Αυξάνεται για πρώτη φορά μέσα στο 2023 τον Ιούλιο η κατανάλωση ρεύματος, σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2022, καταγράφοντας αύξηση κατά 8,7%.

Οι καύσωνες Ιουλίου και Αυγούστου συνέδραμαν στο γεγονός της ανόδου, σε σχέση με τον Ιούλιο του 2022. Στο δίκτυο διανομής (από το οποίο ηλεκτροδοτούνται νοικοκυριά και μικρές-μεσαίες επιχειρήσεις) η αύξηση έφτασε το 10,6% (450 Γιγαβατώρες).

Εντούτοις η κατανάλωση το πρώτο 7μηνο του έτους παραμένει μειωμένη κατά 5,73%.

Σύμφωνα με το τελευταίο Δελτίο του ΑΔΜΗΕ και τον Πρόεδρό του Μάνο Μανουσάκη, στην πτώση αυτή, συνέβαλε κατά κύριο λόγο η μείωση της ζήτησης στο σύστημα, η οποία άγγιξε το 9,49% σε σχέση με το διάστημα Ιανουάριος – Ιούλιος 2022.

Ακολουθεί η μείωση κατά 6,14% στη ζήτηση στο δίκτυο μέσης τάσης, ενώ μικρότερη, κατά 5,5%, ήταν η πτώση της ζήτησης από τους πελάτες υψηλής τάσης.

Για την κάλυψη των αναγκών, η μεγαλύτερη συμμετοχή τον προηγούμενο μήνα προήλθε από τις μονάδες αερίου, το μερίδιο των οποίων διαμορφώθηκε σε 34,7%. Σε μικρή απόσταση, με ποσοστό 33,6%, βρέθηκαν οι ανανεώσιμες πηγές, ενώ σημαντικά συνέδραμαν και οι εισαγωγές (κατά 13,1%).

Σχετικά αυξημένη ήταν και η συμμετοχή των λιγνιτικών μονάδων (10,7%), όπως και των υδροηλεκτρικών (7,8%).

Όσον αφορά την ανάκαμψη του Ιουλίου, πρόκειται για τον πρώτο μήνα του 2023 όπου η εξέλιξη της ζήτησης κινείται σε θετικά επίπεδα, κυρίως γιατί ο παρατεταμένος καύσωνας αύξησε την κατανάλωση.

Η δεύτερη μεγαλύτερη αύξηση (κατά 64 Γιγαβατώρες) προήλθε από τη ζήτηση στην Κρήτη, μέρος της οποίας καλύπτεται από το ηπειρωτικό σύστημα μεταφοράς, μέσω της διασύνδεσης του νησιού με την Πελοπόννησο. Στον αντίποδα, μειωμένη σε ετήσια βάση ήταν η κατανάλωση από τα ορυχεία και τους πελάτες υψηλής τάσης (μεγάλες βιομηχανίες).

Στη ΔΕΗ ο μεγαλύτερος λογαριασμός από τα υπερκέρδη ύψους 276 εκατ. ευρώ

H ΔΕΗ πάλι «πρωταθλήτρια»

Όσον αφορά τα ποσοστά των εταιρειών στην προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας, η ΔΕΗ αύξησε τη «θέση» της σε σχέση με τον αμέσως προηγούμενο μήνα, με το ποσοστό της να διαμορφώνεται σε 58,79% από 54,83%.

Στη δεύτερη θέση βρέθηκε ο ΗΡΩΝ με 9,24%, η οποία έχει αναλάβει την υλοποίηση της διμερούς συμφωνίας αγοραπωλησίας ηλεκτρικής ενέργειας (PPA) μεταξύ της ΔΕΗ και της Viohalco.

Ακολούθησε η Protergia (Mytilineos) με 7,74%, η Elpedison με 5,73%, η NRG με 5,29%, η Φυσικό Αέριο ΕΕΕ με 3,07% και η Watt και Volt με 2,99%.

Τις δύο επόμενες θέσεις κατέλαβαν η ZeniΘ με 2,56% και η Volterra με 1,8%, ενώ οι υπόλοιποι προμηθευτές στο σύνολό τους 2,8%. υπενθυμίζεται ότι η Watt και Volt και η Volterra έχουν εξαγορασθεί από τη Mytilineos.

Ρεύμα: Τα τιμολόγια του Αυγούστου – Στη ΔΕΘ οι ανακοινώσεις για τις επιδοτήσεις

Με βλάβες το σύστημα στους καύσωνες Ιουλίου – Αυγούστου

Φυσικό αέριο και λιγνίτης κυριαρχούν στο ενεργειακό μείγμα αντιπροσωπεύοντας πάνω από το 47%, οι ΑΠΕ μαζί με τα υδροηλεκτρικά συνεισφέρουν με σχεδόν 25% και 6% αντίστοιχα ενώ υψηλά κρατούνται οι εισαγωγές με 17,04%.

Η ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια, η οποία τις μέρες του παρατεταμένου καύσωνα αυξήθηκε κατά 12% οδηγεί αντίστοιχα και σε άνοδο της χονδρεμπορικής, η οποία την προηγούμενη εβδομάδα αυξήθηκε κατά 8,3% με την υψηλότερη τιμή να διαμορφώνεται την περασμένη Παρασκευή στα 139,8 ευρώ ανά μεγαβατώρα.

Για σήμερα η τιμή της επόμενης μέρας εμφανίζεται στα 116,64 ευρώ ανά μεγαβατώρα με την υψηλότερη στα 207,17 και την xαμηλότερη στα 80,70 ευρώ/ΜWh. Ωστόσο η Ελλάδα παραμένει από τις πιο ακριβές αγορές της ΕΕ.

Στη διάρκεια του διπλού καύσωνα στην κάλυψη της ζήτησης συνδράμουν όλες οι μονάδες ορυκτών καυσίμων, συμπεριλαμβανομένων των μονάδων Πτολεμαΐδα 5 της ΔΕΗ και Άγιος Νικόλαος της Mytilineos που βρίσκονται σε δοκιμαστική λειτουργία, με εξαίρεση τις μονάδες που αντιμετωπίζουν βλάβες.

Το σύστημα χάρη και στην αυξημένη παραγωγή των ΑΠΕ, εμφανίστηκε μεν ανθεκτικό αλλά σημειώθηκαν και επιμέρους διακοπές μικρές και μεγάλες σε Αττική, Θεσσαλονίκη και νησιά.

Πολλές βλάβες σε γραμμές μέσης τάσης και υποσταθμούς λόγω υπερθέρμανσης παρατηρήθηκαν σε διάφορες περιοχές της Αττικής στους καύσωνες με χρόνο αποκατάστασης από 1 έως 2 ώρες.

Προς Ινδία και Κίνα «μεταναστεύουν» οι ενεργειοβόρες βιομηχανίες της ΕΕ.

Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (IEA) προβλέπει για γ την Ευρώπη μειωμένη ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας το 2023 για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, πέφτοντας στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων δύο δεκαετιών.

Η ζήτηση αναμένεται να σημειώσει πτώση 3% το 2023, αφού ήδη υποχώρησε 3% το 2022.

Ο ΙΕΑ σε έκθεσή του αναφέρει ότι «οι ενεργοβόρες βιομηχανίες της Ευρώπης δεν έχουν ανακάμψει ακόμη από την περσινή πτώση της παραγωγής, όπως αποδεικνύεται από την εντυπωσιακή πτώση 6% σε ετήσια βάση στη συνολική ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας της ΕΕ κατά το πρώτο εξάμηνο του 2023, ενώ πολλές βιομηχανίες έντασης ενέργειας μείωσαν ή διέκοψαν την παραγωγή τους το 2022 και μετακινούνται σταδιακά προς Κίνα, Ινδία, Μπανγκλαντές και Πακιστάν».

Σύμφωνα με την ΙΕΑ, «μεταξύ των τομέων έντασης ενέργειας που μείωσαν σημαντικά την παραγωγή το 2022 λόγω παύσης λειτουργίας εργοστασίων και περικοπών παραγωγής ήταν το πρωτογενές αλουμίνιο (-12%), ο ακατέργαστος χάλυβας (-10%), το χαρτί (- 6%) και τα χημικά (-5%). Η μείωση της εγχώριας παραγωγής χημικών οδήγησε στην Ευρώπη να γίνει καθαρός εισαγωγέας χημικών το 2022, καθώς βασικοί παράγοντες του κλάδου όπως η BASF και η OCI μείωσαν την παραγωγή στην περιοχή».

Η βιομηχανία λιπασμάτων καταγράφει επίσης απότομη μείωση με μεγάλους ευρωπαίους παραγωγούς όπως η Yara και η Grupa Azoty να περιορίζουν την παραγωγή αμμωνίας, ουρίας, νιτρικών αλάτων και λιπασμάτων NPK (άζωτο, φώσφορο και κάλιο).

Η παραγωγή χάλυβα στην Ευρώπη έχει μειωθεί σημαντικά καθώς εταιρείες όπως η ArcelorMittal έκλεισαν προσωρινά τους φούρνους στη Γαλλία, την Πολωνία, την Ισπανία και τη Γερμανία.

Οι παραγωγοί αλουμινίου έχουν πληγεί σοβαρά από τις αυξημένες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας δεδομένης της έντασης ηλεκτρικής ενέργειας του κλάδου, με αρκετές εταιρείες όπως η Speira GmbH και η Alro να μειώνουν την παραγωγή.

Η ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ το 2022, κατέδειξε ότι ο καιρός είχε πιο περιορισμένη επίδραση από τις αρχικές εκτιμήσεις, καθώς ο εξαιρετικά ήπιος χειμώνας αντισταθμίστηκε εν μέρει από πρόσθετες ανάγκες ψύξης κατά τη διάρκεια του θερμότερου καλοκαιριού.

Το μεγαλύτερο μέρος οφείλεται σε παράγοντες που δεν σχετίζονται με τον καιρό, με σχεδόν τα δύο τρίτα της καθαρής μείωσης της ζήτησης να εκτιμάται ότι οφείλεται στην πτώση της ζήτησης από τις βιομηχανίες έντασης ενέργειας εν μέσω των υψηλών τιμών.

Σημαντικό ρόλο έπαιξαν επίσης οι αλλαγές συμπεριφοράς στους τομείς της κατοικίας και των υπηρεσιών, η εθελοντική εξοικονόμηση ενέργειας, τα ζητήματα προσιτής τιμής και μια ποικιλία βελτιώσεων στην απόδοση.

Ρεύμα: Αυτές είναι οι προτάσεις των παρόχων για τα νέα τιμολόγια από 1η Οκτωβρίου

Τι γίνεται το 2023

Όπως αναφέρεται στην έκθεση, το πρώτο εξάμηνο του 2023, ο καιρός είχε περιορισμένο αντίκτυπο στην εντυπωσιακή πτώση 6% σε ετήσια βάση της συνολικής ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη. Κι αυτό καθώς ο πιο ήπιος Ιανουάριος αντισταθμίστηκε σε μεγάλο βαθμό από έναν πιο κρύο Φεβρουάριο.

Κατά συνέπεια, οι κύριοι παράγοντες της πτώσης το πρώτο εξάμηνο του 2023 ήταν παράγοντες που δεν σχετίζονται με τις καιρικές συνθήκες, παρά το γεγονός ότι οι τιμές χονδρικής υποχώρησαν από τα υψηλά ρεκόρ τους.

Οι αναλυτές της ΙΕΑ, υπογραμμίζουν ότι ορισμένες εταιρείες στη βιομηχανία χάλυβα άρχισαν να αντιστρέφουν τις περικοπές τους που είχαν εφαρμοστεί το 2022.

Ωστόσο, σε τομείς όπως το αλουμίνιο, οι προσωρινές περικοπές παραγωγής ακολουθήθηκαν από οριστικό κλείσιμο. Παραγωγοί όπως η Talum και η Slovalco είναι δύο παραδείγματα εταιρειών που σταμάτησαν οριστικά την παραγωγή πρωτογενές αλουμίνιο.

Σύμφωνα με την ΙΕΑ, το μέλλον της βιομηχανίας έντασης ενέργειας της ΕΕ βρίσκεται σε σταυροδρόμι.Εν μέσω του αυξανόμενου ενεργειακού κόστους, η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται σε μια κρίσιμη συγκυρία για να αποφασίσει την πορεία δράσης της όσον αφορά τις βιομηχανίες έντασης ενέργειας.

Μεταξύ των επιλογών θα ήταν η ελάχιστη βοήθεια, η οποία θα απαιτούσε μια στροφή σε μια οικονομία αγαθών υψηλής αξίας, αλλά θα αυξήσει επίσης τα προβλήματα από τις γεωπολιτικές εντάσεις.

Μια άλλη επιλογή συνεπάγεται την εκτεταμένη υποστήριξη μέσω επιδοτήσεων τιμών ενέργειας, διατηρώντας τη βιομηχανία και τις θέσεις εργασίας, αλλά επιβαρύνοντας καταναλωτές και φορολογούμενους και απαιτώντας μια μακροπρόθεσμη δέσμευση.

Τέλος, η ΕΕ θα μπορούσε να ενισχύσει τις προσπάθειες απαλλαγής από τον άνθρακα και ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για την τροφοδοσία της πράσινης βαριάς βιομηχανίας, η οποία θα ήταν σύμφωνη με τους κλιματικούς στόχους της, αλλά προϋποθέτει θα επιφέρει σημαντικό αρχικό κόστος.

«Δεν υπάρχει εύκολος δρόμος προς τα εμπρός, καθώς κάθε επιλογή έρχεται με τις δικές της προκλήσεις και πιθανά οφέλη» καταλήγει η έκθεση της ΙΕΑ.

Διαβάστε ακόμη: