Με τις βαλίτσες γεμάτες με το τι ζητούν οι ξένοι επενδυτές προκειμένου να εισέλθουν στο ελληνικό χρηματιστηριακό σύμπαν, ή να αυξήσουν την έκθεσή τους σε αυτό, επιστρέφουν οι ελληνικές αποστολές των 37 εισηγμένων που συμμετείχαν στο roadshow της Morgan Stanley και της ΕΧΑΕ στο Λονδίνο το διήμερο που προηγήθηκε.
Η αίσθηση που αποκόμισαν από το Λονδίνο είναι ότι μπορεί η ελληνική οικονομία να έχει πολύ δρόμο μπροστά της, προκειμένου να μπει για τα καλά στο χάρτη των υποψηφίων προς ασφαλές επενδύσεις, όμως το μεγάλο βήμα έχει γίνει. Έχει πάρει την επενδυτική βαθμίδα, έχει επιβεβαιώσει την ταχεία οικονομική της ανάκαμψη, ενώ ο πρωθυπουργός διαβεβαίωσε ότι το ρίσκο μιας κυβερνητικής αβελτηρίας στο μέτωπο των μεταρρυθμίσεων, ειδικά των φιλο-επενδυτικών, δεν υπάρχει.
Οι διαχειριστές των funds
Δηλαδή αυτό που ήθελαν να ακούσουν οι από καιρό πιστοί διαχειριστές των Fidelity, BlackRock, Pimco και Pictet Asset Management, αλλά και προσφάτως αφιχθέντες στη Λ. Αθηνών, Norges, GIC, RWC, Power Corporation of Canada κ.α. Άλλωστε, τα δείγματα της κυβέρνησης δεν είναι λίγα, αν και τα «σκαμπανεβάσματα» στις επιδόσεις, όπως και το ενδεχόμενο κυβερνητικής κόπωσης ήταν ένα ζήτημα που παραμένει στο πίσω μέρος πολλών διαχειριστών.
Ένα ακόμη στοιχείο που διαπιστώθηκε από τις ελληνικές αποστολές είναι ότι η Ελλάδα έχει βελτιώσει τη σχέση και τη φήμη της με την υπόλοιπη Ευρώπη, κάτι που αποτυπώνεται και στο κόστος δανεισμού τόσο του ίδιου του Δημοσίου όσο και των επιχειρήσεων. Σε ένα περιβάλλον υψηλών επιτοκίων, τα οποία σταδιακά θα επηρεάσουν τους επιχειρηματικούς ισολογισμούς, το premium του κινδύνου που ζητούσαν οι επενδυτές τα προηγούμενα χρόνια έχει αρχίσει να κλείνει σημαντικά, κάτι στο οποίο στάθηκαν ιδιαίτερα οι ξένοι, αφού κρίνει και τις επιδόσεις των θεμελιωδών των εισηγμένων.
“Αναπτυξιακά” management
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον επίσης υπήρξε για τις προοπτικές των συμμετεχουσών εισηγμένων, μετά από αρκετά τρίμηνα ομολογουμένης έκρηξης της κερδοφορίας. Γι’ αυτό και στο μικροσκόπιο τέθηκε ιδιαίτερα ο κλάδος της ενέργειας, δεδομένης της μεγάλης μετάβασης που επιχειρείται όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά και παγκοσμίως.
Οι ξένοι εμφανίστηκαν καταρτισμένοι στο ότι οι επιδόσεις των εισηγμένων μέχρι τώρα οφείλονταν στην καλή πορεία της ελληνικής οικονομίας και του τουρισμού, τα μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής κατά την περίοδο της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης, ενώ σημαντική ήταν και η συμβολή των πληθωριστικών πιέσεων στην ιδιαίτερα υψηλή κερδοφορία των επιχειρήσεων. Ωστόσο, αυτό που έχει σημασία πλέον είναι το μέλλον, και το κατά πόσο είναι εφικτή η διατήρηση των υψηλών επιπέδων κέρδους, η οποία θα συνοδεύεται και με τις αναπτυξιακές στρατηγικές των διοικήσεων.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε αυτό το μέτωπο είχε η περίπτωση της ΔΕΗ, η οποία επιχειρεί ένα μεγάλο βήμα για τη διεύρυνση των δραστηριοτήτων της, όπως και ο ΟΠΑΠ, ο οποίος ήδη έχει δώσει το στίγμα για τα νέα προϊόντα που δρομολογεί. Ο κλάδος της πληροφορικής επίσης έδειξε να τραβά τα βλέμματα, όπως και αυτός της διαχείρισης των ακινήτων, πέραν φυσικά των τραπεζών, οι οποίες κλήθηκαν να σκιαγραφήσουν τα επόμενα βήματα τους, υπό τους όρους της κορύφωσης των επιτοκιακών εσόδων τους, αλλά και της μείωσης των ρυθμών ανάπτυξης. Ο κλάδος ωστόσο είχε ως “ατού” τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης, τα οποία και αναμένεται να κρατήσουν υψηλά τους ρυθμούς πιστωτικής επέκτασης.
Υπενθυμίζεται εδώ ότι η πλειονότητα των αναλυτών (consensus) βλέπει μηδενική ανάπτυξη των κερδών ανά μετοχή των ελληνικών εισηγμένων το 2024, με την Societe Generale να μην είναι τόσο θετική για τις επιδόσεις τους την επόμενη χρονιά, καθώς αναμένει να υπάρξει πτώση 3,48% στα κέρδη ανά μετοχή. Παρόλα αυτά, η Goldman Sachs εκ διαμέτρου πιο αισιόδοξη, καθώς εκτιμά άνοδο 8% για τον EPS των ελληνικών εισηγμένων το 2024.
Ροές κεφαλαίων
Οι κεφαλαιοποιήσεις και οι σταθμίσεις των ελληνικών εισηγμένων στους διεθνείς δείκτες ήταν ένα ακόμη ζήτημα που θίχτηκε στο Λονδίνο, καθώς όσο καλύτερες οι θέσεις τους τόσο μεγαλύτερες θα είναι οι ροές των passive index funds, δημιουργώντας μια ισχυρή βάση στα μετοχολόγια τους. Μια πρόγευση άλλωστε παίρνει η ελληνική κεφαλαιαγορά και οι τίτλοι αιχμής (ειδικά αυτού που συμμετέχουν στους δείκτες του MSCI) στα rebalancing του τελευταίου έτους, κάτι που αναμένεται να ενταθεί τους επόμενους μήνες και σίγουρα εάν το ελληνικό χρηματιστήριο ανέβει κατηγορία.
Αξίζει εδώ να σημειωθεί πάντως, όπως εκτιμάται, σε μερικούς μήνες μετά την επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας οι οίκοι θα θέσουν το Χ.Α σε «watch list για αναβάθμιση», το οποίο και θα αποτελέσει σημαντικό «σήμα» για την ενίσχυση των θέσεων των επενδυτών στις ελληνικές μετοχές. Άλλωστε, οι αναδυόμενες αγορές, στις οποίες έχει «παγιδευτεί» το Χ.Α., αποτελούν πολύ μικρό κομμάτι της παγκόσμιας επενδυτικής «πίτας» και προσελκύουν αντίστοιχα μικρά κεφάλαια. Για παράδειγμα, στον παγκόσμιο δείκτη της MSCI η βαρύτητα των αναδυόμενων αγορών είναι μόλις 13%.