Ανεβαίνουν οι τόνοι στη Fed καθώς η συζήτηση για τις μειώσεις επιτοκίων τον Δεκέμβριο φέρνει για μια ακόμα φορά αντικρουόμενες στρατηγικές και δύο διαφορετικά μονοπάτια για την οικονομία του 2026. Ομοσπονδιακοί αξιωματούχοι της Fed εμφανίζονται ανοιχτοί σε περαιτέρω μείωση επιτοκίων τον Δεκέμβριο, ωστόσο με διαφορετική έμφαση ως προς τον ρυθμό και την ένταση της χαλάρωσης.
Ο κυβερνήτης της Federal Reserve, Στίβεν Μίραν, δήλωσε ότι τα πιο ήπια του αναμενομένου στοιχεία για τον πληθωρισμό και η συνεχιζόμενη εξασθένηση της αγοράς εργασίας δικαιολογούν μια τρίτη συνεχόμενη μείωση επιτοκίων, ακόμη και κατά μισή ποσοστιαία μονάδα. Όπως σημείωσε σε συνέντευξή του στο CNBC, «τουλάχιστον» θα πρέπει να υπάρξει πρόσθετη μείωση κατά 25 μονάδες βάσης, καθώς τα πιο πρόσφατα δεδομένα ενισχύουν μια πιο «ήπια» στάση σε σχέση με τον Σεπτέμβριο.
Την ίδια στιγμή, η πρόεδρος της Fed του Σαν Φρανσίσκο, Μέρι Ντέιλι, προειδοποιεί για τον αντίθετο κίνδυνο: να διατηρηθούν τα επιτόκια υπερβολικά υψηλά για πολύ καιρό, σε μια περίοδο όπου η ζήτηση στην οικονομία φαίνεται να επιβραδύνεται, οι μισθολογικές πιέσεις μετριάζονται και ο πληθωρισμός στις υπηρεσίες και τη στέγαση δεν δείχνει σημάδια επιτάχυνσης. Η Ντέιλι υπογράμμισε ότι η Fed δεν πρέπει να επιδιώξει υπερβολική αυστηρότητα από φόβο επανάληψης της δεκαετίας του 1970, θυσιάζοντας την πιθανότητα ενός πιο ισορροπημένου σεναρίου ανάκαμψης όπως στη δεκαετία του 1990.
Το σκηνικό περιπλέκεται από την πρόσφατη αναστολή δημοσίευσης μακροοικονομικών δεδομένων λόγω του shutdown, γεγονός που σημαίνει ότι η Fed θα λάβει την απόφαση του Δεκεμβρίου με λιγότερες πληροφορίες. Παρά τις ήδη πραγματοποιημένες μειώσεις κατά 50 μονάδες βάσης φέτος, η συζήτηση στο εσωτερικό της Fed παραμένει έντονη: για ορισμένους, απαιτείται πιο γρήγορη χαλάρωση ώστε να στηριχθεί η αγορά εργασίας· για άλλους, η βιασύνη μπορεί να επιβαρύνει την αξιοπιστία της μάχης κατά του πληθωρισμού.
Το αποτέλεσμα θα κρίνει την πορεία της αμερικανικής οικονομίας στο 2026, ανάμεσα σε δύο διαφορετικά ρίσκα, αυτό της υπερβολικής σύσφιξης και το ρίσκο της υπερβολικής χαλάρωσης.