Ένα ράλι άνω των 14 τρισ. δολαρίων έχει εκτοξεύσει τους αμερικανικούς δείκτες σε ιστορικά υψηλά, καθώς οι επενδυτές στοιχηματίζουν ότι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα θα ξαναρχίσει τις μειώσεις επιτοκίων. Η προσοχή είναι στραμμένη στη συνεδρίαση της Τετάρτης, όπου μια πρώτη μείωση κατά 25 μονάδες βάσης θεωρείται δεδομένη, ενώ οι αναλυτές αναζητούν σήματα για τον ρυθμό και το εύρος των επόμενων κινήσεων.

Ο δείκτης S&P 500 καταγράφει άνοδο 32% από τα χαμηλά του Απριλίου, ενισχυμένος από τα στοιχήματα ότι η Fed θα προχωρήσει σε αλλεπάλληλες μειώσεις του κόστους δανεισμού φέτος. Μια μείωση κατά 25 μονάδες βάσης την Τετάρτη θεωρείται σχεδόν βέβαιη. Σύμφωνα με στοιχεία της Ned Davis Research από τη δεκαετία του 1970, σε αντίστοιχες περιόδους όπου η Fed επανεκκινούσε τις μειώσεις μετά από παύση έξι μηνών ή περισσότερο, ο S&P 500 σημείωνε κατά μέσο όρο άνοδο 15% τον επόμενο χρόνο, έναντι 12% σε πιο συνηθισμένους κύκλους.

Το ερώτημα είναι αν η Fed έδρασε αρκετά γρήγορα ώστε να αποτρέψει μια «σκληρή προσγείωση» της οικονομίας, που θα μπορούσε να πλήξει το επενδυτικό κλίμα. Παρά τη σχετικά σταθερή ανάπτυξη και τα ισχυρά εταιρικά κέρδη, ανησυχητικά σημάδια εμφανίζονται στα δεδομένα, όπως η αύξηση της ανεργίας στο υψηλότερο επίπεδο από το 2021. Οι επενδυτές εφαρμόζουν διαφορετικές στρατηγικές, από την αγορά μετοχών μικρότερων εταιρειών έως τη διατήρηση θέσεων σε «γίγαντες» της αγοράς που έχουν οδηγήσει την άνοδο.

«Ζούμε μια μοναδική στιγμή», δήλωσε η Sevasti Balafas, διευθύνουσα σύμβουλος της GoalVest Advisory. «Το μεγάλο άγνωστο είναι πόσο επιβραδύνεται η οικονομία και πόσο θα χρειαστεί η Fed να κόψει τα επιτόκια. Είναι δύσκολο να εκτιμηθεί».

Το ενδιαφέρον στρέφεται στην ανακοίνωση της Fed την Τετάρτη στις 2 μ.μ. ώρα Ουάσινγκτον (9 μ.μ. ώρα Ελλάδας), αλλά και στις δηλώσεις του προέδρου Jerome Powell μισή ώρα αργότερα. Οι αγορές παραγώγων έχουν ήδη προεξοφλήσει τουλάχιστον μία μείωση 25 μ.β., ενώ συνολικά αναμένουν περικοπές 150 μ.β. τον επόμενο χρόνο. Ένα μήνυμα από τη Fed που θα κινείται προς αυτή την κατεύθυνση θα αποτελέσει ενθαρρυντικό σημάδι για τους «ταύρους» της αγοράς.

Ο Andrew Almeida, επικεφαλής επενδύσεων της XY Planning Network, σημείωσε: «Το πώς θα εξελιχθούν ο πληθωρισμός και οι οικονομικές τάσεις το υπόλοιπο του 2025 και το 2026 θα είναι καθοριστικό για την πορεία της Fed και των αγορών».

Κλάδοι μετοχών

Η ισχύς της οικονομίας και ο ρυθμός μείωσης των επιτοκίων ενδέχεται να καθορίσουν τις επιλογές των επενδυτών. Σε περιόδους περιορισμένων μειώσεων, τα κυκλικά χαρτιά –όπως χρηματοοικονομικά και βιομηχανικά– υπεραποδίδουν, ενώ σε περιόδους βαθύτερων περικοπών οι επενδυτές στρέφονται σε πιο αμυντικούς κλάδους, όπως η υγεία και τα βασικά καταναλωτικά αγαθά.

«Η αγορά εξαρτάται από τρεις παράγοντες: τον ρυθμό και το μέγεθος των μειώσεων της Fed, τη συνέχιση του επενδυτικού ρεύματος γύρω από την τεχνητή νοημοσύνη και το αν οι δασμοί ενισχύσουν τον πληθωρισμό», εξήγησε ο Stuart Katz της Robertson Stephens.

Η πρόσφατη πτώση στις τιμές παραγωγού τον Αύγουστο μείωσε τις ανησυχίες για επίμονη ακρίβεια, δίνοντας περιθώριο στη Fed να κινηθεί πιο επιθετικά. Ο Katz έχει τοποθετηθεί σε μετοχές μικρής κεφαλαιοποίησης, οι οποίες λόγω υψηλού δανεισμού ωφελούνται περισσότερο από χαμηλότερα επιτόκια. Ο δείκτης Russell 2000 έχει ενισχυθεί 7,5% φέτος, έναντι σχεδόν 12% του S&P 500.

Ο Almeida, από την πλευρά του, ποντάρει σε μετοχές μεσαίας κεφαλαιοποίησης, οι οποίες ιστορικά υπεραποδίδουν τον πρώτο χρόνο μετά από μειώσεις επιτοκίων. Προτιμά επίσης μετοχές εταιρειών από τον χρηματοοικονομικό και βιομηχανικό κλάδο.

Η Balafas διατηρεί θέσεις σε Nvidia, Amazon και Alphabet, εκτιμώντας ότι μια σταδιακή επιβράδυνση δεν θα πλήξει τα εταιρικά κέρδη. Ωστόσο, αν η οικονομία αποδειχθεί πιο αδύναμη από τις προβλέψεις, οι επενδυτές ενδέχεται να στραφούν εκ νέου σε αμυντικές επιλογές, με τον τομέα υγείας και τα βασικά καταναλωτικά αγαθά να έχουν προσφέρει κατά μέσο όρο αποδόσεις 20% σε παρόμοιους κύκλους, σύμφωνα με τη Ned Davis Research.

«Αν η ανάπτυξη επιβραδυνθεί, η Fed θα μειώσει τα επιτόκια, αλλά αν η οικονομία κολλήσει υπερβολικά, οι κίνδυνοι ύφεσης θα αυξηθούν», τόνισε ο Katz. «Το ερώτημα είναι πόσο άνετα νιώθουν οι επενδυτές με μια τέτοια προοπτική. Ο χρόνος θα δείξει».

Διαβάστε ακόμη: