H νίκη στη μάχη κατά του πληθωρισμού μπορεί να έχει τίμημα για τις αγορές χρήματος, καθώς πιθανότατα οι κεντρικές τράπεζες θα αναγκαστούν να κρατήσουν τα επιτόκια σε υψηλά επίπεδα για μεγάλο χρονικό διάστημα, μέχρι και το 2025, υποστήριξε η επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα.
Σε συνέντευξη της στην εφημερίδα «The Guardian» ενόψει της επικείμενης ετήσιας συνόδου του Ταμείου στο Μαρακές, η Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα στάθηκε στο ρίσκο της διατήρησης του κόστους δανεισμού ψηλά για μια παρατεταμένη χρονική περίοδο, προκαλώντας τριγμούς στις τιμές των assets. Ωστόσο ξεκαθάρισε ότι «χρειάζεται να πετύχουμε νίκη στη μάχη κατά του πληθωρισμού, διότι ο πληθωρισμός είναι κακός για την ανάπτυξη και επιβλαβής για τα πιο φτωχά τμήματα του πληθυσμού».
Πάντως, παρά την πρόοδο που έχει επιτευχθεί στην αντιμετώπιση του πληθωρισμού δεν έχουν καταφέρει όλες οι χώρες να έχουν τις ίδιες επιδόσεις, κάτι που σημαίνει πως η περιοριστική νομισματική πολιτική θα διατηρηθεί κι άλλο.
«Δεν έχουμε τελειώσει και αυτό βάζει ένα ερωτηματικό στη διάρκεια των υψηλών επιτοκίων που σίγουρα θα διατηρηθούν το 2024 ίσως και μέχρι το 2025. Αυτό σημαίνει ότι θα έχουμε αδύναμες αναπτυξιακές προοπτικές και πιο σφιχτές χρηματοπιστωτικές συνθήκες» τόνισε χαρακτηριστικά. Πρόσθεσε δε, πως θα χρειαστεί αντιστοίχως σημαντικός χρόνος πριν ξεκινήσει η καθοδική πορεία των επιτοκίων.
Αναφορικά με την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας εξήγησε πως παρά το γεγονός ότι έχει εισέλθει σε μια τροχιά ανάκαμψης, αυτή είναι αργή και άνιση. «Υπάρχει ακόμη ακόμη αρκετός φόβος από την πανδημία και τον πόλεμο. Οι ΗΠΑ είναι η μόνη οικονομία που έχει επιστρέψει στην προ της πανδημίας τάση. Η Ευρωζώνη παραμένει χαμηλότερα κατά 2%, οι αναπτυσσόμενες αγορές είναι κάτω κατά 4-5% και οι πιο φτωχές χώρες κατά τουλάχιστον 6%» εξήγησε η Γκεοργκίεβα.
Η πορεία αυτή θα έχει επιπτώσεις και στις μακροπρόθεσμες προοπτικές. «Τα επόμενα πέντε χρόνια περιμένουμε κατά μέσο όρο ανάπτυξη στο 3% ετησίως σε σύγκριση με το 3,8% ετησίως την πενταετία πριν την πανδημία. Έχουμε αρκετές ακόμη πληγές να επουλώσουμε και η ανάπτυξη απλά δεν είναι αρκετή για να το πετύχει και να φέρει περισσότερη ευημερία στον κόσμο».
Ο πόλεμος δε, που ξέσπασε στην Ουκρανία και συνεχίζεται σε ένα διάστημα που η παγκόσμια οικονομία προσπαθούσε να ορθοποδήσει από την πανδημία παραμένει, όπως τόνισε, «ένα μεγάλο μαύρο σύννεφο που κρέμεται πάνω από την παγκόσμια οικονομία».
Το ίδιο το Ταμείο έχει ανοίξει τα… σεντούκια του για να βοηθήσει δίδοντας, όπως υποστήριξε, δάνεια ύψους 160 δισ. δολαρίων προς τις χώρες που επηρεάστηκαν από την πανδημία και άλλα 160 δισ. για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων του πολέμου. Όμως, κάλεσε τις πιο πλούσιες χώρες να ανταποκριθούν στην ανάγκη για μεγαλύτερη στήριξη προσφέροντας τα κονδύλια, ώστε να αυξηθεί το δίχτυ ασφαλείας και το αποθεματικό του ΔΝΤ.
Σε κάθε περίπτωση και οι χώρες από την πλευρά τους θα πρέπει να ενεργοποιηθούν περισσότερο για την ενίσχυση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. «Οι χώρες θα πρέπει να γίνουν πιο φιλόδοξες στην προώθηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για να ενεργοποιήσουν την ανάπτυξη και αυτό σημαίνει μεγαλύτερη έμφαση σε μέτρα ώθησης της παραγωγικότητας αλλά και στην πράσινη μετάβαση που μπορεί να δώσει νέα δυναμική».
Σημειωτέον πως η ετήσια δίδυμη σύνοδος ΔΝΤ και Παγκόσμιας Τράπεζας θα λάβει χώρα την ερχόμενη εβδομάδα, όπως ήταν προγραμματισμένο στο Μαρακές, παρά τον καταστροφικό σεισμό που έπληξε το Μαρόκο τον περασμένο μήνα.