Το «χρώμα του χρήματος» μετά το 2008 θα ξαναδούν φέτος οι μέτοχοι των ελληνικών τραπεζών, καθώς τραπεζικές πηγές επιβεβαιώνουν ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και ο φορέας τραπεζικής εποπτείας SSM αναμένεται εκτός συγκλονιστικού απροόπτου να ανάψουν το πράσινο φως για την διανομή μερισμάτων από τα κέρδη του 2023.

Η σταθερή κερδοφορία, η μείωση των κόκκινων δανείων, η θωράκιση του ισολογισμού, οι στρατηγικοί στόχοι που παρουσιάστηκαν πρόσφατα για την επόμενη τριετία, και η συνολική η εικόνα της ελληνικής οικονομίας έκαμψαν και τους τελευταίους προβληματισμούς του επόπτη που πλέον θα ανάψει σύντομα το πράσινο φως στις διοικήσεις των συστημικών τραπεζών για την διανομή μερίσματος.

Ωστόσο στο μικροσκόπιο της ρυθμιστικής αρχής βρίσκονται ακόμη εστίες προβληματισμού όπως η εξέλιξη στο άμεσο μέλλον των κεφαλαίων των ελληνικών τραπεζών, ο ρόλος των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων στα κεφαλαιακά αποθέματα και η πορεία των κερδών στην περίπτωση που υποχωρήσουν τα επιτόκια κατά την διάρκεια του του έτους.

Ως εκ τούτου οι αποδόσεις για τους μετόχους θα είναι πιθανότατα μικρότερες από αυτές που είχαν αιτηθεί οι διοικήσεις των εγχώριων πιστωτικών ιδρυμάτων.

Υπενθυμίζεται ότι η τελευταία φορά που κατέβαλε μέρισμα μεγάλη ελληνική τράπεζα ήταν το 2008, πριν την παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση και την κρίση χρέους στην Ελλάδα. Έκτοτε οι τράπεζες έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί στο πλαίσιο των προγραμμάτων διάσωσης της χώρας.

Οι τέσσερεις συστημικές τράπεζες, Eurobank, Πειραιώς, Εθνική και Alpha Bank, έχουν ήδη συμπεριλάβει στον σχεδιασμό τους τις διανομές μερισμάτων, υπό την προϋπόθεση των απαραίτητων εγκρίσεων από τις αρχές, ενώ θα υποβάλουν τα σχετικά αιτήματα έγκρισης διανομής μερίσματος από τις 20 Απριλίου.

Οι προθέσεις των τραπεζιτών

«Ήρθε η ώρα για την επιβράβευση των μετόχων της Alpha Bank» τόνισε ο διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας Β. Ψάλτης στους αναλυτές κατά την παρουσίαση των αποτελεσμάτων 2023, ξεκαθαρίζοντας παράλληλα ότι θα γίνει συνετή χρήση των επιπλέον κεφαλαίων προκειμένου η τράπεζα είναι παραμένει θωρακισμένη έναντι των διεθνών αβεβαιοτήτων.

Ο διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας ανάφερε ότι υπό την προϋπόθεση της σύμφωνης γνώμης του SSM η Alpha Bank σχεδιάζει διανομή μερίσματος του 20% των κερδών για το 2023, στοχεύοντας να αυξήσει το ποσοστό αυτό τα επόμενα χρόνια, διανέμοντας περισσότερα από 1 δισ. σε μερίσματα την τριετία 2024-2026.

Αναλυτικότερα, η διοίκηση στοχεύει σε διανομή ποσού 122 εκατ. ευρώ από τα κέρδη του 2023 και θα προτείνει τη διανομή 0,05 ευρώ ανά μετοχή. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της αγοράς, το guidance της διοίκησης σε ό,τι αφορά το μέρισμα οδηγεί σε απόδοση της τάξης του 8%, αρχής γενομένης από τα κέρδη του 2024. Υπολογίζεται σε 13 λεπτά από τα κέρδη φετινής χρονιάς, 14,5 λεπτά για αυτά του 2025 και 16 λεπτά για το 2026.

Από την πλευρά του ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank, Φ. Καραβίας, παρουσιάζοντας στους αναλυτές το Business Plan του Ομίλου για την επόμενη τριετία τόνισε ότι η απόδοση κεφαλαίων αναμένεται να διαμορφωθεί στο 18% το 2024 και στο 15% περίπου τα επόμενα έτη, ενώ το ποσοστό διανομής κερδών εκτιμάται ότι θα αυξηθεί σταδιακά και θα προσεγγίσει το 50% των κερδών το 2026. Αναφορικά με τη διανομή μερίσματος φέτος, ο κ. Καραβίας έκανε λόγο για μέρισμα περίπου 9 σεντς και διανομή τουλάχιστον του 25% των κερδών του 2023.

O διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας, Παύλος Μυλωνάς, μίλησε πρόσφατα για πρόταση διανομής μερίσματος σε ποσοστό 30% των κερδών του ’23 και ο ομόλογός του στην Τράπεζα Πειραιώς, Χρήστος Μεγάλου, αμέσως μετά την δημοσίευση των οικονομικών καταστάσεων χρήσης 2023, κατέθεσε αίτημα στον SSM προκειμένου ο επόπτης να εγκρίνει τη χορήγηση μερίσματος χρήσης 2023, που θα αντιστοιχεί σε 10% των καθαρών κερδών.

Στην Αθήνα ο SSM

Για το θέμα βρέθηκε πρόσφατα στην Αθήνα κλιμάκιο του SSM και πραγματοποίησε σειρά συναντήσεων και επαφών με τις διοικήσεις και των τεσσάρων συστημικών τραπεζών όπου έθεσε θέματα ποιότητας κεφαλαιακής βάσης, όπως η υψηλή συμμετοχή των οριστικών και εκκαθαρισμένων αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων (Deferred Tax Credits – DTCs) στα κεφάλαια, αλλά και το ζήτημα των μη εξυπηρετούμενων περιουσιακών στοιχείων (Non Performing Assets).

Να σημειώσουμε ότι τα Non Performing Assets περιλαμβάνουν, πέραν των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs), σκέλος στο οποίο οι επιδόσεις των τραπεζών οδεύουν βάσει της εποπτικής καθοδήγησης (3% NPE ratio στο τέλος της φετινής χρονιάς), και άλλα περιουσιακά στοιχεία, τα οποία δεν εξυπηρετούνται, όπως τα δάνεια με κρατική εγγύηση που δόθηκαν στο παρελθόν (προ κρίσης χρέους) σε Ρομά, παλιννοστούντες, πληγέντες από φυσικές καταστροφές κ.ά.

Στο 65% των κεφαλαίων ο αναβαλλόμενος φόρος

Ξεκινώντας με τον αναβαλλόμενο φόρο, σημειώνεται ότι το σύνολο των κεφαλαίων που διαθέτουν οι τέσσερεις συστημικές τράπεζες με βάση τα στοιχεία εξαμήνου ανέρχεται σε 21,3 δισ. ευρώ και από αυτά τα 13,1 δισ. ευρώ αποτελούν αναβαλλόμενη φορολογία (DTC), δηλαδή συμψηφισμό παλαιότερων ζημιών με φορολογικές υποχρεώσεις.

Το ύψος του DTC έχει μειωθεί τα τελευταία δύο χρόνια κατά περίπου 2 δισ. ευρώ (τον Δεκέμβριο του 2020 ήταν 15,1 δισ. ευρώ), αλλά ως ποσοστό των κεφαλαίων έχει αυξηθεί, καθώς οι κεφαλαιακοί δείκτες επιβαρύνθηκαν από την εφαρμογή των κανόνων της Βασιλείας III.

Έτσι, το ποσοστό του DTC επί των κεφαλαίων διευρύνθηκε από το 55% στο 65%.

Να σημειωθεί ότι η μείωση του DTC ως ποσοστού των κεφαλαίων είναι αποτέλεσμα: α) Του ποσού της απόσβεσης που ουσιαστικά μειώνει τον αριθμητή. β) Της αύξησης των κεφαλαίων, δηλαδή του παρονομαστή λόγω των αυξημένων κερδών.

Οι τράπεζες αποσβένουν σταδιακά κάθε χρόνο ένα τμήμα τους, ενώ η καταληκτική ημερομηνία για την πλήρη απόσβεσή τους εκτείνεται έως το 2040.

Αν και η αναβαλλόμενη φορολογία εφαρμόζεται σε όλη την Ευρώπη, στην πλειονότητα των ευρωπαϊκών τραπεζών το ποσοστό του αναβαλλόμενου φόρου στα εποπτικά τους κεφάλαια αντιπροσωπεύει περίπου το 10% κατά μέσο όρο.

Το μεγάλο αγκάθι των κρατικών εγγυήσεων

Την ίδια στιγμή αποτελεί κοινό μυστικό ότι σε τακτά χρονικά διαστήματα ο SSM ενημερώνει την Ελληνική Δημοκρατία αλλά και τις τράπεζες για την πρόθεσή του να ξεκινήσει να αφαιρεί αυτόματα από τα εποπτικά κεφάλαια των εγχώριων συστημικών τραπεζών από την 31η Δεκεμβρίου 2024 προβλέψεις που αναλογούν σε δάνεια με εγγύηση Δημοσίου, τα οποία τελούν σε καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών και το Δημόσιο δεν έχει αποπληρώσει τις απορρέουσες από την εγγύηση οφειλές του.

Ουσιαστικά, με το μήνυμα ότι «η ζημιά από δάνεια με εγγύηση Δημοσίου που είναι σε καθυστέρηση άνω των 90 ημερών και δεν έχει τακτοποιηθεί θα αφαιρείται αυτόματα από τον υπολογισμό των εποπτικών κεφαλαίων των ελληνικών τραπεζών» ο επόπτης πιέζει την κυβέρνηση να τακτοποιήσει το θέμα, καθώς οι απλήρωτες εγγυήσεις που έχουν καταπέσει προσέγγιζαν το περασμένο φθινόπωρο το 1 δισ. ευρώ.

Το Δημόσιο, πάντως, επιτάχυνε τον ρυθμό πληρωμών, μετά τον ειδικό έλεγχο και την προειδοποίηση του SSM, ωστόσο υπάρχει ακόμη δρόμος.

Διαβάστε ακόμη: