Η νέα πρόωρη αποπληρωμή χρέους ύψους 5,29 δισ. ευρώ, που προγραμματίζεται να ολοκληρωθεί στις 15 Δεκεμβρίου, αποτελεί μία από τις σημαντικότερες κινήσεις οικονομικής στρατηγικής των τελευταίων ετών. Μετά τις θετικές αποφάσεις του ESM και του EFSF, η Ελλάδα αποκτά τη δυνατότητα να σβήσει νωρίτερα μέρος των δανείων GLF, που είχαν συναφθεί την περίοδο του πρώτου Προγράμματος Στήριξης.

Η κίνηση αυτή αποφέρει άμεσα και μετρήσιμα οφέλη:

  • Τη γρηγορότερη αποκλιμάκωση του δημόσιου χρέους,
  • τη μείωση της έκθεσης σε μελλοντικές διακυμάνσεις επιτοκίων,
  • και κυρίως, την απαλλαγή από τόκους ύψους 1,6 δισ. ευρώ, οι οποίοι θα καταβάλλονταν σταδιακά από το 2026 έως το 2041.

Παράλληλα, όπως υπογράμμισε ο CEO του ESM Πιερ Γκραμενιά, η κίνηση στέλνει «ένα ακόμη θετικό μήνυμα στις αγορές», προετοιμάζοντας το έδαφος για πιθανές νέες αναβαθμίσεις πιστοληπτικής ικανότητας μέσα στο 2026.

Τι αφορά η νέα πρόωρη αποπληρωμή – Πώς μειώνεται το βάρος τόκων έως το 2041

Τα δάνεια GLF συνολικού ύψους 52,9 δισ. ευρώ αποτέλεσαν το βασικό πακέτο στήριξης προς την Ελλάδα το 2010, πριν δημιουργηθούν ο EFSF και ο ESM. Η σημερινή πρόωρη εξόφληση των 5,29 δισ. αφορά περίπου το 10% του αρχικού πακέτου.

Το συγκεκριμένο ποσό, που θα αποπληρωνόταν κανονικά μεταξύ 2033 και 2041, «σβήνεται» ήδη από φέτος. Το επιτόκιο των GLF είναι κυμαινόμενο, σήμερα στο 2,3%–2,4%, αλλά είχε αγγίξει ακόμη και το 3% το 2024. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι οι Έλληνες φορολογούμενοι είχαν ήδη χρεωθεί πάνω από 1,8 δισ. ευρώ σε τόκους από το 2010 μέχρι σήμερα μόνο για το συγκεκριμένο κομμάτι του δανείου.

Με την πρόωρη εξόφληση, ο Κρατικός Προϋπολογισμός παύει να καταβάλλει περίπου 140 εκατ. ευρώ ετησίως, ποσό που αθροιστικά οδηγεί στο μεγάλο όφελος των 1,6 δισ. ευρώ έως το 2041.

Μία μόνο κίνηση λοιπόν «σβήνει» άμεσα:

  • δανειακό κεφάλαιο 5,29 δισ. ευρώ,
  • μελλοντικούς τόκους 1,6 δισ. ευρώ,
    δημιουργώντας συνολική ελάφρυνση περίπου 7 δισ. ευρώ στο χρέος.

Αλυσίδα πρόωρων αποπληρωμών: Πάνω από 3,5 δισ. ευρώ εξοικονόμηση τόκων από το 2022 έως σήμερα

Η νέα αποπληρωμή δεν αποτελεί μεμονωμένο περιστατικό αλλά μέρος μιας συνολικής στρατηγικής. Την περίοδο 2022–2024, η Ελλάδα προχώρησε σε τρεις αντίστοιχες κινήσεις, συνολικού ύψους 15,9 δισ. ευρώ, που μαζί με τη νέα αποπληρωμή ανεβάζουν το σύνολο στα 20,1 δισ. ευρώ. Παράλληλα, έχει ήδη προεξοφλήσει πλήρως τα δάνεια του ΔΝΤ ύψους 7,9 δισ. ευρώ.

Από όλες αυτές τις κινήσεις, τα οφέλη σε τόκους υπολογίζονται σε πάνω από 3,5 δισ. ευρώ μέχρι σήμερα — ποσό που θα συνεχίσει να αυξάνεται όσο η στρατηγική πρόωρης αποπληρωμής συνεχίζεται τα επόμενα χρόνια.

Πρόκειται για μια πολιτική που ενισχύει τη βιωσιμότητα του χρέους μακροπρόθεσμα και βελτιώνει σημαντικά το επενδυτικό προφίλ της Ελλάδας.

Γιατί τα διαθέσιμα δεν μπορούν να γίνουν παροχές – Η παρεξηγημένη συζήτηση για το “που πάνε τα λεφτά”

Συχνά διατυπώνεται το ερώτημα γιατί τα διαθέσιμα δισεκατομμύρια του ειδικού λογαριασμού δεν κατευθύνονται σε αυξήσεις μισθών, επιδομάτων ή άλλες δημοσιονομικές δαπάνες. Ωστόσο, αυτό δεν είναι τεχνικά δυνατό.

Οι κανόνες της Eurostat και του Συμφώνου Σταθερότητας διαχωρίζουν σαφώς τις χρηματοοικονομικές συναλλαγές (όπως η αποπληρωμή χρέους) από τις δημοσιονομικές δαπάνες (όπως οι παροχές).

Η πρόωρη αποπληρωμή:

  • δεν επιβαρύνει το έλλειμμα,
  • δεν μειώνει το πρωτογενές πλεόνασμα,
  • δεν προσμετράται στο όριο δαπανών.

Αντίθετα, οι παροχές:

  • μειώνουν άμεσα το πλεόνασμα,
  • αυξάνουν τις δαπάνες,
  • δημιουργούν ανάγκες για νέα δανεικά στο μέλλον.

Τα 5,29 δισ. που αποπληρώνονται τώρα προέρχονται από τον ειδικό λογαριασμό ταμειακών διαθεσίμων, που δημιουργήθηκε αποκλειστικά για την εξυπηρέτηση χρέους. Παρά τις αποπληρωμές, ο λογαριασμός αναμένεται να κλείσει το 2025 με ρεκόρ άνω των 35 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών.

Έτσι, η στρατηγική πρόωρων εξοφλήσεων δεν στερεί πόρους από κοινωνικές πολιτικές — αντιθέτως, εξοικονομεί μελλοντικούς πόρους από τόκους, επιτρέποντας στο κράτος να στηρίξει πιο βιώσιμες παρεμβάσεις στο μέλλον.

Διαβάστε ακόμη