Πενήντα χρόνια έχουν περάσει από τον θάνατο του Πάμπλο Πικάσο στις 8 Απριλίου 1973 στο σπίτι του στη Notre-Dame-de-Vie, στο Mougins, και το έργο του έχει βαθύ αντίκτυπο σε όλο τον κόσμο μέχρι σήμερα.
Γι’ αυτό το επετειακό έτος το Μουσείο Πικάσο στο Παρίσι, που ιδρύθηκε με έργα που δώρισαν οι κληρονόμοι του στο γαλλικό κράτος, προσκάλεσε τον σερ Πολ Σμιθ, έναν από τους κορυφαίους σχεδιαστές της Βρετανίας, γνωστό για το δημιουργικό του πνεύμα, το οποίο συνδυάζει την παράδοση και τον μοντερνισμό, όσο και για τη δουλειά του με το χρώμα, τη ραπτική και τις απροσδόκητες λεπτομέρειες, να επιμεληθεί ως καλλιτεχνικός διευθυντής μια απροσδόκητη έκθεση που παρουσιάζει τη συλλογή του μουσείου.
Ο Πολ Σμιθ οραματίστηκε μια νέα σκηνογραφία για την παρουσίαση των αριστουργηματικών έργων του Πικάσο που φιλοξενεί το μουσείο, λέγοντας ότι ήθελε να τα προσεγγίσει με έναν λιγότερο συμβατικό τρόπο, δημιουργώντας μια οπτική εμπειρία, ενδιαφέρουσα για το νεανικό κοινό και το κοινό που δεν είναι ιδιαίτερα εξοικειωμένο με το έργο του μεγάλου καλλιτέχνη του 20ού αιώνα.
Το έργο του Πάμπλο Πικάσο είναι γεμάτο χιουμοριστικές πινελιές. Σε ηλικία 13 ετών, άρχισε να δημιουργεί τα δικά του σατιρικά περιοδικά, με σκίτσα από την καθημερινότητά του. Αυτή η φλέβα καρικατούρας παρέμεινε παρούσα στο επόμενο έργο του, εκφρασμένη στα καυστικά πορτρέτα ανθρώπων που γνώριζε και στον επαναπροσδιορισμό εικόνων και αντικειμένων. Είχε την προκλητική τάση και την ιδιοφυΐα να δημιουργεί μεταμορφώσεις, μετατρέποντας κάθε εικόνα σε κάτι διαφορετικό.
Όταν ο Πολ Σμιθ συνάντησε τον Πικάσο
«Κάθε παιδί είναι καλλιτέχνης», είχε πει ο Πάμπλο Πικάσο. «Το πρόβλημα είναι να παραμείνουν καλλιτέχνες όταν μεγαλώσουν». Ενώ ο Πολ Σμιθ είναι πολύ ταπεινός για να κάνει συγκρίσεις μεταξύ του ίδιου και του Πικάσο, είναι αδύνατο να μη δούμε παραλληλισμούς στην κοινή τους «παιδική» προσέγγιση στη δημιουργικότητα. Και αυτή είναι η προσέγγιση που ακολούθησε ο Σμιθ όταν του ζήτησαν να σκεφτεί την έκθεση στο Μουσείο Πικάσο, την οποία προετοίμαζε για πέντε χρόνια. Ο τίτλος της έκθεσης, «Η συλλογή σε ένα νέο φως!», τα λέει όλα, με το έργο του Πικάσο να λάμπει σε νέο φόντο, σε ένα σαρωτικό περιβάλλον αισιοδοξίας και αρμονίας.
Το Μουσείο Πικάσο μου έδωσε απλόχερα carte blanche για να προσφέρω μια νέα ερμηνεία», εξηγεί ο Σμιθ. «Είναι μια φανταστική ευκαιρία». Ο ίδιος έχει τα γραφεία του στο Παρίσι, πολύ κοντά στο μουσείο, όπου περνά πολλές ώρες, αφού ο κόσμος του Πικάσο και των χρωμάτων τού ασκούν μια διαρκή γοητεία. Αν και θαυμαστής του Πικάσο, προβληματίστηκε για το πώς μπορεί σε διαισθητικό και προσωπικό επίπεδο να ξαναδιαβάσει το έργο του και αποφάσισε να το κάνει με τα εργαλεία έμπνευσης που καθορίζουν και το δικό του design, με την έντονη χρήση του χρώματος, τις ρίγες, τα σκίτσα και τις αφηρημένες φόρμες.
Τα οράματα των δυο καλλιτεχνών συμπίπτουν μερικές φορές, για παράδειγμα γύρω από την κοινή τους αγάπη για τα αντικείμενα, το ντύσιμο και το παιχνίδι, οδηγώντας έτσι σε συγκρίσεις και σε μια θεαματική, εξαιρετικά ευρηματική προσέγγιση στην παρουσίαση των έργων.
Οι αγαπημένες ρίγες του Σμιθ γίνονται ριγέ μοκέτα που προκαλεί ίλιγγο με τα πολλά χρώματα και τα σχήματα που δημιουργεί αν την κοιτάξεις επίμονα, τα κεραμικά πιάτα του Πικάσο τοποθετούνται ανάμεσα σε λευκά κεραμικά πιάτα, οι ρόμβοι από το ρούχο του Αρλεκίνου αντιγράφονται σε ταπετσαρία στον τοίχο, μια σειρά έργων κρέμεται σε ένα κολάζ από τις αφίσες των εκθέσεων του Πικάσο, τα έργα της μπλε περιόδου βρίσκονται σε ζωηρό μπλε φόντο. Η εμβληματική αξία των έργων δεν εμποδίζει σε τίποτα τον Πολ Σμιθ, που με τον πιο πνευματώδη τρόπο προτείνει ασυνήθιστες αντιπαραθέσεις και τονίζει απροσδόκητες λεπτομέρειες.
Μέσα σε αυτό το δημιουργημένο από χρώμα περιβάλλον, ο Πικάσο ξεπροβάλλει όχι μόνο με τη λάμψη του μεγάλου δασκάλου αλλά και με το εφευρετικό και αστείο του πρόσωπο, με την άσβεστη δίψα πειραματισμού που είχε μέχρι το τέλος. Ο Πικάσο υπήρξε λάτρης του χρώματος, διαρκώς γοητευμένος από τον κόσμο του θεάματος και τα καθημερινά αντικείμενα, μια σταθερή πηγή έμπνευσης. Ο Σμιθ βλέπει στην προσέγγιση του καλλιτέχνη πολυάριθμους απόηχους της δικής του σχέσης με τα πράγματα και τις εικόνες.
«Η διαδικασία ήταν απίστευτα αυθόρμητη, γρήγορη και ενστικτώδης. Αν ο Πικάσο ζούσε σήμερα, νομίζω ότι θα είχε περιέργεια για τις σύγχρονες προσεγγίσεις στην επικοινωνία και την παρουσίαση και αυτό είναι κάτι που προσπάθησα να αποτυπώσω στις διάφορες αίθουσες σε όλη την έκθεση», λέει ο Σμιθ. «Υπάρχει χιούμορ και κάτι παιχνιδιάρικο, έχοντας τον μέγιστο σεβασμό για το απαράμιλλο μυαλό και το έργο του Πικάσο».