Ο μοναδικός δρόμος που έχουν να διανύσουν οι ελληνικές τράπεζες είναι ο ανοδικός, όπως εκτιμά η Optima σε ανάλυσή της, που προχωρά σε νέα αύξηση των τιμών στόχων και διατηρώντας από την άλλη τη σύσταση «buy» για τις τέσσερις συστημικές.

Όπως αναφέρει η Χρηματιστηριακή, τα επίπεδα αποτιμήσεων είναι άκρως ελκυστικά και οι διανομές μερισμάτων κάνουν ακόμη πιο ελκυστικό το επενδυτικό «story». Οι κορυφαίες επιλογές της είναι η Τράπεζα Πειραιώς με τιμή στόχο στα 5 ευρώ πλέον από 4 ευρώ προηγουμένως και η Eurobank με τιμή στόχο τα 2,41 ευρώ, από 2,38 ευρώ, καθώς προσφέρουν τα υψηλότερα ανοδικά περιθώρια, με την Optima να υπενθυμίζει ότι στην περίπτωση της Eurobank, δεν έχει ενσωματώσει την ενοποίηση της Ελληνικής Τράπεζας στην Κύπρο. Για την Εθνική Τράπεζα η τιμή στόχος διαμορφώνεται στα 9,20 ευρώ από 8 ευρώ και για την Alpha Bank στα 2,10 ευρώ από 1,83 προηγουμένως. Παράλληλα, οι ελληνικές τράπεζες διαπραγματεύονται με εκτιμώμενο δείκτη P/TBV για το φέτος στο 0,75x, κάτι που συνεπάγεται ένα σημαντικό discount, 26% έναντι των ευρωπαϊκών τραπεζών.

Σύμφωνα με την Optima, οι ελληνικές τράπεζες θα δημιουργήσουν μέσο δείκτη ενσώματων ιδίων κεφαλαίων, RoaTBV στο 14% φέτος, το οποίο θα είναι κατά 130 μονάδες βάσης υψηλότερο από τις αντίστοιχες στην ΕΕ (12,7%) κάτι που δε δικαιολογεί τα τρέχοντα discounts. «Κατά την άποψή μας, οι ελληνικές τράπεζες θα πρέπει να διαπραγματεύονται τουλάχιστον στο ίδιο επίπεδο με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές, και εκτιμούμε πως η Εθνική (15%) και τη Eurobank (14%) θα δημιουργήσουν το υψηλότερο RoaTBV, με την Πειραιώς (13,5%) και την Alpha (11,2%) να ακολουθούν. Με βάση τις τιμές στόχους μας οι ελληνικές τράπεζες θα διαπραγματεύονται με P/TBV στο 1x, ευθυγραμμιζόμενες με τις αντίστοιχες ευρωπαϊκές», αναφέρει η Optima.

Οι αναλυτές αναμένουν ότι όλες οι τράπεζες θα διανείμουν μερίσματα από τη χρήση του 2023 για πρώτη φορά από το 2008 με ένα μέσο payout στο 23% επί της καθαρής κερδοφορίας, προσφέροντας μια μέση ακαθάριστη μερισματική απόδοση της τάξεως του 3,7%. Η Εθνική (4%) και η Eurobank (3,9%) αναμένεται να προσφέρουν την υψηλότερη ακαθαριστή μερισματική απόδοση με την Πειραιώς να βρίσκεται στο χαμηλότερο εύρος (2%).

Η Optima αναμένει επίσης από τις τέσσερις συστημικές να κλείσουν το 2023 με καθαρά κέρδη ύψους 3,7 δισ. ευρώ, λόγω των υψηλότερων βασικών εσόδων και του χαμηλότερου λειτουργικού κόστους. «Υποθέτοντας μια μείωση επιτοκίων κατά 100 μονάδες βάσης από την ΕΚΤ το 2024, εκτιμούμε ότι τα καθαρά κέρδη θα παραμείνουν στα τρέχοντα υψηλά επίπεδα (3,7 δισ. ευρώ), λόγω των υψηλότερων εσόδων από προμήθειες (+5% σε ετήσια βάση) καθώς και των χαμηλότερων προβλέψεων για ζημιές από δάνεια – LLP (πτώση 14% σε ετήσια βάση) και παρά τη μέτρια πίεση στα καθαρά έσοδα από τόκους (μείωση 4% σε ετήσια βάση). Είμαστε επιφυλακτικά αισιόδοξοι για την εξέλιξη της ποιότητας του ενεργητικού για το 2024 και αναμένουμε έναν οριακό θετικό οργανικό σχηματισμό NPEs, όπως συνέβη στο εννεάμηνο του 2023», αναφέρει η Χρηματιστηριακή.

Παράλληλα, η πιστωτική διείσδυση παραμένει χαμηλή, μόλις στο 58% του ΑΕΠ (στη βάση των στοιχείων του Νοέμβριο του 2023) έναντι του ιστορικού υψηλού του 119% το 2010 και κατά μέσο όρο στο 102% την περίοδο 2010 – 2022. Επιπλέον, οι καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα ανέρχονται στο 96% του ΑΕΠ, προσφέροντας έτσι μια πλεονάζουσα ρευστότητα 75 δισ. ευρώ στο σύστημα, με δείκτη L/D μόλις στο 60% έναντι του ιστορικού υψηλού του 165% το 2015 και κατά του μέσου όρου του 122% την περίοδο 2010 – 2022. Επιπλέον, η διαδικάσία εξυγίνασης συνεχίζεται με τον δείκτη NPE να βρίσκεται σε μονοψήφιο ποσοστό στο εννέαμηνο του 2023 (5,2%) έναντι 50,1% το 2016, χωρίς παράλληλα να εντοπίζονται σημάδια επιδείνωσης της ποιότητας του ενεργητικού μέχρι στιγμής.

Ως προς το σκέλος της αποεπένδυσης του ΤΧΣ, η Optima δεν αποκλείει το ενδεχόμενο να εισέλθουν περισσότερες ξένες τράπεζες στο μετοχολόγιο της εγχώριων, αποκτώντας μειοψηφικές συμμετοχές στην Τράπεζα Πειραιώς και στην Εθνική.

Από την άλλη, η Optima αναφέρεται και στους πιθανούς – δυνητικούς κινδύνους όπως είναι μια επιδείνωση του μακροοικονομικού περιβάλλοντος λόγω των πληθωριστικών πιέσεων, μια πιθανή παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, η υψηλότερη της αναμενόμενης επιδείνωση της ποιότητας του ενεργητικού λόγω των υψηλών επιτοκίων και οι περισσότερες μειώσεις επιτοκίων από ό,τι αναμένεται.

Διαβάστε ακόμη: