«Από τις ανακοινώσεις του ΥΠ.ΕΘ.Ο. για το υπό ψήφιση φορολογικό νομοσχέδιο, με έκπληξη παρατηρούμε ότι, ενώ οι διαπιστώσεις για το ύψος της φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής δεν μπορούν να αμφισβητηθούν διαχρονικά, τα μέτρα για την αποτροπή αυτής της αντικοινωνικής συμπεριφοράς, δυστυχώς, υπολείπονται των προσδοκιών της κοινωνίας και των φορολογουμένων».

Αυτό επισημαίνει σε σχετική ανακοίνωση ο Λογιστικός Σύλλογος Αθηνών, σημειώνοντας παράλληλα ότι, “ σαν επιστημονικός Κλάδος – αλλά ταυτόχρονα και ως επιχειρηματίες – και θεωρώντας ότι έχουμε συμβάλλει πρακτικά και ουσιαστικά στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας, εκπλαγήκαμε αρνητικά από την ανακοίνωση μέτρων που γυρίζουν σε εποχές προγενέστερων δεκαετιών.

Παρά τις διαπιστώσεις μας από τις αρνητικές και μη αποτελεσματικές – κατά την άποψή μας – διατάξεις που είδαν το φως της δημοσιότητας, παραμένουμε διαθέσιμοι και συνεργάσιμοι με τα στελέχη και τις επιτροπές του ΥΠ.ΕΘ.Ο. και της ΑΑΔΕ, για να διατυπώσουμε θεσμικά τις προτάσεις μας, πριν από την ολοκλήρωση και την τελική διαμόρφωση των διατάξεων του νομοσχεδίου και πριν από την ψήφισή του.

Στους στόχους του Νομοσχεδίου αναφέρεται η προσπάθεια για:

  • Την ολιστική και πολυεπίπεδη αντιμετώπιση του προβλήματος της φοροδιαφυγής
  • Τη φορολογική δικαιοσύνη
  • Και, μέσω της αποκάλυψης της φορολογητέας ύλης, τελικά την περαιτέρω ενίσχυση των δαπανών για Παιδεία και Υγεία, καθώς και την περαιτέρω μείωση των φορολογικών συντελεστών.

Με αυτόν τον τρόπο, αφήνεται να εννοηθεί ότι το χρόνιο πρόβλημα της φοροδιαφυγής, εντοπίζεται ιδιαίτερα στους μικρούς Ελεύθερους Επαγγελματίες και ότι το νέο φορολογικό νομοσχέδιο, με την «παραδειγματική τιμωρία» της ανωτέρω ομάδας, θα συντελέσει στη φορολογική δικαιοσύνη και στην αύξηση των εσόδων των Δημοσίων Ταμείων, ούτως ώστε μελλοντικά να ενισχυθεί οικονομικά η Παιδεία και η Υγεία.

Έτσι δημιουργείται η εντύπωση στο ευρύ κοινό ότι σε εύλογο χρονικό διάστημα το πρόβλημα της Παιδείας και της Υγείας θα λυθεί μέσω της τιμωρίας των Ελεύθερων Επαγγελματιών, οι οποίοι είναι οι κύριοι υπαίτιοι των ελλείψεων τους.

Αναλυτικά, με βάση τις ανακοινώσεις:

1)  Οι διατάξεις αφορούν όλες τις ατομικές επιχειρήσεις που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα με βάση τον Κ.Φ.Ε., οι οποίες αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος της αγοράς της χώρας μας, βάσει του πλήθους και της μοναδικότητάς τους.

Διαπιστώνεται ότι δεν έχει ληφθεί καθόλου υπόψη ότι η άσκηση του επαγγέλματος από έναν ελ. επαγγελματία, πολλές φορές στην πράξη, εξομοιώνεται με μισθωτή εργασία και δύναται να προκύπτει από ανάγκη επιβίωσης και αξιοπρεπούς διαβίωσης. Κατά συνέπεια, τα εισοδήματα αυτά είναι τις περισσότερες φορές πραγματικά κατώτερα από τις κατώτατες αμοιβές μισθωτής εργασίας. Επομένως, γιατί τα μέτρα να είναι οριζόντια;Όπως πολύ σωστά έχουν τοποθετηθεί και Φορείς της αγοράς, δεν μπορούν να χαρακτηριστούν οι επιχειρήσεις οριζόντια «φοροφυγάδες» και να στοχοποιούνται.

Εάν πράγματι επιθυμούμε ως χώρα να εφαρμόσουμε δίκαιο φορολογικό σύστημα και να μειώσουμε τα -πράγματι-μεγάλα ποσοστά της φοροδιαφυγής, σοφότερο θα ήταν να ληφθούν σοβαρά μέτρα και δικλείδες ασφαλείας, τόσο για μικρές όσο και για μεγάλες επιχειρήσεις, λαμβάνοντας επίσης υπόψη τα σημεία προσοχής που σχετίζονται με τις ενδοομιλικές συναλλαγές, τις σχέσεις μητρικής-θυγατρικής εταιρίας, κ.λπ.

2) Ο προσδιορισμός της ελάχιστης απαιτητής αμοιβής, με τις όποιες εκπτώσεις, αποτελεί οπισθοδρόμηση – θυμίζοντας παραλλαγή των αντικειμενικών κριτηρίων του ν. 2214/1994, γεγονός που δύναται να οδηγήσει σε σωρεία αντεγκλήσεων, αμφισβητήσεων, προσφυγών στα Διοικητικά Δικαστήρια, κ.ο.κ.. Δυστυχώς, καταδεικνύει  και την αδυναμία του ελεγκτικού μηχανισμού.

3) Τα κίνητρα για τη δήλωση των πραγματικών εισοδημάτων, όπως προκύπτει από τις ανακοινώσεις, είναι ελλιπέστατα, όπως πχ. η μείωση κατά περίπτωση του τιμωρητικού τέλους επιτηδεύματος.

4) Μέτρα τέτοιου περιεχομένου καθυστερούν και υποβαθμίζουν σημαντικά τις δυνατότητες και τα αναμενόμενα αποτελέσματα της ψηφιοποίησης των διαδικασιών καθώς και τα οφέλη που θα προκύψουν κατά την ολοκλήρωσή της.

5) «Τα έσοδα από επιχειρηματική δραστηριότητα δεν μπορεί να είναι μικρότερα από τα έξοδα που έχουν διαβιβαστεί στην πλατφόρμα (εντός του 2024)».

Με την ανωτέρω διατύπωση αντιλαμβανόμαστε ότι η άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας ατομικά δεν «επιτρέπεται» να είναι ζημιογόνα. Αυτό αντιβαίνει το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο, τους κανόνες της επιχειρηματικής δραστηριότητας, αδιαφορεί για την οικονομική συγκυρία και θέτει την Πολιτεία και τη Φορολογική Διοίκηση εκτός πραγματικότητας!

Το γεγονός, μέσω των ανακοινώσεων ότι το τεκμήριο θα είναι μαχητό, οδηγεί άραγε στην άσκηση του δικαιώματος του φορολογούμενου, ο οποίος ισχυρίζεται ότι το φορολογητέο του εισόδημα είναι μικρότερο της «ελάχιστης αμοιβής», να αποδείξει μέσω φορολογικού ελέγχου το πραγματικό του εισόδημα; Από την άλλη, στην περίπτωση της φορολόγησής του με την «ελάχιστη αμοιβή» θα θεωρείται το εισόδημά του «ειλικρινές» και η δήλωση περαιωθείσα;

6) Οι διατάξεις τροφοδοτούν με κίνητρο τη δήλωση χαμηλότερων εισοδημάτων, προσαρμόζοντας τα υψηλότερα στην ελάχιστη απαιτητή αμοιβή!

Επιπλέον, δημιουργεί – μέσω της προσαρμογής του καθαρού εισοδήματος στο ζητούμενο όριο-  αποφυγή έκδοσης παραστατικών και κατά συνέπεια απώλεια του ΦΠΑ!!!

7) Έκπληξη προκαλεί η προσαύξηση της ελάχιστης απαιτητής αμοιβής με το κόστος της μισθοδοσίας, γεγονός που προτρέπει σε μείωση θέσεων εργασίας ή υποδηλούμενη αμοιβή στο προσωπικό και υποδηλούμενη εργασία, σε αντίθεση με τα εξαγγελλόμενα για την αύξηση των αμοιβών και των προσλήψεων!

8) Καταγγελίες επ‘ αμοιβή!!! Πέραν των ανωτέρω επισημάνσεων, με τις οποίες αμφισβητείται η μείωση της φοροδιαφυγής, αλγεινή εντύπωση προκαλεί η ανακοίνωση για αμειβόμενη καταγγελία, η οποία θα ενισχύσει : α) τον αθέμιτο ανταγωνισμό, β) τη συκοφαντία, γ) την εκδικητικότητα και επιπλέον θα δημιουργήσει κόστος τόσο στους «καταγγελόμενους» όσο και στον ελεγκτικό μηχανισμό, μέχρι την τελική απόδειξη της αληθούς ή ψευδούς υπόστασής της.

