Η Moody’s, στο Global Sovereign Outlook 2026, διατηρεί αρνητική την προοπτική για τις παγκόσμιες κρατικές αξιολογήσεις. Ωστόσο, στην ενότητα που αφορά τη δυναμική του δημόσιου χρέους, επισημαίνει ότι ελάχιστες χώρες αναμένεται να πετύχουν ουσιαστική αποκλιμάκωση εντός του 2026.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης, η Ελλάδα (Baa3 stable) συγκαταλέγεται στις λίγες χώρες που προβλέπεται να μειώσουν το χρέος τους κατά πάνω από 4 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ μέσα στο επόμενο έτος. Η Moody’s αποδίδει αυτή την εξέλιξη στη «συνετή δημοσιονομική πολιτική» που εφαρμόζει η χώρα, με ξεκάθαρη στόχευση στη μείωση του χρέους.
Η Ελλάδα τοποθετείται στην ίδια κατηγορία με κράτη όπως η Κύπρος (A3 stable) και η Ιρλανδία, τα οποία συνεχίζουν να παρουσιάζουν βελτίωση στα χρεωστικά τους μεγέθη, αν και με μικρότερο ρυθμό σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια. Η Moody’s υπενθυμίζει ότι και τα δύο αυτά κράτη έχουν ακολουθήσει σημαντικές μεταρρυθμίσεις την προηγούμενη δεκαετία.
Σε ευρύτερο επίπεδο, η έκθεση τονίζει ότι τα περισσότερα κράτη θα διατηρήσουν σχεδόν σταθερά τα πρωτογενή τους ισοζύγια το 2026, αφήνοντας το δημόσιο χρέος σε υψηλά επίπεδα, αντίστοιχα με αυτά της μετα-πανδημικής περιόδου. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η Ελλάδα διακρίνεται για τη σημαντική προβλεπόμενη μείωση του χρέους μεταξύ 2025 και 2026.
Η συγκεκριμένη αναφορά αποτελεί και τη μοναδική ποσοτική αποτίμηση για την Ελλάδα στο report, το οποίο εστιάζει κυρίως σε παγκόσμιες τάσεις: την πολιτική αβεβαιότητα, τη χαμηλότερη οικονομική ανάπτυξη, τη μειωμένη δημοσιονομική ευελιξία και το αυξημένο κόστος εξυπηρέτησης χρέους, χωρίς να παραθέτει επιπλέον ειδικά στοιχεία για την ελληνική οικονομία.
Εκτιμήσεις για την παγκόσμια οικονομία
Η Moody’s προβλέπει ότι η παγκόσμια ανάπτυξη θα παραμείνει σταθερή αλλά συγκρατημένη. Οι ανεπτυγμένες οικονομίες αναμένεται να καταγράψουν ήπια μεγέθη ανάπτυξης, ενώ οι αναδυόμενες αγορές θα συνεχίσουν να εμφανίζουν καλύτερη δυναμική. Στο διεθνές εμπόριο, η πιθανότητα αποσύνδεσης Κίνας–ΗΠΑ έχει ενισχυθεί λόγω αυξανόμενων περιορισμών, αν και άλλες μεγάλες οικονομίες ενδέχεται να εμβαθύνουν τις μεταξύ τους σχέσεις. Οι προοπτικές διαφέρουν σημαντικά μεταξύ των οικονομιών της G-20.
Η παγκόσμια πραγματική αύξηση του ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα κινηθεί στο 2,5%–2,6% το 2026 και το 2027, από 2,6% το 2025 και 2,9% το 2024. Οι εκτιμήσεις είναι σε γενικές γραμμές συμβατές με αυτές του Αυγούστου, με μικρές ανοδικές αναθεωρήσεις για τις προηγμένες και αναδυόμενες οικονομίες της G-20. Οι αναδυόμενες αγορές αναμένεται να αναπτυχθούν κοντά στο 4,0% την περίοδο, αντικατοπτρίζοντας καλύτερες προοπτικές για τις ΗΠΑ και την Κίνα το 2026, παρά ορισμένες διορθώσεις προς τα κάτω. Οι ανεπτυγμένες οικονομίες προβλέπεται να κινηθούν γύρω στο 1,5% ετησίως την επόμενη διετία.
Στις ΗΠΑ, η οικονομία διατηρεί σταθερό ρυθμό ανάπτυξης, παρά την κόπωση που εμφανίζει η αγορά εργασίας. Η επιβράδυνση στις προσλήψεις και την αύξηση των εισοδημάτων συνάδει με την ύστερη φάση του οικονομικού κύκλου, ωστόσο η ιδιωτική κατανάλωση και οι επενδύσεις στην τεχνητή νοημοσύνη (AI) υποστηρίζουν την οικονομική δραστηριότητα, οδηγώντας σε ανοδικές αναθεωρήσεις των προβλέψεων για το 2025–2026.
Στην Κίνα, οι εξαγωγές και η κρατική στήριξη εξακολουθούν να αντισταθμίζουν την υποτονική εγχώρια οικονομία. Η κινεζική οικονομία βαδίζει προς ανάπτυξη 5% το 2025, όμως η πραγματική αύξηση του ΑΕΠ αναμένεται να υποχωρήσει σταδιακά στο 4,2% ως το 2027, λόγω αδύναμης κατανάλωσης, περιορισμένης εταιρικής δανειοδότησης και μειωμένων επενδύσεων σε πάγιο κεφάλαιο.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι κεντρικές τράπεζες βρίσκονται σε διαφορετικές φάσεις ομαλοποίησης της νομισματικής πολιτικής. Η Fed προχωρά σε χαλάρωση λόγω ανησυχιών για την αγορά εργασίας, ενώ άλλες κεντρικές τράπεζες επιλέγουν πιο προσεκτικά βήματα. Στις αναδυόμενες οικονομίες, οι πολιτικές είτε χαλαρώνουν —όπως στην Κίνα και την Ινδονησία— είτε παραμένουν σταθερές, όπως στην Ινδία.
Το περιβάλλον παραμένει γεμάτο κινδύνους: γεωπολιτικές εντάσεις, πιθανοί κλυδωνισμοί στο εμπόριο, αστάθεια στις αγορές. Μια απότομη διόρθωση στις αποτιμήσεις των τεχνολογικών εταιρειών θα μπορούσε να συμπαρασύρει την αμερικανική χρηματιστηριακή αγορά. Παράλληλα, η πολιτική αβεβαιότητα και οι ευάλωτες αγορές ομολόγων αυξάνουν τον κίνδυνο χρηματοπιστωτικών αναταράξεων. Την ίδια στιγμή, οι ταχείες τεχνολογικές εξελίξεις δημιουργούν νέες ευκαιρίες παραγωγικότητας, αλλά και τον κίνδυνο απαξίωσης ολόκληρων κλάδων.