Ένα βήμα από την περιπόθητη επενδυτική βαθμίδα , φέρνει την ελληνική οικονομία η χθεσινή ανακοίνωση της Fitch .
H έκθεση του διεθνούς οίκου αναμενόταν με ενδιαφέρον γιατί αποτελεί από τους πλέον αυστηρούς κριτές των ελληνικών πραγμάτων.
Μέχρι χθες ήταν ο μόνος αναλυτής της ελληνικής οικονομίας ( μαζί με τους Moody’s ) που υπολειπόταν των άλλων οίκων. Ήδη S&P και DBRS έχουν οδηγήσει την ελληνική οικονομία ένα σκαλοπάτι πριν την επενδυτική βαθμίδα, καθιστώντας ρεαλιστικό τον στόχο επίτευξης της επενδυτικής βαθμίδας εντός του 2023.
H χθεσινή απόφαση του αμερικανικού οίκου , αποκτά βαρύνουσα σημασία, ιδιαίτερα αφού γίνεται σε μια περίοδο που η χώρα βρίσκεται προ μιας σημαντικής εκλογικής αναμέτρησης : Είναι γνωστό ότι οίκοι όπως η Fitch «μετρούν» το κάθε βήμα τους πριν προχωρήσουν στο επόμενο. Υπό αυτά τα δεδομένα , δεν μπορεί παρά να ληφθεί το γεγονός πως πάντα υπάρχει ο λεγόμενος «πολιτικός κίνδυνος».
Οι αναλυτές ούτε τον υποτιμούν , ούτε τον υπερτιμούν . Φαίνεται να θεωρούν ότι η κυβέρνηση που θα προκύψει από τις επόμενες εκλογές δεν θα έχει τη δυνατότητα να παρεκκλίνει από τα δεδομένα των τελευταίων χρόνων: Σε μια δυτική δημοκρατία όπως είναι η Ελλάδα σήμερα , η πορεία της χώρας είναι δεδομένη , οι ρυθμοί της και τα μέσα είναι λογικό να διαφέρουν , πρόκειται για παραμέτρους που εξαρτώνται από τις στοχεύσεις των κομμάτων.
Η υπέρβαση των 1000 μονάδων μετά από πολυετή ταλαιπωρία σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα από το ελληνικό χρηματιστήριο δεν αποτελεί τρικ , ούτε οφείλεται σε χειραγώγηση , όπως διατείνονται ορισμένες πλευρές. Διαθέτει βάσεις και με την εύνοια των συγκυριών στο ευρύτερο ελληνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο , μπορεί να οδηγήσει τους δείκτες σε υψηλότερα επίπεδα , κατοχυρώνοντας όπως κάθε υγιής αγορά , κατά περιόδους τα κέρδη της.
Άλλωστε υπάρχουν κλάδοι και μετοχές που έκαναν τη διαφορά ακόμη και σε περιόδους , ισχνών αγελάδων για την ελληνική χρηματιστηριακή αγορά : Δεν απαιτείται σημαντική προσπάθεια για να διαπιστωθεί αυτό , αρκεί μόνο μια ματιά στους πίνακες των αποδόσεων μετοχών στη διαδρομή των τελευταίων πέντε ή δέκα ετών.
Για το λόγο αυτό και αποτελεί μύθο , η ισοπεδωτική αντίληψη πως το ελληνικό χρηματιστήριο επηρεάζεται μονομερώς από το γενικότερο οικονομικό κλίμα. Είναι δεδομένο αυτό συμβαίνει, αλλά οι μεγάλες αποδόσεις πολλών μετοχών αποδεικνύει πως υπάρχουν μετοχές «παντός καιρού».
Με βάση αυτό το σκεπτικό τέσσερις είναι οι κλάδοι που πρωταγωνίστησαν, πρωταγωνιστούν και θα πρωταγωνιστήσουν και κατά τους επόμενους μήνες : Μάλλον εύκολα μπορεί να διαπιστωθεί ότι υπάρχει ένας συνεκτικός ιστός για τράπεζες , ενέργεια, κατασκευές, και τον τομέα των πετρελαιοειδών. Όπως εύκολα , μπορεί να ειπωθεί πως επιχειρήσεις και επιχειρηματίες , εταιρίες και στελέχη, δραστηριότητες και νέα πεδία δράσης , «εμπλέκονται» μεταξύ τους , αποφέροντας προστιθέμενη αξία όχι μόνο στο ελληνική χρηματιστήριο αλλά στην ελληνική οικονομία σε διεθνές επίπεδο.
Σήμερα η ελληνική «σημαία» κυματίζει σε εργοτάξια στις πέντε από τις έξι ηπείρους, του πλανήτη.
Οι μετοχές «μαγνήτες»
Τις τελευταίες εβδομάδες όλο και περισσότεροι διεθνείς οίκοι βρίσκονται σε «πυρετό» αξιολογήσεων , εκθέσεων και ανακοινώσεων για μετοχές της ελληνικής αγοράς. Μάλιστα ενόψει και της αναθεώρησης των δεικτών της MSCI , που έχει προγραμματιστεί για τις 9 Φεβρουαρίου διατυπώνονται και ορισμένα ελκυστικά σενάρια, με ιδιαίτερες επισημάνσεις για τις μετοχές της Motor Oil, της Τράπεζας Πειραιώς και της HELLENiQ ENERGY Holdings .
H Société Générale εκτιμά αύξηση του αριθμού των ελληνικών μετοχών στους δείκτες MSCI, με αντίστοιχη αύξηση στη στάθμιση του εγχώριου δείκτη στις αναδυόμενες αγορές. Οι εκτιμήσεις της γαλλικής τράπεζας κάνουν λόγο για πιθανές εισροές 155 εκατ. δολάρια, με τη «μερίδα του λέοντος» στην Motor Oil με 73 εκατ. δολάρια περίπου, για την Τράπεζα Πειραιώς στα 58 εκατ. δολάρια και στη HELLENiQ ENERGY Holdings στα 24 εκατ. δολάρια.
Αν επιβεβαιώνουν οι αλλαγές, η αύξηση της στάθμισης της Ελλάδας στον δείκτη MSCI Emerging Markets, θα είναι αύξηση κατά 0,22% λόγω της Motor Oil και 0,017% λόγω της Τράπεζας Πειραιώς. Αν τελικά εισέλθει και η μετοχή των Ελληνικών Πετρελαίων τότε το ποσοστό προσεγγίζει το 0,05%.
Για την Motor Oil, αναφέρεται ως λόγο προσθήκης στον δείκτη την αύξησης της συμμετοχής του κλάδου ενέργειας στους δείκτες της MSCI (segment increase), για την Τράπεζα Πειραιώς σε παρόμοιο λόγο (close segment increase). Σημειώνεται ότι ο δείκτης MSCI Greece Standard Index περιλαμβάνει τους τίτλους των ΟΤΕ με ποσοστό 15%, Eurobank 14%, ΟΠΑΠ 14%, Alpha Bank 11%, Εθνική Τράπεζα 11%, Mytilineos 11%, Jumbo 10%, ΔΕΗ 7% και Τέρνα 6%.
Ως προς τις τράπεζες η Morgan Stanley εκτιμά πως το ράλι μπορεί να συνεχιστεί, υποστηριζόμενο από τις αναβαθμίσεις της κερδοφορίας τους και τις φθηνές αποτιμήσεις. Παράλληλα, επαναλαμβάνει τη θετική της στάση για τις ελληνικές μετοχές γενικότερα, επιβεβαιώνοντας την overweight σύσταση στην Ελλάδα, στο περιβάλλον της Αναδυόμενης Ευρώπης, Μέσης Ανατολής και Αφρικής, και τονίζοντας ότι παραμένει η αγαπημένη της αγορά στην περιοχή.
Η Morgan Stanley ενσωματώνει τα υψηλότερα επιτόκια στις εκτιμήσεις της, αυξάνοντας έτσι τα κέρδη ανά μετοχή (EPS) του 2023 κατά 6%, κατά μέσο όρο, παραμένει overweight στην Τράπεζα Πειραιώς και τη Eurobank, ενώ ξεκινά την κάλυψης της Εθνικής με equal-weight. Για την Alpha Bank ανεβάζει την τιμή-στόχο στο 1,37 ευρώ από 1,34 πριν, για τη Eurobank στο 1,45 από 1,38 ευρώ προηγουμένως, για την Πειραιώς στο 2,24 ευρώ από 1,96 ευρώ πριν, ενώ για την Εθνική θέτει τιμή-στόχο τα 4,86 ευρώ.
