Όταν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα παρουσιάσει τα αποτελέσματα της μεγάλης αναθεώρησης της στρατηγικής της φέτος, θα υπάρξει τουλάχιστον μία «χτυπητή» αντίθεση με την αντίστοιχη «άσκηση» της Ομοσπονδιακής Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ (Federal Reserve). Η ανισότητα στην πρόσβαση στην αγορά εργασίας, το «καυτό» ζήτημα της δεκαετίας του 2020 και κομβικός παράγοντας στις αναλύσεις της Fed, φαίνεται πιθανό να λάβει πολύ πιο «υποτονική» αντιμετώπιση από τη Φρανκφούρτη.

Αυτό οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι η ΕΚΤ στερείται της διπλής εντολής – αποστολής της Fed για σταθερότητα τιμών και επίτευξη πλήρους απασχόλησης, αλλά και στο ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής στην Ευρώπη δεν έχουν πρόσβαση σε δεδομένα που να τους δίνουν πλήρη εικόνα της ανισότητας στο μπλοκ τους, συμπεριλαμβανομένου του κατά πόσον οι φυλετικές και εθνοτικές μειονότητες επωφελούνται εξίσου από τη νομισματική και δημοσιονομική τόνωση.

Ανάλυση από πλευράς Bloomberg ομιλιών μελών του Δ.Σ. της ΕΚΤ δείχνει ότι οι αναφορές όρων σχετικών με την αγορά εργασίας έχουν μειωθεί, ενώ εκείνες στην κλιματική αλλαγή και στο ψηφιακό ευρώ −αμφότερα αγαπητά ως θέματα στην πρόεδρο Κριστίν Λαγκάρντ− έχουν αυξηθεί.

«Η ΕΚΤ φαίνεται να εστιάζει περισσότερο σε μεσο-μακροπρόθεσμα ζητήματα γύρω από το κλίμα παρά σε βραχυπρόθεσμα ζητήματα σχετικά με την απασχόληση», αναφέρει ο Randall Krozsner, μέλος του δ.σ. της Fed από το 2006 έως το 2009. «Είναι πολύ σημαντικό σε αυτήν τη στρατηγική αναθεώρηση να στρέψουν το βλέμμα τους προς όλες τις κατευθύνσεις του ορίζοντα».

Ο κίνδυνος της αδυναμίας ακριβούς εντοπισμού τμημάτων της κοινωνίας όπου καταγράφεται υψηλή ανεργία είναι η ΕΚΤ να αποσύρει υπερβολικά νωρίς τα μέτρα τόνωσης. Αυτό θα μπορούσε να καταλήξει να «τιμωρεί» τις μειονότητες −που διαφορετικά θα έβρισκαν απασχόληση− και τελικά να μειώσει το οικονομικό δυναμικό του μπλοκ.

Η απασχόληση είναι ένας από τους 13 τομείς μελέτης στην έκθεση αναθεώρησης στρατηγικής της ΕΚΤ, της πρώτης εδώ και σχεδόν δύο δεκαετίες. Ενάμιση χρόνο μετά την έναρξη της διαδικασίας, το Δ.Σ. δεν έχει συζητήσει επισήμως το θέμα και δεν σκοπεύει να το κάνει μέχρι τον τρέχοντα μήνα, λίγο πριν από την ολοκλήρωσή της.

Διαφορετική αποστολή

Η Fed τάραξε τα λιμνάζοντα ύδατα το 2020, όταν αναγνώρισε ότι δεν είχε λάβει δεόντως υπ’ όψιν την ανεργία σε περιθωριοποιημένες ομάδες, οι οποίες τείνουν να υστερούν στις οικονομικές ανακάμψεις. Θεωρεί ότι μπορεί πλέον να διατηρεί χαλαρή νομισματική πολιτική για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα, χωρίς να προκαλεί υπερβολικό πληθωρισμό. Αυτό αποτέλεσε βασικό συμπέρασμα από την οικονομική επέκταση – ρεκόρ των ΗΠΑ, με την ανεργία να υποχωρεί σε ιστορικά χαμηλά, ενώ οι πιέσεις στις τιμές παρέμειναν συγκρατημένες.

Η Λαγκάρντ έχει αναγνωρίσει ότι θα ήταν δύσκολο να μιμηθεί τον πρόεδρο της Fed, Τζερόμ Πάουελ, ο οποίος έχει αναφέρει επανειλημμένα την υψηλή ανεργία μεταξύ των Αφροαμερικανών κατά τη διάρκεια της πανδημίας ως λόγο να διατηρηθούν τα μέτρα νομισματικής τόνωσης.

«Είναι δύσκολο να συγκρίνουμε τη Fed και την ΕΚΤ στο πεδίο της συμπεριληπτικότητας, διότι ο στόχος για την απασχόληση που η Fed διαθέτει ρητά στην αποστολή της, μαζί με τη σταθερότητα των τιμών, είναι το εργαλείο μέσω του οποίου η ολοκληρωμένη ένταξη μπορεί να λαμβάνεται υπ’ όψιν στη χάραξη πολιτικής», δήλωνε η Λαγκάρντ τον Απρίλιο.

Εάν οι ευθύνες των κεντρικών τραπεζών εκταθούν πέρα από τη βασική αποστολή τους, υπάρχει ο κίνδυνος οι πολιτικές πιέσεις να τις κάνουν να ανταποκρίνονται πιο αργά σε σημάδια υψηλού πληθωρισμού, υποστηρίζει ο πρώην διοικητής της Bank of England Mervyn King σε πρόσφατο άρθρο του. «Η στόχευση ποσοστών ανεργίας σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες ή η χρήση εργαλείων νομισματικής πολιτικής για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής» είναι πεδία αρμοδιότητας εκλεγμένων πολιτικών, γράφει, και θα μπορούσαν να οδηγήσουν τις κεντρικές τράπεζες να αποστούν από το βασικό τους καθήκον, δηλαδή τον έλεγχο του πληθωρισμού.

Κληρονομιά

Η έλλειψη δεδομένων για τις μειονότητες στην Ε.Ε. αποτελεί κληρονομιά του Ολοκαυτώματος. Η ταξινόμηση των πολιτών ανά φυλή ή εθνικότητα αποτελεί ταμπού για πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένων των μεγαλύτερων οικονομιών της Ένωσης (Γερμανία – Γαλλία).

Αυτό αποτελεί αρκετά μεγάλο «κενό δεδομένων»:  το Ευρωπαϊκό Δίκτυο κατά του Ρατσισμού εκτιμά ότι περίπου το 11% των 450 εκατομμυρίων κατοίκων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανήκει σε φυλετικές ή εθνοτικές μειονότητες. Παρ’ όλα αυτά, οι οικονομολόγοι δεν λαμβάνουν υπ’ όψιν τις διακρίσεις ως μεταβλητή στα μοντέλα τους. Αντ’ αυτού, οι ανισότητες εξηγούνται ως «κενά δεξιοτήτων».

«Υπάρχει μια τάση στην Ε.Ε., ακόμα μεγαλύτερη σε σχέση με τις ΗΠΑ, να αγνοείται η πιθανότητα ύπαρξης φυλετικών διακρίσεων», λέει ο William Spriggs, επικεφαλής οικονομολόγος της αμερικανικής συνδικαλιστικής ομοσπονδίας AFL-CIO.

Υπάρχουν, ωστόσο, στοιχεία που την υποδηλώνουν. Πρόσφατη έκθεση στη Γερμανία έδειξε ότι άτομα με άμεσο και έμμεσο «μεταναστευτικό υπόβαθρο» ήταν περίπου δύο φορές πιθανότερο να βιώσουν απώλεια θέσεων εργασίας τους πρώτους μήνες της πανδημίας. Μελέτη του 2019 για τη γαλλική κυβέρνηση διαπίστωσε ότι, σε μεγάλες εταιρίες, υποψήφιοι με αραβικά ονόματα για θέσεις εργασίας έλαβαν κατά μέσο όρο 25% λιγότερες απαντήσεις από υποψηφίους ευρωπαϊκής καταγωγής.

Ενώ η ΕΚΤ έχει εντείνει την έρευνά της για την οικονομική ανισότητα −και αντιμετωπίζει το ιδιαίτερα δύσκολο καθήκον να το πράττει για 19 χώρες−, η ικανότητά της να μελετά πιο ευάλωτες ομάδες έχει περιοριστεί λόγω της έλλειψης δεδομένων σχετικών με φυλή ή εθνικότητα.

Ομάδα οικονομολόγων η οποία παρήγαγε πρόσφατα μελέτη για το πώς η κρίση επηρέασε ιδιαίτερα τις γυναίκες, τους νέους και τα νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος ζήτησε επενδύσεις σε νέα μοντέλα και πηγές δεδομένων, προκειμένου να κατανοηθούν πλήρως οι επιπτώσεις της ασκούμενης πολιτικής.