Συνεχίζονται οι βίαιες διαμαρτυρίες στη Νότια Αφρική μετά τη φυλάκιση του πρώην προέδρου, Τζέικομπ Ζούμα, με την κατάσταση να βγαίνει εκτός ελέγχου.
Μάλιστα, σύμφωνα με τις πληροφορίες, μέχρι και χθες το βράδυ, 72 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στα βίαια επεισόδια που ξέσπασαν. Πολλοί από αυτούς έχασαν τη ζωή τους σε ποδοπατήματα, ενώ οι λεηλασίες ξανάρχισαν.
Κλιμακώθηκε η ένταση τις τελευταίες ημέρες
Τα βίαια επεισόδια κλιμακώθηκαν τις τελευταίες ημέρες και ο απολογισμός των νεκρών αυξήθηκε σε 72, όπως ανακοίνωσε η αστυνομία. «Ο συνολικός αριθμός των συλληφθέντων ανέρχεται σε 1.234», προσέθεσε.
Ενδεικτικά, ήδη 26 είναι οι νεκροί στην επαρχία ΚουαΖούλου-Νατάλ, ανατολικά, όπου ξέσπασαν τα πρώτα επεισόδια την Παρασκευή. Και άλλοι 19 στην περιοχή του Γιοχάνεσμπουργκ, όπου οι ταραχές εξαπλώθηκαν, σύμφωνα με τους τελευταίους επίσημους απολογισμούς.
Και μια λεπτομέρεια: Μερικά από αυτά τα θύματα παγιδεύτηκαν στα ποδοπατήματα, κατά τη λεηλασία των εμπορικών κέντρων.
Τα χειρότερα βίαια επεισόδια των τελευταίων χρόνων επεκτείνονται, καθώς η δυσφορία αυξάνεται. Παρά την έκκληση των αρχών για ηρεμία και την ανάπτυξη σχεδόν 2.500 στρατιωτών, χιλιάδες Νοτιοαφρικανοί συνέχισαν να κατακλύζουν τις αγορές για να κλέψουν υπόστεγα και καταστήματα, ειδικά στο Ντέρμπαν, τη μεγάλη πόλη-λιμάνι στον Ινδικό Ωκεανό.
Στο Σοβέτο, τεράστια πόλη δίπλα στο Γιοχάνεσμπουργκ, τα πτώματα δέκα ανθρώπων βρέθηκαν το βράδυ της Δευτέρας, ώρες μετά την άγρια λεηλασία του εμπορικού κέντρου Ντοφάγια.
Και στη χώρα ζουλού, ο πρωθυπουργός της επαρχίας ΚουαΖούλου-Νατάλ, Σιχλέ Ζικαλάλα, αποκάλυψε ότι άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους «σε ποδοπατήματα στο πλαίσιο των ταραχών”», χωρίς άλλη διευκρίνιση.
Με σφαίρες από καουτσούκ διαλύουν τα πλήθη
Οι εικόνες από τις λεηλασίες έδειχναν όχλους συμπαγείς και ακατάστατους, καθένας να σπεύδει για να πάρει γιγαντιαίες τηλεοράσεις, έπιπλα, πάνες, κονσέρβες, οτιδήποτε μπορούσε να πάρει μαζί.
Μέσα στα καταστήματα που λεηλατήθηκαν, οι ταραχοποιοί εξυπηρετούνταν μόνοι τους, αφήνοντας τους υπαλλήλους σε απόγνωση, σε μια οικονομική συγκυρία που επιδεινώθηκε από τους περιορισμούς που είχαν σχέση με την πανδημία.
«Γιατί; Μα γιατί;», έλεγε κλαίγοντας με λυγμούς η Θάντι Τζονσον, 55 ετών, έχοντας καταρρεύσει ανάμεσα στα κατεστραμμένα ράφια του μικρού μαγαζιού της που πουλούσε μπαλόνια και διακοσμήσεις για γιορτές και πάρτι.
Οι δυνάμεις της τάξης, αδύναμες, άνοιξαν πυρ με σφαίρες από καουτσούκ για να διαλύσουν τα πλήθη, πυροδοτώντας σκηνές πανικού στους χώρους στάθμευσης των εμπορικών περιοχών ή στους δρόμους των πόλεων που επλήγησαν, στα πεζοδρόμια που ήταν γεμάτα σπασμένα γυαλιά και σκουπίδια
Ο πρόεδρος Σίριλ Ραμαφόζα, υπογράμμισε τον πρωτοφανή χαρακτήρα των βίαιων αυτών επεισοδίων έπειτα από την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας μετά το απαρτχάιντ.