Δώδεκα κιλά ρούχα ετησίως πετά στα σκουπίδια ο μέσος Ευρωπαίος, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την ώρα που η κατανάλωση κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων ευθύνεται για «την τέταρτη υψηλότερη αρνητική επίπτωση στο περιβάλλον».
Ο ρόλος της λεγόμενης γρήγορης μόδας (fast fashion) είναι καταλυτικός, καθώς όπως επισημαίνουν οι FΤ σε δημοσίευμά τους η πληθώρα φθηνών, με μικρή διάρκεια ζωής ενδυμάτων fast fashion που παράγονται έχει τεράστιο περιβαλλοντικό και κοινωνικό κόστος.
Η παγκόσμια βιομηχανία της μόδας είναι εδώ και πολύ καιρό μια «βρώμικη» επιχείρηση, γράφουν οι FT.
Και αυτό στο οποίο οδήγησε στον άνευ προηγουμένου όγκο φθηνών ρούχων από πολυεστέρα και άλλα συνθετικά υφάσματα που έχουν ως βάση τους ορυκτά καύσιμα, δεν είναι άλλο από την ανάπτυξη διαδικτυακών καταστημάτων λιανικής με τις μεγάλες ταχύτητες. Αυτά τα είδη έχουν μικρή έως καθόλου αξία μεταπώλησης και καταλήγουν να αποτεφρώνονται ή να μαραζώνουν εγκαταλείπονται σε βουνά από συσσωρευμένα ρούχα για εκατοντάδες χρόνια σε χώρους υγειονομικής ταφής, συνήθως στις αναπτυσσόμενες χώρες.
Η παγκόσμια παραγωγή κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων, από την οποία το 81% χρησιμοποιείται από τη βιομηχανία ένδυσης, σχεδόν διπλασιάστηκε μεταξύ 2000 και 2015.
Η κατανάλωση ενδυμάτων και υποδημάτων αναμένεται να αυξηθεί επιπλέον κατά 63% μεταξύ 2022 και 2030 σε 102 εκατομμύρια τόνους, προβλέπει ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος.
Πλέον, η Ευρώπη κάνει προσπάθειες να βάλει τέλος σε αυτό, στο πλαίσιο της επίτευξης των περιβαλλοντικών στόχων που έχει θέσει για το 2050.
Οι νομοθέτες της ΕΕ επιδιώκουν μέχρι το 2030 τα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα που εισάγονται στην αγορά της ένωσης να είναι «μακρόβια και ανακυκλώσιμα, σε μεγάλο βαθμό κατασκευασμένα από ανακυκλωμένες ίνες, απαλλαγμένα από επικίνδυνες ουσίες και να παράγονται με σεβασμό στα κοινωνικά δικαιώματα και στο περιβάλλον». Με δυο λόγια αυτός ο στόχος αποτελεί μέρος αυτού που η ΕΕ περιγράφει ως «κυκλική οικονομία» στην οποία το μπλοκ καταναλώνει και απορρίπτει λιγότερα προϊόντα.