηματοδοτούνται απευθείας από το Public Investment Fund, αλλά οι μικρότεροι σύλλογοι ανακοινώνουν συνεχώς συμφωνίες. Όλες σχεδόν είναι με αραβικούς ομίλους, τράπεζες, νοσοκομεία και άλλες μεγάλες εταιρείες.
Το μεγάλο στοίχημα απ’ όλη αυτή την βίαιη και τεχνοκρατική ανάπτυξη είναι διπλό. Το πρώτο είναι να παραμείνει σε υψηλά επίπεδα η τρέχουσα αγοραστική αξία όσων παίζουν εκεί. Επί αρκετά χρόνια οι παίκτες που δελεάζονταν από τα πετροδολάρια και συμφωνούσαν να παίξουν εκεί έβλεπαν να συμβαίνει κάτι οξύμωρο: Ενώ οι τραπεζικοί τους λογαριασμοί φούσκωναν υπερβολικά, η χρηματιστηριακή τους αξία στο ποδόσφαιρο έπεφτε κατακόρυφα, λόγω της χαμηλής ποιότητας του πρωταθλήματος. Ακόμη και ποδοσφαιριστές σε σχετικά νεαρή ηλικία θεωρούνταν «ξοφλημένοι» από το τοπ επίπεδο. Αυτός ο δείκτης είναι μεν αντιπροσωπευτικός, αλλά επειδή βασίζεται περισσότερο στην ψυχολογία παρά σε χειροπιαστά στοιχεία, μπορεί εύκολα να μεταβληθεί. Για την ακρίβεια, βρίσκεται ήδη στη διαδικασία της μεταβολής. Το μαρτυρά η υψηλή αξία των παικτών σε μικρή ηλικία, που αναφέραμε στην αρχή του κειμένου.
Το δεύτερο και σημαντικότερο αφορά την ανάπτυξη. Το απώτερο σχέδιο είναι η Σαουδική Αραβία να μετατραπεί σ’ ένα εργοστάσιο παραγωγής κορυφαίου ποδοσφαιρικού ταλέντου. Παιδιά από την Αφρική και την Αραβία, αλλά και τα Βαλκάνια και την Κεντρική Ασία, μπορούν πια εύκολα να δελεαστούν από την γκλαμουριά των σαουδαραβικών ομάδων κι αντί να μετακομίσουν στην Ευρώπη για να αναπτύξουν το ταλέντο τους, να προτιμήσουν τη Σαουδική Αραβία. Και φυσικά να δώσουν στις ομάδες ολοένα και περισσότερα «περιουσιακά στοιχεία». Έτσι ώστε σε βάθος χρόνου να γίνει το αντίθετο: Αντί να ζητάει η Σαουδική Αραβία από την Ευρώπη, να πληρώνει η Ευρώπη τη Σαουδική Αραβία για να αγοράσει τους παίκτες-ταλέντα.
Αν το ορόσημο για την σαουδαραβική κοινωνία είναι το 2030, για το σαουδαραβικό ποδόσφαιρο είναι το 2034. Χρονιά στην οποία η χώρα θα διοργανώσει το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου. Τότε θα είναι έτοιμο το πρότζεκτ να λειτουργήσει.
Φυσικά υπάρχουν και τα παράπλευρα οφέλη. Με τον πακτωλό των εκατομμυρίων ο πρίγκιπας Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν μπορεί πολύ πιο εύκολα να «ξεπλύνει» το όνομά του από τις κατηγορίες που διατυπώνονται (ανεπίσημα) εναντίον του μέχρι και για ηθική αυτουργία σε φόνους δημοσιογράφων, ή να στρέψει το ενδιαφέρον της διεθνούς κοινότητας από τα οπισθοδρομικά κοινωνικά στοιχεία, που είναι και υπαρκτά και φανερά. Αν το δούμε, όμως, μόνο από την ποδοσφαιρική του πλευρά, αν υλοποιηθεί πλήρως το όραμα αυτό θα αλλάξει το παγκόσμιο ποδόσφαιρο. Για πάντα.