Η παραπάνω διάταξη, όσον αφορά στο κομμάτι της αμοιβής, δεν αποτελεί χαρακτηριστικό μιας σοβαρής και ευνομούμενης Πολιτείας και κυρίως δεν εμπεδώνει φορολογική συνείδηση.Παρακάτω, σε γενικές γραμμές, διατυπώνουμε ορισμένα σημεία τα οποία  – και με λεπτομέρεια θεσμικά – προτιθέμεθα να παρουσιάσουμε σε επικείμενες συναντήσεις μας με τις Υπηρεσίες.

Προτάσεις

1) Δεν είναι αργά, εφόσον υπάρχει η βούληση, για την πλήρη απλοποίηση της φορολογικής νομοθεσίας και την εξάλειψη αντίθετων φορολογικών διατάξεων για διαφορετικά φορολογικά αντικείμενα.

2) Πλήρης έκπτωση όλων των δαπανών των φορολογουμένων και των νοικοκυριών από το φορολογητέο εισόδημα.  Πολλαπλάσια έκπτωση από το φορολογητέο εισόδημα – και κατά περίπτωση και από τον φόρο –  για το είδος των δαπανών εκείνων που αφορούν σε επαγγέλματα, που βάσει πραγματικών στατιστικών μελετών ορίζονται ως «μικρής φορολογικής απόδοσης».

3) Άμεση κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος.

4) Δυνατότητα ανώνυμης καταγγελίας χωρίς αμοιβή. Διαφύλαξη της ακεραιότητας, της αξιοπιστίας και της αποτελεσματικότητας του ελάχιστου προσωπικού στις ελεγκτικές υπηρεσίες.

5) Υποχρεωτική σύνταξη, υποβολή και υπογραφή όλων των φορολογικών δηλωτικών υποχρεώσεων, επιχειρήσεων και ιδιωτών από πιστοποιημένο αδειοδοτημένο Λογιστή- Φοροτεχνικό, με παράλληλη κατάργηση των υφιστάμενων ορίων.

6) α) Απλοποίηση των διαδικασιών στην πλατφόρμα της myDATA.

Ως πρώτο βήμα, σε συνδυασμό με την απλοποίηση της υφιστάμενης νομοθεσίας, προσπάθεια εξάλειψης των προβλημάτων ώστε να πραγματοποιούνται απρόσκοπτα οι διαβιβάσεις των εσόδων.

β) Να μην εφαρμοστεί το «κλείδωμα» των δηλώσεων ΦΠΑ, τουλάχιστον ως προς το σκέλος των εξόδων, λόγω ανετοιμότητας του συστήματος και των δυσεπίλυτων προβλημάτων.

Απαραίτητη προϋπόθεση πριν το «κλείδωμα» των εσόδων των δηλώσεων ΦΠΑ, η τελική αποδοχή των διαβιβαζόμενων δεδομένων από τον Λογιστή -Φοροτεχνικό.

γ) Προϋπόθεση σύνδεσης όλων των μηχανισμών και μηχανών και διαλειτουργικότητα διαβίβασης των δεδομένων από αυτές στην myDATA, είναι η ετοιμότητα και η εφαρμογή των σχετικών τεχνικών πρωτοκόλλων από τους κατασκευαστές μηχανών και λογισμικού.

Για να συμβεί η ολοκλήρωση του ανωτέρω εγχειρήματος συνολικά και να εμπεδωθεί η χρήση του ηλεκτρονικού και του πλαστικού χρήματος (pos, ΦΗΜ, κλπ) στους φορολογούμενους, θα πρέπει να δοθεί αφενός ουσιαστική βοήθεια στην αγορά για την αναβάθμιση του εξοπλισμού της και αφετέρου να βρεθεί ριζική λύση για τη μείωση του κόστους που απαιτείται για την απόκτηση και τη χρήση τους. Δηλαδή παρέμβαση στη μείωση των προμηθειών των παρόχων που σε κάποιες κατηγορίες επαγγελματιών καθιστούν τη χρήση των μηχανών ασύμφορη.

Ελπίζουμε οι τελικές διατάξεις που θα ισχύσουν στο σύνολο του υπό ψήφιση νομοσχεδίου ότι θα έχουν ισχύ από την έναρξη της νέας χρήσης 01/01/2024 και ουδόλως θα αφορούν την κλειόμενη εντός δύο μηνών χρήση 2023!

Η μη εμπεριστατωμένη και επιστημονική διευθέτηση του θέματος της φοροδιαφυγής θα οδηγήσει στην καταστροφή των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και συνεπώς, της οικονομίας της χώρας.

Διαβάστε ακόμη: