Η αμφίρροπη προεδρική κούρσα στις ΗΠΑ οδηγεί ορισμένους επενδυτές να προετοιμάζονται για ένα ασαφές ή αμφισβητούμενο εκλογικό αποτέλεσμα που θα μπορούσε να ανακόψει το φετινό ανοδικό ράλι των χρηματιστηρίων.

Λιγότερο από ένα μήνα πριν από τις εκλογές, οι δημοσκοπήσεις και οι αγορές δείχνουν ότι η Δημοκρατική Kάμαλα Χάρις και ο Ρεπουμπλικανός Ντόναλντ Τραμπ έχουν σχεδόν τα ίδια ποσοστά.

Η Χάρις προηγείται του Τραμπ με οριακή διαφορά 46% έναντι 43% σε πρόσφατη δημοσκόπηση των Reuters/Ipsos, υποδεικνύοντας μια πιο στενή κούρσα από ό,τι έδειχνε η ίδια δημοσκόπηση δύο εβδομάδες νωρίτερα.

Δεδομένων των προσπαθειών του Τραμπ να επιστρέψει δυναμικά μετά από την ήττα του το 2020, οι επενδυτές αναμένουν ότι οποιοδήποτε οριακό αποτέλεσμα μπορεί να αμφισβητηθεί και φέτος. Η ισορροπία δυνάμεων στο Κογκρέσο διακυβεύεται επίσης, με μια σειρά από δυνητικά σκληρές αναμετρήσεις που θα μπορούσαν να αυξήσουν την αβεβαιότητα.

«Αυτές θα είναι πολύ αμφίρροπες εκλογές. Είναι λογικό ότι η πιθανότητα να προκύψει κάποιου είδους διαμάχη είναι μεγαλύτερη σε σχέση με το μέσο όρο», δήλωσε ο Γουόλτερ Τοντ, επικεφαλής επενδύσεων στην Greenwood Capital. Ο ίδιος αναμένει ότι θα δημιουργηθεί sell-off αν το αποτέλεσμα είναι αμφίβολο για περισσότερες από λίγες ημέρες.

«Στις αγορές δεν αρέσει η αβεβαιότητα και σίγουρα δεν θα τους άρεσε το γεγονός ότι δεν γνωρίζουμε ποιος είναι ο πρόεδρος των ΗΠΑ μία ή δύο ημέρες μετά τις εκλογές», δήλωσε ο ίδιος.

Προς το παρόν, η πολιτική αβεβαιότητα φαίνεται να μην κάνει πολλά για να μειώσει τον ενθουσιασμό για τις μετοχές, καθώς η ισχυρή οικονομική ανάπτυξη των ΗΠΑ έχει βοηθήσει τον S&P 500 να φτάσει σε νέα υψηλά επίπεδα. Ο δείκτης αναφοράς έχει αυξηθεί κατά 21% μέχρι στιγμής φέτος και βρίσκεται σε τροχιά για δεύτερο συνεχόμενο έτος διψήφιων κερδών.

Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι οι εκλογές δεν βρίσκονται στο «ραντάρ» των επενδυτών. Ο δείκτης μεταβλητότητας Cboe ο οποίος μετρά τη ζήτηση δικαιωμάτων προαίρεσης για προστασία από διακυμάνσεις των μετοχών εντός περιόδου 30 ημερών, έχει αυξηθεί κατά περίπου 6 μονάδες από τα χαμηλά του Σεπτεμβρίου και βρίσκεται τώρα στο 20,9 – ένα επίπεδο που συνήθως συνδέεται με μέτριες έως υψηλότερες προσδοκίες για αναταραχές στην αγορά. Μέρος της ανόδου του δείκτη οφείλεται στις επικείμενες εκλογές, όπως αναφέρουν οι επενδυτές.

Οι αγορές δικαιωμάτων αντικατοπτρίζουν επίσης τις αυξημένες ανησυχίες για τον κίνδυνο «ουράς» στις αγορές, δηλαδή ενός σοκ λόγω ενός απίθανου αλλά με μεγάλο αντίκτυπο γεγονότος. Ο δείκτης Nations TailDex, έφτασε πρόσφατα στο υψηλότερο επίπεδό του εδώ και ένα μήνα.

Ο Μάικλ Πούρβες, διευθύνων σύμβουλος της Tallbacken Capital Advisors, πιστεύει ότι οι επενδυτές είναι υπερβολικά επικεντρωμένοι στις ημέρες πριν και αμέσως μετά την ψηφοφορία, όταν ένα αμφισβητούμενο αποτέλεσμα θα μπορούσε να ταράξει τις αγορές.

«Στην πραγματικότητα δεν έχει να κάνει τόσο με το αποτέλεσμα όσο με τον δυνητικό κίνδυνο να μην θεωρηθούν οι εκλογές έγκυρες από μεγάλο μέρος του πληθυσμού», δήλωσε. «Αυτό για μένα είναι ένας πραγματικός κίνδυνος», τόνισε.

Οι αγορές δεν θορυβήθηκαν σε μεγάλο βαθμό από την προσπάθεια του Τραμπ να ανατρέψει τα αποτελέσματα των εκλογών του 2020. Οι αμερικανικές μετοχές σημείωσαν ράλι τις υπόλοιπες ημέρες διαπραγμάτευσης της εβδομάδας μετά την ημέρα των εκλογών, παρόλο που ο Μπάιντεν δεν ανακηρύχθηκε επίσημα νικητής μέχρι εκείνο το Σαββατοκύριακο.

Αλλά οι επενδυτές μπορεί να είναι λιγότερο αισιόδοξοι αυτή τη φορά, ειδικά αν η αμφισβήτηση ενός αμφίρροπου αποτελέσματος από οποιοδήποτε κόμμα υποστηριχθεί από συναδέλφους νομοθέτες και εκλογικούς αξιωματούχους σε ορισμένες πολιτείες.

Ο Τραμπ και οι σύμμαχοί του εδώ και μήνες έχουν τονίσει ότι θα αμφισβητήσουν μια ήττα, υποστηρίζοντας επανειλημμένα ότι ανησυχούν ότι θα ψηφίσει μεγάλος αριθμός αλλοδαπών, αν και ανεξάρτητες και τοπικές επιθεωρήσεις δείχνουν ότι αυτή η πρακτική είναι εξαιρετικά σπάνια.

Οι μετοχές σημείωσαν απότομη πτώση στα τέλη του 2000, όταν η κούρσα μεταξύ του Τζορτζ Μπους και του Αλ Γκορ δεν ανέδειξε επίσημα νικητή για περισσότερο από έναν μήνα μετά τις εκλογές λόγω της αμφισβήτησης από την εκστρατεία του Γκορ με βάση τα αποτελέσματα στη Φλόριντα. Αυτή η περίπτωση ήταν και το σαφέστερο παράδειγμα αμφισβητούμενων εκλογών στην πρόσφατη ιστορία των ΗΠΑ.

Από την ημέρα των εκλογών του 2000 μέχρι την παραδοχή ήττας του Γκορ στα μέσα Δεκεμβρίου, ο S&P 500 σημείωσε πτώση 5%, όταν το κλίμα επιβαρύνθηκε από την ανησυχία για τις μετοχές τεχνολογίας και την ευρύτερη οικονομία. Ο δείκτης διολίσθησε κατά 7,6% για την περίοδο Νοεμβρίου/Δεκεμβρίου του 2000.

Μια τέτοια μεταβλητότητα θα μπορούσε να περιορίσει τις προοπτικές ανόδου για την περίοδο που τείνει να είναι ισχυρή για τις μετοχές κατά τα εκλογικά έτη. Ο S&P 500 έχει καταγράψει άνοδο κατά μέσο όρο 3,3% τους δύο τελευταίους μήνες των εκλογικών ετών για την προεδρία από το 1952, σημειώνοντας άνοδο σε 78% των περιπτώσεων, σύμφωνα με τον Κιθ Λέρνερ, επικεφαλή επενδύσεων στην Truist Advisory Services.

Ο Πούρβες, της Tallbacken Capital, συμβουλεύει τους επενδυτές να αντισταθμίσουν την πιθανή αστάθεια που σχετίζεται με τις εκλογές μέσω συμβολαίων puts, τα οποία κερδίζουν σε αξία όταν οι μετοχές πέφτουν.

Ο Κουρτ Ράιμαν, του ElectionWatch της UBS Wealth Management, παραμένει σε γενικές γραμμές θετικός για τις μετοχές, αλλά δήλωσε ότι οι επενδυτές θα πρέπει να εξετάσουν δημοφιλή επενδυτικά καταφύγια, όπως οι μετοχές εταιρειών κοινής ωφέλειας και ο χρυσός, για να προστατεύσουν τα χαρτοφυλάκια από τα αποτελέσματα μιας αμφισβητούμενη ψηφοφορία.

Η Στέφανι Αλιάγα, στρατηγική σύμβουλος στην JPMorgan Asset Management, δήλωσε ότι η όποια μεταβλητότητα προκαλέσει μια πιθανή αμφισβήτηση του αποτελέσματος των εκλογών πιθανότατα θα αμβλυνθεί μόλις αυτή υποχωρήσει.

«Οι εκλογές δημιουργούν αβεβαιότητα, αλλά τα αποτελέσματα τελικά μειώνουν και περιορίζουν αυτή την αβεβαιότητα», δήλωσε η ίδια. «Στο τέλος της ημέρας καταλήγετε σε αυτή τη σχεδόν μετεκλογική ώθηση ή ένα αισθητό ράλι, επειδή η αβεβαιότητα περιορίζεται», δήλωσε στο Reuters.

Διαβάστε ακόμη: