Η αθλήτρια της τεχνικής κολύμβησης Ραμπέα Ιατρίδου, βρήκε το κουράγιο να μιλήσει για τα δικά της βιώματα στην αθλητική της καριέρα, κάνοντας ακόμα πιο εμφανή μια σκοτεινή κατάσταση που επικρατεί στον χώρο του αθλητισμού
Ολόκληρη η ανάρτηση της Ραμπέας Ιατρίδου
H αποκάλυψη της σεξουαλικής κακοποίησης της Ολυμπιονίκη μας Σοφία Μπεκατώρου έσκασε σαν βόμβα λες και τα εγκλήματα αυτής της κατηγορίας είναι κάτι σπάνιο για την “πολιτισμένη” κοινωνία μας και όλοι δήλωσαν σοκαρισμένοι που ο Ελληνικός πρωταθλητισμός δεν είναι αγνός και δεν στελεχώνεται από ενάρετους ανθρώπους…
Μετά το σοκ η βροχή του εύκολου σχολιασμού και η ευκαιρία των πολλών να κρίνουν πίσω από τα πληκτρολόγιά τους και αρκετών κομπλεξικών να νιώσουν ανώτεροι κατηγορώντας το θύμα είτε ευθέως είτε με υπονοούμενα για τον χρόνο που διάλεξε να δημοσιοποιήσει την ιστορία της.
Στην ανάγνωση της ιστορίας της έμεινα για ώρες σιωπηλή. Σκέφτηκα πόσα έχει πετύχει αυτή η γυναικάρα με το εθνόσημο στο στήθος της και στα πανιά της και προσπάθησα να βάλω τον εαυτό μου στη θέση της. Σκέφτηκα πως θα αισθανόμουν, τι θα σκεφτόμουν, τι θα έκανα. Τι θα επέλεγα να κάνω και πως θα το έπνιγα μέσα μου.. Σίγουρα δεν μπορείς να το νιώσεις σκέφτηκα αν δεν το έχεις ζήσει..
Την επόμενη ημέρα ήρθε η ανάρτηση της φίλης Μάνια Μπίκοφ για τον γιατρό της εθνικής υδατοσφαίρισης που υποχρέωνε τις αθλήτριες να κατεβάζουν το μαγιό τους, να ταράξει τα δικά μου νερά με μια αλυσιδωτή αντίδραση που με πήγε πολλά χρόνια πίσω, σαν μια πτώση μια τσουλήθρα που δεν μπόρεσα να σταματήσω πριν προσγειωθώ σε ένα ιατρείο της Θεσσαλονίκης, σχεδόν 27 χρόνια πριν.
Στη διάρκεια της αθλητικής μου καριέρας είχα μόνο άνδρες προπονητές και συνοδούς στις αποστολές και ήταν όλοι τους άψογοι, δεν είχα ποτέ παράπονο.
Λίγο πριν τα 19 μου, στην επανεκκίνηση εντατικών προπονήσεων μετά από ολιγόμηνη παύση για τις πανελλαδικές εξετάσεις σε μια στιγμή ανωριμότητας στο γυμναστήριο του Τζίμη Σαμαρά, χωρίς καλό ζέσταμα δέχτηκα μια πρόκληση για μια άσκηση που κατέληξε σε άσχημη θλάση του δικεφάλου του δεξιού ποδιού. Κάλεσα αμέσως τον αθλητίατρο που με παρακολουθούσε αλλά λόγω φόρτου θα με έβλεπε το επόμενο απόγευμα αργά. Ο φόβος μου πως κάτι κακό έχει γίνει με οδήγησε να κλείσω ραντεβού και σε ορθοπεδικό του ασφαλιστικού φορέα κοντά στο σπίτι.. Ο γιατρός, μου ζήτησε αμέσως να μείνω με το εσώρουχο. Αφού έκανε σύντομες ερωτήσεις και με εξέτασε στο ειδικό κρεβάτι πιάνοντας συνεχώς το σώμα μου σε σημεία που δεν δικαιολογούσε η εξέταση, μου ζήτησε να σηκωθώ και να σκύψω. Στάθηκα αντικριστά του και πήγα να σκύψω εμπρός. Όχι μου είπε, όχι έτσι, θα γυρίσεις και θα σκύψεις μπροστά μου. Είχα πανικοβληθεί, το ένιωθα τελείως λάθος αλλά δεν ήξερα πως να αντιδράσω, το όχι είχε κολλήσει σαν λυγμός στο λαιμό μου και δεν κατάφερε να βγει. Έκανα αυτό που μου ζήτησε και ο σιχαμένος στάθηκε ακριβώς πίσω μου και χούφτωσε με πρόφαση την εξέταση μηρούς και γλουτούς, Με ένα εξίσου σιχαμένο χαμόγελο μου συνταγογράφησε λίγο μετά φάρμακα. Μόλις έκλεισα την πόρτα πίσω μου ξέσπασα σε κλάμα και έσκισα τη συνταγή σε χιλιάδες κομματάκια. Έκανα ώρα να γυρίσω στο σπίτι μέχρι να μη φαίνεται το κλάμα μου γιατί αν έλεγα τι έγινε ο πατέρας μου θα πήγαινε και θα τον πετούσε από το μπαλκόνι αφού πρώτα τον είχε κάνει τόπι στο ξύλο..
Το ίδιο βράδυ πήγα στο ιατρείο του αθλίατρου μου σαν φοβισμένο κουτάβι.. “Βγάζουμε παπουτσάκια και καλτσούλες και ανεβαίνουμε στο κρεβατάκι” μου είπε γλυκά. “Γιατρέ να βγάλω τη φόρμα;” “Όχι βέβαια” απάντησε ήρεμα, “δε χρειάζεται για την εξέταση”. Η εξέταση περιλάμβανε εντολές κίνησης, εκτέλεση και ακόλουθη ερώτηση για το είδος και την ένταση του πόνου και το μόνο που άγγιξε ήταν ο αστράγαλος και η κνήμη μου για να διορθώσει κίνηση.. Με τις θεραπείες και την αγωγή σε λίγες ημέρες ήμουν πάλι σε θέση να κολυμπήσω αλλά το σκηνικό στον πρώτο γιατρό έκανα χρόνια να το ξεπεράσω και ο τρόπος που διάλεξα για να το διαχειριστώ ήταν να το διακωμωδήσω ώσπου τελικά το ξέχασα. Ήμουν μικρή, φοβισμένη και εντελώς άβγαλτη.
Με αφορμή την εξιστόρησή σου Μάνια, που με αφορμή την εξιστόρηση της Σοφίας, το ξέθαψες από τη μνήμη σου, το ξέθαψα κι εγώ από τη δική μου.. Σαφώς και δεν εξισώνεται σε καμία περίπτωση με αυτή ενός βιασμού αλλά η παρενόχληση και η κακοποίηση ανεξάρτητα από την βαρύτητα του περιστατικού γεμίζουν με αισθήματα ντροπής το θύμα.
Πολύ φοβάμαι πως πολλές αθλήτριες έχουν ανάλογες ή πολύ πιο σοβαρές ιστορίες να διηγηθούν. Το λάθος δεν είναι ότι πνίξαμε τις ιστορίες μέσα μας. Το λάθος είναι ότι δεν είχαμε την αίσθηση ότι θα μας (υπο)στηρίξουν για να τις πούμε και φυσικά φοβόμασταν τον σχολιασμό και την κριτική από τους “δικαστές” γι’ αυτό δεν είχαμε το θάρρος. Η κάθε γυναίκα χρειάζεται τη στήριξη μας αν και όταν αποφασίσει να μιλήσει, όταν βρει το θάρρος μέσα της.