Το ράλι το οποίο έχει οδηγήσει τις ευρωπαϊκές τραπεζικές μετοχές σε υψηλότερα κέρδη από τις αντίστοιχες αμερικανικές τα τελευταία τρία χρόνια, θα δοκιμαστεί τις επόμενες ημέρες, όταν οι περισσότεροι από τους μεγαλύτερους δανειστές της περιοχής θα ανακοινώσουν τα εταιρικά αποτελέσματά τους.

Η αισιοδοξία για την αύξηση των κερδών και την αύξηση των αποδόσεων αποτέλεσε τη βάση της φετινής κερδοφορίας. Η άνοδος του δείκτη Stoxx 600 Banks κατά 17% είναι η ισχυρότερη από κάθε άλλο κλάδο, οδηγώντας τον στο υψηλότερο επίπεδο από το 2015.

Τα υψηλότερα επιτόκια υποστήριξαν την κερδοφορία των τραπεζών, ενώ οι ενδείξεις ότι το κόστος δανεισμού θα παραμείνει υψηλότερο για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα λειτουργούν ως περαιτέρω δυνητικός καταλύτης.

Τα μερίσματα και οι επαναγορές αποτελούν περαιτέρω πόλο έλξης για τους επενδυτές, όπως και οι αποτιμήσεις του κλάδου οι οποίες παραμένουν χαμηλές σε σχέση με τις ευρύτερες αγορές.

Τα φετινά κέρδη των ευρωπαϊκών τραπεζών αντιπροσωπεύουν την επέκταση μιας ανάκαμψης που εκτείνεται πλέον για ένα τέταρτο έτος, μετά από μια δεκαετία και πλέον υποαποδόσεων.

Έχοντας καταγράψει κέρδη 82% από τα τέλη του 2020, ο δείκτης Stoxx 600 Banks Index έχει ξεπεράσει τα πάντα, από τις αμερικανικές μετοχές τεχνολογίας έως τους αμερικανικούς δανειστές, ενώ οι UBS Group AG, Deutsche Bank AG και Banco Santander SA έχουν πρόσφατα σημειώσει πολυετή υψηλά.

Οι ευρωπαϊκές τράπεζες είναι ο μόνος τομέας στην Ευρώπη ή στις ΗΠΑ που έχει υπεραποδώσει κάθε χρόνο από το 2021 και μέχρι στιγμής υπεραποδίδει και φέτος, σύμφωνα με τους στρατηγικούς αναλυτές της Berenberg.

Κλειδί για τις μελλοντικές επιδόσεις θα είναι οι ενέργειες της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, της οποίας ο πρωτοφανής κύκλος αυξήσεων έχει ενισχύσει τα περιθώρια δανεισμού για τις τράπεζες που βασίζονται κυρίως στα καθαρά έσοδα από τόκους ως πηγή εσόδων.

Με την κεντρική τράπεζα να ετοιμάζεται τώρα να χαλαρώσει τη νομισματική της πολιτική, με πρώτη ενδεχόμενη μείωση τον Ιούνιο, το τελικό επίπεδο των επιτοκίων θα είναι σημαντικό για τον καθορισμό της βιωσιμότητας των τραπεζικών κερδών.

Η πρόεδρος της Banco Santander SA, Άνα Μποτίν, προέβλεψε την περασμένη εβδομάδα ότι τα επιτόκια θα καταλήξουν σε επίπεδο περίπου 3% στην Ευρώπη και 4% στις ΗΠΑ, κάτι που «δεν είναι αρνητικό για τις εμπορικές τράπεζες». Ένα τέτοιο ρόδινο σενάριο έχει περιγραφεί ως ένα «καλύτερο για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα» σκηνικό από τους αναλυτές της Goldman Sachs Group Inc.

Πάραυτα, από άποψη της αποτίμησής τους οι ευρωπαϊκές τράπεζες παραμένουν ένας από τους φθηνότερους τομείς της περιοχής, καθώς διαπραγματεύονται σε παρόμοια επίπεδα με αυτά που παρατηρήθηκαν κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης. Αυτό σημαίνει έκπτωση 45% σε σχέση με την ευρύτερη αγορά και επενδύσεις 35% φθηνότερες από τις αντίστοιχες αμερικανικές.

Όπως τονίζει το Bloomberg, όμως, ορισμένοι δεν είναι και τόσο αισιόδοξοι. Οι αναλυτές της Barclays Plc με επικεφαλής την Πάολα Σαμπιόνε υποστηρίζουν ότι οι ισχυρές επιδόσεις του τομέα σημαίνουν ότι «θα μπορούσε να είναι περισσότερο εκτεθειμένος σε μια ασταθή περίοδο αποτελεσμάτων, όπου τυχόν ελλείψεις στα κέρδη τιμωρούνται σημαντικά από την αγορά».

Το Bloomberg Intelligence, από την πλευρά του, αναμένει ότι ο τομέας το α’ τρίμηνο θα δείξει «υποτονικές τάσεις στα καθαρά έσοδα από τόκους» και θα επιβεβαιώσει την αντιστροφή του κύκλου αναβάθμισης των κερδών.

Οι επενδυτές, ωστόσο, δεν πτοούνται, επισημαίνοντας την ακόμη ανθεκτική ευρωπαϊκή οικονομία, καθώς και τα χαμηλά πιστωτικά spreads, τα οποία θα μπορούσαν να κρατήσουν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια υπό έλεγχο και τα κέρδη ανθεκτικά.

Διαβάστε ακόμη: