Πιστωτικά θετική (credit positive) για την Alpha Bank κρίνει τη συμφωνία με τη UniCredit η Moody’s, διότι τα κεφάλαια και η κερδοφορία της θα ενισχυθούν, αντισταθμίζοντας την κάπως μειωμένη γεωγραφική διαφοροποίηση των περιουσιακών στοιχείων και των εσόδων του ομίλου.
Στο σχόλιο της για τη συμφωνία μεταξύ της Alpha Bank και της UniCredit η Moody’s εκτιμά ότι η κεφαλαιακή θέση της Alpha Bank θα βελτιωθεί κατά περίπου 100 μονάδες βάσης λόγω της ελάφρυνσης περίπου 2 δισεκατομμυρίων ευρώ σταθμισμένων στον κίνδυνο περιουσιακών στοιχείων (RWAs) στη Ρουμανία και του κεφαλαιακού κέρδους από την πώληση του μεριδίου της στη ρουμανική θυγατρική της. Η πώληση θα είναι περίπου στο 1,2x της λογιστικής αξίας σε σύγκριση με τις συναλλαγές της Alpha Bank και περίπου 0,4x της λογιστικής αξίας στο Χρηματιστήριο Αθηνών (τιμές 24 Οκτωβρίου).
Σύμφωνα με τη Moody’s, τα πρόσθετα κεφάλαια θα αυξήσουν τον pro forma κεφαλαιακό δείκτη Common Equity Tier 1 (CET1) της Alpha Bank σε 14,6% από 13,6% στις 30 Ιουνίου, πολύ πάνω από την ελάχιστη κανονιστική απαίτηση του 9,9%. Το πλεονάζον κεφάλαιο είναι πιστωτικά θετικό για τους κατόχους ομολόγων, επειδή ενισχύει το αποθεματικό απορρόφησης ζημιών της τράπεζας και πιθανότατα θα επιτρέψει στην τράπεζα να πληρώσει μερίσματα στους μετόχους για πρώτη φορά μετά από περισσότερο από μια δεκαετία.
Επιπλέον, η κερδοφορία της Alpha Bank είναι πιθανό να ωφεληθεί από τη συμφωνία, η οποία αντισταθμίζει την απώλεια κερδών από την υπάρχουσα θυγατρική της στη Ρουμανία. Η Alpha Bank θα λάβει μερίσματα για το μερίδιο 9,9% που θα διατηρήσει στην κοινή οντότητα, η οποία θα έχει περίπου μερίδιο αγοράς 12% έναντι του μεριδίου αγοράς περίπου 3% της Alpha Bank Romania, δίνοντάς της πλεονεκτική θέση στο αναπτυσσόμενο τραπεζικό σύστημα και οικονομία της χώρας. Επίσης, η UniCredit Romania και η Alpha Bank Romania έχουν ισχυρά και συμπληρωματικά ερείσματα στο εταιρικό και λιανικό τμήμα, προσφέροντας συνέργειες εσόδων και κόστους, αναφέρει ο οίκος.
Οι χρηματοδοτικές ανάγκες και το κόστος της Alpha Bank για την κάλυψη της ελάχιστης απαίτησης για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις (MREL) θα μειωθούν επειδή τα RWA της θα μειωθούν και ο δείκτης CET1 της θα είναι υψηλότερος, γεγονός που θα μειώσει τον όγκο της υψηλού κόστους έκδοσης δανείων επιλέξιμων για MREL που απαιτείται από στα τέλη του 2025. Μπορεί επίσης να επανεπενδύσει τα έσοδα ύψους 300 εκατομμυρίων ευρώ της συμφωνίας στο τρέχον περιβάλλον υψηλών επιτοκίων, αποφέροντας δυνητικά υψηλή απόδοση.
Δεδομένου του συνδυασμένου αναμενόμενου κόστους και οφελών απόδοσης, η Apha Bank αναμένει να ενισχύσει την απόδοση των ενσώματων ιδίων κεφαλαίων (RoTE) κατά περίπου 50 μονάδες βάσης, από 12,2% το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους και πάνω από τον βασικό χρηματοοικονομικό στόχο της 12%. Παράλληλα, η Alpha Bank στην Ελλάδα θα συνεργαστεί με την UniCredit, η οποία διαθέτει μεγάλη τεχνογνωσία σε τραπεζοασφαλιστικά προϊόντα, διαχείριση περιουσιακών στοιχείων και αμοιβαία κεφάλαια, ενισχύοντας την προσφορά προϊόντων.
Η σχεδιαζόμενη εξαγορά από την UniCredit του μεριδίου 9% στην Alpha Bank από το ΤΧΣ θα φέρει στον όμιλο έναν στρατηγικό μέτοχο που διαθέτει σημαντική τεχνογνωσία και ισχυρή παρουσία σε άλλες αγορές της ΕΕ. Η συμφωνία επιτρέπει επίσης στην UniCredit να κεφαλαιοποιήσει τις ευκαιρίες ανάπτυξης στην Ελλάδα, η οποία τοποθετείται ως σημαντικό σημείο σύνδεσης για τις δραστηριότητες της στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη. Το ενδιαφέρον μεγάλης ευρωπαϊκής τράπεζας να επενδύσει στην Alpha Bank στηρίζει επίσης το θετικό κλίμα της αγοράς στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, καταλήγει η Moody’s.