«Παρά την αυξημένη αβεβαιότητα που χαρακτηρίζει την παγκόσμια οικονομία, η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να επιδεικνύει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα, με τον αναμενόμενο ρυθμό ανάπτυξης να προσεγγίζει το 2,5% για το τρέχον έτος», σημείωσε ο διευθύνων σύμβουλος του Ομίλου της Εθνικής Παύλος Μυλωνάς, αποδίδοντας την επίδοση αυτή στους εξής παράγοντες:

Την αναπτυξιακή δυναμική που αναμένεται να συνεχιστεί την τρέχουσα χρονιά, την ισχυρή επενδυτική δραστηριότητα που υποστηρίζεται από την πιστωτική επέκταση και αποτυπώνει την επιχειρηματική εμπιστοσύνη στην ελκυστικότητα της οικονομίας και την ισχυρή τουριστική δραστηριότητα που αναμένεται να φτάσει σε νέο ρεκόρ. Υποστηρικτικά επιδρά η νομισματική και η δημοσιονομική πολιτική, καθώς και οι τιμές ενέργειας θα διαμορφωθούν σημαντικά χαμηλότερα σε σχέση με το 2024.

Τέλος οι τιμές στα ακίνητα, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της διοίκησης της ΕΤΕ, θα συνεχίζουν να αυξάνονται ενισχύοντας την αξία των περιουσιακών στοιχείων, ενώ βασικός μοχλός ανάπτυξης θα είναι για το 2025 οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης.

«Βασιζόμενοι σε ισχυρά θεμέλια από το 2024 και αξιοποιώντας την αναπτυξιακή δυναμική της Ελλάδας και τη συνακόλουθη επέκταση των δανείων και λοιπών δραστηριοτήτων», διατηρήσαμε όπως σημείωσε ο κ. Μυλωνάς την υψηλή μας κερδοφορία και την ισχυρή κεφαλαιακή μας βάση, κυρίως λόγω της ανθεκτικότητας των εσόδων μας. Τα κέρδη μετά από φόρους ανήλθαν σε 381 εκατ. ευρώ ή 1,44 ευρώ ανά μετοχή, ενώ ο δείκτης απόδοσης ενσώματων ιδίων κεφαλαίων διαμορφώθηκε στο 16,5%

«Η αύξηση των εξυπηρετούμενων δανείων κατά +12% σε ετήσια βάση το α’ τρίμηνο 2025 συγκρίνεται ευνοϊκά με το στόχο μας για μέση αύξηση δανείων ~8% ετησίως τα επόμενα 3 χρόνια», ενώ στόχος είναι η καθαρή πιστωτική επέκταση να φτάσει τα 2,5 δισ. ευρώ το 2024.

Το α’ τρίμηνο η καθαρή πιστωτική επέκταση διαμορφώθηκε σε 300 εκατ. ευρώ και το χαρτοφυλάκιο εξυπηρετούμενων δανείων σε επίπεδο Ομίλου αυξήθηκε κατά +12%7 σε ετήσια βάση στα 33,6 δισ. ευρώ.

Οι εκταμιεύσεις δανείων ανήλθαν σε 1,6 δισ. το α’ τρίμηνο 2025, αυξημένες κατά +41% σε ετήσια βάση και αποτυπώνουν κυρίως νέες χορηγήσεις εταιρικής τραπεζικής, οι οποίες διαμορφώθηκαν σε 1,2 δισ. ευρώ, ενισχυμένες κατά σχεδόν +60% σε ετήσια βάση, με τους κλάδους της ενέργειας, των ξενοδοχείων, της ναυτιλίας, των μηχανημάτων και του εξοπλισμού, καθώς και των τροφίμων, ποτών και καπνού να κατέχουν το μεγαλύτερο μερίδιο.

Οι εκταμιεύσεις λιανικής τραπεζικής αυξήθηκαν επίσης κατά +5% σε ετήσια βάση – κοντά στα 400 εκατ. ευρώ με την διοίκηση να εμφανίζεται αισιόδοξη για την ανάκαμψη των στεγαστικών, βασιζόμενη στο μεγάλο αριθμό αιτήσεων για το Σπίτι Μου 2.

Διαβάστε ακόμη: