Μετά την Αϊόβα την περασμένη εβδομάδα, ο Ντόναλντ Τραμπ κέρδισε επίσης τις προκριματικές εκλογές των Ρεπουμπλικανών στο Νιου Χάμσαϊρ.
Η Berenberg εξετάζει συνεπώς τον αντίκτυπο που θα είχε μία νέα θητεία Τραμπ στην οικονομία και τις αγορές, τη στιγμή που οι δημοσκοπήσεις και οι αγορές στοιχημάτων του δίνουν μια πιθανότητα κοντά στο 50% να κερδίσει τον Τζο Μπάιντεν στις 5 Νοεμβρίου.
Όπως επισημαίνει η Berenberg, ο Τραμπ θα είχε πιθανώς ένα λιγότερο χαοτικό ξεκίνημα σε μια υποθετική νέα θητεία απ’ ό,τι το 2017, όταν ακόμη και ο ίδιος είχε προφανώς εκπλαγεί από τη νίκη του εναντίον της Χίλαρι Κλίντον. Καθώς η ομάδα του θα ήταν καλύτερα προετοιμασμένη, πιθανότατα θα μπορούσε να αλλάξει τις πολιτικές γρηγορότερα και πιο αποτελεσματικά απ’ ό,τι το 2017-2021.
“Θα περιμέναμε από τον Τραμπ ΙΙ να είναι ακόμη πιο προστατευτικός και τουλάχιστον τόσο σπάταλος και απρόθυμος να αυξήσει τους φόρους όπως πριν”, τονίζει ο οίκος. Στην εξωτερική πολιτική, πιθανότατα θα διατηρήσει μια σκληρή στάση έναντι της Κίνας, αν και πιθανώς και πάλι με περισσότερο θόρυβο από τον Μπάιντεν. Ωστόσο, η κοντόφθαλμη προσέγγισή του “πρώτα η Αμερική” στην εξωτερική πολιτική και η περιφρόνησή του για πολυμερείς θεσμούς όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση θα μπορούσαν να αποδυναμώσουν διεθνείς συμμαχίες και θεσμούς, στερώντας από τις ΗΠΑ συμμάχους. Η προφανής αγάπη του για ομοϊδεάτες “ισχυρούς άνδρες” που τείνουν να παραβιάζουν τους κανόνες θα μπορούσε να επιδεινώσει τους γεωπολιτικούς κινδύνους.
Μια στιγμή αλήθειας για την Ευρώπη
Από δύο βασικές απόψεις, μια νίκη Τραμπ ή αλλιώς το “Trump II”, θα μπορούσε να έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο στην Ευρώπη παρά στις ΗΠΑ, εκτιμά η Berenberg. Όπως και πριν, περισσότερος προστατευτισμός και ο κίνδυνος ενός εμπορικού πολέμου με τις ΗΠΑ θα έβλαπτε τις μικρότερες και πιο προσανατολισμένες στις εξαγωγές ευρωπαϊκές οικονομίες περισσότερο από τις ΗΠΑ.
“Και το πιο σημαντικό, η Ευρώπη μπορεί να έχει ένα απογοητευτικό ραντεβού με την πραγματικότητα”, τονίζει ο οίκος. “Δεν θα εκπλαγούμε αν ο Τραμπ μείωνε την αμερικανική βοήθεια προς την Ουκρανία – εκτός αν η Ευρώπη πληρώσει για τα αμερικανικά όπλα για την Ουκρανία”, προσθέτει. Η ΕΕ και οι χώρες μέλη της είναι ήδη μακράν οι μεγαλύτεροι χορηγοί του Κιέβου, σύμφωνα με το Ινστιτούτο του Κιέλου για την Παγκόσμια Οικονομία. Αλλά σχεδόν η μισή στρατιωτική βοήθεια προήλθε από τις ΗΠΑ.
Η πληρωμή όλων των προηγμένων αμερικανικών όπλων που χρειάζεται η Ουκρανία για να επικρατήσει έναντι της Ρωσίας και η ανάληψη σχεδόν όλου του κόστους της ουκρανικής ανοικοδόμησης, θα μπορούσε να “φορολογήσει” τη συνοχή της ΕΕ περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη απόφαση στο παρελθόν, επισημαίνει η Berenberg.
Γι’ αυτό, η ΕΕ μπορεί να χρειαστεί ένα νέο κοινό πρόγραμμα δανεισμού παρόμοιο με (αλλά πιθανότατα πολύ μικρότερο από) το πρόγραμμα NextGenEU του 2020 των 750 δισ. ευρώ. Η Γερμανία μπορεί να χρειαστεί να προσαρμόσει ανάλογα το συνταγματικό της φρένο χρέους για να αυξήσει περαιτέρω την υποστήριξή της προς την Ουκρανία.
“Η συγκέντρωση της πολιτικής βούλησης σε ολόκληρη την Ευρώπη για να γίνει αυτό θα είναι, συνεπώς, μία μεγάλη πρόκληση. Αλλά αν η Ευρώπη αποτύγχανε στη δοκιμασία, η Ευρώπη και ο κόσμος θα μπορούσαν να είναι ένα ακόμη πιο επικίνδυνο μέρος. Αυτό θα μπορούσε να αναγκάσει την Ευρώπη να αυξήσει ακόμη πιο έντονα τις αμυντικές της δαπάνες με την πάροδο του χρόνου για να αποτρέψει τον Πούτιν από το να επιτεθεί σε άλλη χώρα”, όπως σημειώνει ο οίκος.
Πιθανές επιπτώσεις στις αγορές
Η Berenberg προβλέπει μια ήπια προσγείωση για την οικονομία των ΗΠΑ το 1ο εξάμηνο του 2024, ακολουθούμενη από μια επιστροφή στην ανάπτυξη το 2ο εξάμηνο και μια σταδιακή ανάκαμψη της ευρωπαϊκής ανάπτυξης από την άνοιξη και μετά.
Αυτές οι οικονομικές προοπτικές αποτελούν ευνοϊκά σημάδια για τα risk assets. Ως εκ τούτου, η Berenberg αναμένει ότι οι ευρωπαϊκές μετοχές, και ειδικά αυτές των μικρότερων επιχειρήσεων, θα υπεραποδώσουν φέτος των αντίστοιχων αμερικάνικων μετοχών. Το ευρώ μπορεί να ανατιμηθεί στο 1,15 έως το τέλος του 2024, καθώς η ΕΚΤ μειώνει τα επιτόκια κατά λιγότερο από τη Fed των ΗΠΑ.
Ωστόσο, αυτές οι προβλέπεις δεν προϋποθέτουν σημαντική αλλαγή στις πολιτικές των ΗΠΑ το 2025.
Μια νίκη Τραμπ θα μπορούσε αρχικά να σημαίνει ένα κάπως ισχυρότερο δολάριο ΗΠΑ, εάν οι γεωπολιτικές αβεβαιότητες οδηγήσουν ορισμένες ροές στις ΗΠΑ. Εάν ο Τραμπ χαλαρώσει τη δημοσιονομική πολιτική, το αποτέλεσμα θα μπορούσε να είναι ένα ελαφρώς νωρίτερο τέλος στις μειώσεις των επιτοκίων της Fed στο 3,75% ή 4% αντί για 3,5% το 2025, και σε κάπως υψηλότερες αποδόσεις των αμερικανικών ομολόγων από ό,τι προβλέπεται επί του παρόντος.
Οι συγκεκριμένοι κίνδυνοι που θα μπορούσε να συνεπάγεται η νίκη Τραμπ για την Ευρώπη θα μπορούσαν να θολώσουν το επενδυτικό κλίμα προς την περιοχή ακόμη και τους μήνες πριν από τις εκλογές. Έτσι, οι ευρωπαϊκές αγορές ενδέχεται να υπεραποδώσουν σημαντικά έναντι των αγορών των ΗΠΑ όσο πλησιάζουν οι αμερικάνικες εκλογές, όπως εκτιμά η Berenberg.