Σε ό,τι αφορά τις αποτιμήσεις των ελληνικών τραπεζών, όπως τονίζει η Morgan Stanley, παραμένουν πολύ φθηνές. Στα τρέχοντα επίπεδα, η Eurobank και η Εθνική διαπραγματεύονται με P/BV για το 2023 στο ~0,6x, με ROTE ~12,5% και ~11,0% αντίστοιχα, ενώ η Πειραιώς και η Alpha διαπραγματεύονται με 0,4x P/BV και ROTE ~9,0%. Βλέπει αύξηση ~35% των βασικών λειτουργικών κερδών το 2023 και ~19% σε μέσο όρο ετησίως το 2022-2024.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της Morgan Stanley, το κόστος ιδίων κεφαλαίων (COE) για τις ελληνικές τράπεζες παραμένει αυξημένο στο ~15%-21%, το οποίο πιστεύει ότι θα μειωθεί καθώς η ελληνική μακροοικονομική ανάκαμψη εξελίσσεται μεσοπρόθεσμα. Κάθε 0,5% χαμηλότερο COE συνεπάγεται ~4% άνοδο στις μετοχές τους, όπως σημειώνει.
Με βάση τη σύνθεση του δείκτη μπορεί να αναφερθούν τα εξής στοιχεία για τις άλλες μετοχές που περιλαμβάνει πλην των τραπεζών και όσων αναφέρθηκαν :
Η μετοχή του ΟΤΕ βρίσκεται εδώ και μήνες σχεδόν καθηλωμένη , γεγονός που οφείλεται όχι στις επιδόσεις της εταιρίας αλλά στην περίεργη «στάση» του μεγαλομετόχου Deutsche Telecom .
Η ΟΠΑΠ ως εταιρία «παντός καιρού» και του ικανού management , έχει κατά καιρούς συγκεντρώσει τα ευνοϊκά σχόλια των αναλυτών.
Η Mytilineos , έχει εκπλήξει τους αναλυτές για τα επιθετικά της σχέδια στις εναλλακτικές μορφές ενέργειας που έχουν φθάσει μέχρι την Αυστραλία.
Οι όμιλοι ΓΕΚ-ΤΕΡΝΑ και Τέρνα Ενεργειακής , συζητούνται εδώ και καιρό για τη δραστηριοποίησή τους στην αιολική κυρίως ενέργεια και συγκεντρώνει το ενδιαφέρον μεγάλων funds .
H Jumbo έχει ήδη υπερβεί το εμπόδιο των μεγάλων προμηθευτών της ενώ έχει εκπλήξει με τις έξυπνες κινήσεις του βασικού μετόχου της , που έχει μετατρέψει το δίκτυο των καταστημάτων σε υπερσύγχρονα σούπερ μάρκετ, σε λίγο μόνο πώληση… οινοπνευματωδών δεν θα κάνει .
Οι επόμενοι σταθμοί
Μέχρι τον Ιούνιο δύο σημαντικά ορόσημα αξιολογήσεων έχουμε στις 10 Μαρτίου με την DBRS και στις 21 Απριλίου με την Standard & Poor’s.
Μια αναβάθμιση από αυτούς τους οίκους δίνει στην χώρα την επενδυτική βαθμίδα. Ωστόσο, και οι δύο αξιολογήσεις είναι στην τελική ευθεία προς τις εκλογές οπότε θα ήταν ένα λογικό συμπέρασμα να υποθέσει κάποιος πως οι οίκοι θα είχαν κάθε λόγο να περιμένουν να δουν να σχηματίζεται μια σταθερή και λειτουργική κυβέρνηση προτού κάνουν το βήμα της επενδυτικής βαθμίδας.
Όλα αυτά βέβαια τελούν υπό την αίρεση μιας θετικής έκπληξης που ουδείς μπορεί να αποκλείσει. Δεν έχει περάσει άλλωστε ένας χρόνος από τον θετικό αιφνιδιασμό της αναβάθμισης από την S&P που προκάλεσε αίσθηση στην αγορά.
Το μόνο σίγουρο είναι πως στην αγορά κυριαρχεί η εκτίμηση πως το πιθανότερο είναι να δούμε επενδυτική βαθμίδα μετά τις εκλογές και στο δεύτερο εξάμηνο του έτους.
Και εδώ θα είναι ιδιαίτερα σημαντική και η ταχύτητα με την οποία οι οίκοι θα ευθυγραμμιστούν στην επενδυτική βαθμίδα χωρίς μεγάλες καθυστερήσεις προκειμένου η χώρα να εδραιώσει τη νέα της θέση και να ξεκινήσει να μπαίνει νωρίτερα στα ραντάρ περισσότερων και πιο ποιοτικών επενδυτικών κεφαλαίων και στο δανεισμό με χαμηλότερο κόστος.
Διαβάστε ακόμη: