Συχνά, συνοδεύουν τα γεύματά μας ή αναμειγνύονται με κάποιο αλκοολούχο ποτό. Πολλοί, τα χρησιμοποιούν ως βοήθημα για να χωνέψουν, ενώ, άλλοι τα καταναλώνουν απλώς επειδή δεν τούς αρέσει η γεύση του νερού. Αν και συχνά η κατανάλωσή τους γίνεται αντιληπτή ως μία ακίνδυνη, «ένοχη» απόλαυση, η πραγματικότητα είναι ότι μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο την καρδιαγγειακή μας υγεία.

Ο λόγος για τα σακχαρούχα ροφήματα και αναψυκτικά –τη διατροφική πηγή με τα περισσότερα πρόσθετα σάκχαρα– τα οποία, σύμφωνα με νέα μελέτη που δημοσιεύεται στο The Journal of Nutrition, αυξάνουν τα λιπίδια του αίματος και φυσικά, τον κίνδυνο ανάπτυξης καρδιαγγειακής νόσου.

Η μελέτη αξιοποίησε τα δεδομένα υγείας και διατροφής περισσότερων από 29.000 ανθρώπων, που συμμετείχαν σε δύο μακροχρόνιες μελέτες. Οι ερευνητές επικεντρώθηκαν στις διατροφικές συνήθειες των συμμετεχόντων και συγκεκριμένα, την τακτική κατανάλωση ροφημάτων, όπως αναψυκτικά, φρουτοχυμούς και άλλων σακχαρούχων.

Η υψηλότερη πρόσληψη, που ορίσθηκε ως μεγαλύτερη των 350 ml καθημερινά, συσχετίσθηκε με αυξημένα επίπεδα λιπιδίων στο αίμα, τα οποία οδηγούν σε υψηλότερη κακή χοληστερόλη, τριγλυκερίδια και άλλα, που προκαλούν ενισχυμένο κίνδυνο ανάπτυξης καρδιαγγειακής νόσου. Η νέα μελέτη δεν κατόρθωσε να καταστήσει σαφή τη σχέση μεταξύ των σακχαρούχων ροφημάτων και των αυξημένων λιπιδίων, ωστόσο, τα ευρήματα έρχονται σε συμφωνία με τα αποτελέσματα προγενέστερων ερευνών.

Συγκεκριμένα, μελέτη που δημοσιεύθηκε στο ​American Journal of Clinical Nutrition αποκάλυψε ότι η καθημερινή κατανάλωση αναψυκτικών μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο καρδιακής προσβολής και εγκεφαλικού επεισοδίου, ενώ, τα ίδια ροφήματα λειτουργούν απειλητικά για την υγεία των δοντιών, του ήπατος, αλλά και τον κίνδυνο ανάπτυξης διαβήτη.

Επιπλέον, μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Gut συνέδεσε την κατανάλωση αναψυκτικών με πολλαπλάσιο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου και συγκεκριμένα καρκίνου του παχέος εντέρου. Μόλις 237 ml την ημέρα σχετίσθηκαν με 16% μεγαλύτερο κίνδυνο σε νεαρή ηλικία, ενώ, στην εφηβική ηλικία, ο κίνδυνος έδειξε να «εκτοξεύεται» στο 32%. Οι ειδικοί συστήνουν τη μείωση της κατανάλωσης αυτών των ροφημάτων στο ελάχιστο δυνατόν, με στόχο την προστασία της υγείας.

Διαβάστε ακόμη: