Πενήντα χρόνια από το Πολυτεχνείο, σε μια επέτειο που επιδεικνύει εδώ και χρόνια μεγάλη ανθεκτικότητα ο Λεωνίδας Καλλιβρετάκης αποδίδει τιμή με το βιβλίο του «Το Πολυτεχνείο έξω από το Πολυτεχνείο.
Οι αφανείς πρωταγωνιστές της εξέγερσης του 1973», που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Θεμέλιο.
Ο διαπρεπής ιστορικός, ο οποίος παλαιότερα σε έρευνα του στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών τεκμηρίωσε τη λίστα των νεκρών της εξέγερσης, φέρνει τώρα στο προσκήνιο τους έξω από το Πολυτεχνείο, χιλιάδες εργάτες, οικοδόμους, απλούς εργαζόμενους, μαθητές τεχνικών σχολών, μαθητές και μαθήτριες από τα φροντιστήρια , που σε ένδειξη συμπαράστασης στους έγκλειστους φοιτητές και φοιτήτριες ξεχύθηκαν σε διαδηλώσεις στην πόλη, κατέλαβαν τη Νομαρχία Αττικής, πολιόρκησαν το υπουργείο Δημόσιας Τάξης, έστησαν οδογράφραγματα στη λεωφόρο Αλεξάνδρας για να εμποδίσουν τη διέλευση των τεθωρακισμένων, πνίγηκαν στα δακρυγόνα, πυροβολήθηκαν, τραυματίστηκαν, ξυλοφορτώθηκαν από τους αστυνομικούς, στάθηκαν μπροστά στις κάνες γιατί δεν ήθελαν να εγκαταλείψουν «τα παιδιά του Πολυτεχνείου μόνα μέσα στη νύχτα» στη στρατοκρατούμενη Αθήνα ακόμα και δύο μέρες μετά τη συντριβή της εξέγερσης τον Νοέμβρη του 1973.
«Αυτό που έκανε το Πολυτεχνείο να γίνει το ‘’Πολυτεχνείο” και όχι μια επανάληψη των προηγούμενων εγχειρημάτων, όχι μια άλλη Νομική (έστω και πιο διευρυμένη) δεν είναι εκείνα που συνέβησαν μέσα στο Πολυτεχνείο αλλά όσα συνέβησαν έξω από αυτό» σημειώνει ο Λεωνίδας Καλλιβρετάκης.
Για την υποδειγματική έρευνα του μελέτησε χιλιάδες σελίδες δικογράφων , αναζήτησε εμμονικά τους μάρτυρες, κατέγραψε προσωπικές τους συνεντεύξεις σε πρώτο πρόσωπο, ιστορικοποίησε το βίωμα και έδωσε βήμα σ’ εκείνους που παρέμειναν σιωπηλοί για πενήντα χρόνια.
Πρόκειται, σημειώνει στο βιβλίο ο ίδιος « κυρίως για εκείνους που, λόγω συνήθως του τραυματισμού τους είχαν πράγματι μια και μοναδική ευκαιρία, το 1975 στο διάστημα της δίκης-μέσα σε ένα έντονα φορτισμένο συναισθηματικά, ψυχολογικά και πολιτικά κλίμα, εν μέσω αντεγκλήσεων των δικαστών, των δικηγόρων πολιτικής αγωγής και των συνηγόρων, σε δύο μέτρα απόσταση από τους καθισμένους στο εδώλιο χθεσινούς δικτάτορες- είχαν μία και μοναδική ευκαιρία να μιλήσουν και να συνοψίσουν όπως-όπως, στα 3 λεπτά που τους επέτρεψε ο πρόεδρος του δικαστηρίου (απαγορεύοντας τους να επεκταθούν σε γενικότερες περιγραφές ή εκτιμήσεις), την εμπειρία και τη μαρτυρία τους, η οποία αποτυπώθηκε, αφενός, με έναν τυπικό, ξύλινο, συντομογραφικό και ελλειπτικό λόγο στα επίσημα πρακτικά και, αφετέρου, με μια συχνά επιλεκτική, συνθηματολογική, εντυπωσιοθηρική και γεμάτη λάθη και ανακρίβειες δημοσιογραφική καταγραφή σε κάποιες από τις εφημερίδες της εποχής».
Οι 25 νεκροί της αιματηρής καταστολής του Πολυτεχνείου τον Νοέμβριο του 1973 καταγράφονται ονομαστικά στον προσωρινό κατάλογο που έχει τεκμηριώσει ο ομότιμος διευθυντής έρευνας του Ιδρύματος Εθνικών Ερευνών Λεωνίδας Καλλιβρετάκης και περιλαμβάνεται σε παράρτημα του βιβλίου.
Για τους τραυματίες, εξηγεί, είναι δύσκολο να μιλήσουμε σε απόλυτους αριθμούς επειδή πολλά από τα θύματα δεν νοσηλεύτηκαν λόγω του κινδύνου διώξεων τους εάν θα κατέφευγαν σε νοσηλεία.
Η προκαταρκτική δικαστική έρευνα που διεξήχθηκε αμέσως μετά τη Μεταπολίτευση πιστοποίησε πέραν των νεκρών άλλους 1.103 πολίτες τραυματίες, βάσει των καταστάσεων που απέστειλαν στον εισαγγελέα Πρωτοδικών Δημήτριο Τσεβά τα νοσοκομεία, οι κλινικές και μεμονωμένοι γιατροί.
Ενδεικτικό της τρομοκρατίας του καθεστώτος είναι, όπως παραδέχεται ο ίδιος ο εισαγγελέας, ότι στους παραπάνω τραυματίες πρέπει να προστεθεί και «ανεξακρίβωτον πλήθος ετέρων πολιτών» οι οποίοι «ή εφυγαδεύοντο υπό των ιατρών, ή ενοσηλεύοντο οίκοι, ή και ουδαμού προς νοσηλεία κατέφυγον, φοβούμενοι προφανώς δυσάρεστους δι’ αυτούς ή τας οικογενείας των εξελίξεις».
Σε όλους αυτούς «τους αφανείς ήρωες της εξέγερσης του 1973, πολλοί από τους οποίους δεν είναι πια στη ζωή, ενώ αρκετοί από τους υπόλοιπους δεν θα μάθουν ίσως ποτέ ότι πρωταγωνιστούν στις σελίδες αυτού του βιβλίου γιατί δεν έχουν την ευχέρεια συμμετοχής στα δίκτυα διάδοσης τέτοιου τύπου πληροφοριών, όπως είναι η έκδοση νέων βιβλίων» αφιερώνει το βιβλίο ο Λεωνίδας Καλλιβρετάκης, όπως είπε στην πρόσφατη παρουσίαση του τόμου, στην κατάμεστη αίθουσα του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών.