Σε μια «λογιστική ντρίπλα» υψηλού συμβολισμού για τους μετόχους τους προχώρησαν τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα στο τελευταίο τρίμηνο του 2024 παίρνοντας την απόφαση να το «φορτώσουν» με επιπλέον έξοδα για να στηρίξουν την κερδοφορία του 2025 και κατ’ επέκταση τους μετόχους.
Ο χρόνος για την δημοσιοποίηση των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων μετράει αντίστροφα και οι Χρ. Μεγάλου, Φ. Καραβίας, Β. Ψάλτης και Π. Μυλωνάς οριστικοποιούν αυτήν την περίοδο τα σχετικά μεγέθη.
Σύμφωνα με τις μέχρι σήμερα ανακοινώσεις την αρχή θα κάνει η Τράπεζα Πειραιώς στις 24 Φεβρουαρίου, θα ακολουθήσει η Eurobank στις 27 του ίδιου μήνα ενώ μια ημέρα αργότερα θα πάρει σειρά τη Alpha Bank.
Σημειώνεται ότι μαζί με τα αποτελέσματα της περσινής χρήσης οι τράπεζες θα παρουσιάσουν και τα επιχειρησιακά πλάνα της περιόδου 2025 – 2027.
Παράλληλα με ενδιαφέρον αναμένονται οι τοποθετήσεις των διοικήσεών τους για τα πλάνα περαιτέρω μεγέθυνσης του ενεργητικού τους μέσω εξαγορών.
Σε αυτή τη συγκυρία στο επίκεντρο της προσοχής των επενδυτών βρίσκεται η δεσμευτική πρόταση εξαγοράς του 70% της Εθνικής Ασφαλιστικής από την Πειραιώς, ενώ δεν αποκλείεται σύντομα να υπάρξουν νέες πρωτοβουλίες και από τους υπόλοιπους συστημικούς ομίλους.
Όπως εξηγεί στη «Α» υψηλόβαθμος τραπεζίτης «οι οικονομικές επιδόσεις του 2024 και η υψηλότερη των εκτιμήσεων καθαρή κερδοφορία, δίνει την δυνατότητα στις τράπεζες να υποστηρίξουν και τα αποτελέσματα του 2025. Συγκεκριμένα, προσθέτει, υπάρχει η βούληση να επιβαρυνθούν τα κέρδη του του τελευταίου τριμήνου του 2024, αναλαμβάνοντας προκαταβολικά έξοδα που αφορούν κατά κύριο λόγο την εφετινή χρήση. Με τον τρόπο αυτό, καταλήγει η ίδια πηγή, οι τέσσερις συστημικοί όμιλοι θα ενισχύσουν τις προοπτικές για τη διατήρηση της κερδοφορίας τους και το 2025 πάνω από τη ζώνη των 4 δισ. ευρώ αθροιστικά ανοίγοντας έτσι διάπλατα τον δρόμο για την ακόμη πιο γενναιόδωρη επιβράβευση των μετόχων τους».
Αυτό όμως που έχει ακόμη μεγαλύτερη σημασία είναι το γεγονός ότι η συγκεκριμένη στρατηγική κίνηση δεν έχει καμία ουσιαστική επίπτωση στους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας και κατ’ επέκταση στη μερισματική πολιτική που θα κληθούν να εγκρίνουν οι επερχόμενες ετήσιες γενικές συνελεύσεις των μετόχων τους.
Δείχνουν τον δρόμο Πειραιώς και Alpha Bank
Η συγκεκριμένη στρατηγική από πλευράς των τραπεζών άρχισε να ξετυλίγεται τις τελευταίες ημέρες και πιο συγκεκριμένα στις πρώτες ενημερώσεις των αναλυτών που πραγματοποιήθηκαν για την τάση των αποτελεσμάτων 4ου τριμήνου 2024.
Χρήστος Μεγάλου και Βασίλης Ψάλτης αφού επιβεβαίωσαν ότι η επιδιωκόμενη μερισματική απόδοση παραμένει στο 35% των κερδών για Τράπεζα Πειραιώς και Alpha Bank εστίασαν και στα έκτακτα έξοδα που ανέλαβαν στο τέλος του περασμένου έτους, προκειμένου να μην επιβαρύνουν τη φετινή χρήση.
Στην Πειραιώς η διοίκηση προχώρησε σε επιβάρυνση των αποτελεσμάτων με εφάπαξ έξοδα 200 εκατ. ευρώ για μη επαναλαμβανόμενες δαπάνες που αφορούν σε προβλέψεις απομείωσης χαρτοφυλακίων κόκκινων δανείων και ανακτηθέντων ακινήτων που ταξινομήθηκαν προς πώληση, το πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου του προσωπικού αλλά και η χορηγία προς το δημόσιο για τη δημιουργία σχολείων, στη βάση της συμφωνίας με την κυβέρνηση για δωρεά συνολικού ύψους 100 εκατ. ευρώ από τους 4 μεγάλους του κλάδου.
Πρόκειται για δαπάνες που σε διαφορετική περίπτωση θα επιβάρυναν τα αποτελέσματα του 2025.
Την περασμένη εβδομάδα και η διοίκηση της Alpha Bank ενημέρωσε τους αναλυτές για την τάση των αποτελεσμάτων Δ΄ τριμήνου κάνοντας γνωστό ότι προχώρησε σε εφάπαξ έξοδα άνω των 80 εκατ. ευρώ για το εξεταζόμενο διάστημα.
Όπως και οι υπόλοιπες τράπεζες, η Alpha θα έχει αυξημένες έκτακτες δαπάνες, λόγω της δωρεάς για σχολικά κτήρια (25 εκατ. ευρώ), του προγράμματος εθελουσίας εξόδου προσωπικού (5-10 εκατ. ευρώ) και της τιτλοποίησης Gaia II (περί τα 50 εκατ. ευρώ).
Παρά την επίδραση από τα έκτακτα έξοδα οι στόχοι κερδοφορίας στη χρήση 2024 επιτεύχθηκαν, σύμφωνα με όσα αναφέρθηκαν στις παρουσιάσεις, χωρίς φυσικά να δοθούν ακριβείς αριθμοί.
Η άσκηση δεν είναι απλή, λόγω της εν εξελίξει διαδικασίας αποκλιμάκωσης του κόστους χρήματος, που θα συνεχιστεί καθ’ όλη την διάρκεια του 2025 οδηγώντας τους παρεμβατικούς δείκτες της ΕΚΤ μέχρι τον Σεπτέμβριο στο 2% από 4% που ήταν κατά την περίοδο αυστηροποίησης της νομισματικής της πολιτικής.
Με δεδομένο ότι το 80% περίπου των καθαρών τους εσόδων προέρχεται από τόκους και το μεγαλύτερο μέρος του υφιστάμενου χαρτοφυλακίου χορηγήσεων αποτελείται από δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου, αναπόφευκτα το εισόδημά τους από τη συγκεκριμένη πηγή θα δεχθεί πιέσεις.
Το τελικό ύψος των απωλειών θα εξαρτηθεί από την πιστωτική επέκταση που θα επιτύχουν τη νέα χρονιά.
Όπως και να έχει, η εφετινή χρήση είναι γεμάτη προκλήσεις και οι τραπεζικές διοικήσεις θέλουν να δημιουργήσουν μέσω της κατάλληλης διαμόρφωσης των αποτελεσμάτων του δ΄ τριμήνου 2024 ζώνες άμυνας.
H μερισματική πολιτική
Σε ό,τι αφορά τη μερισματική πολιτική, σύμφωνα με όσα έχουν ανακοινώσει οι τραπεζικές διοικήσεις μετά τη διανομή του 25% των κερδών της χρήσης του 2023 και την αύξηση του ποσοστού στο 40% για το 2024, ο πήχης για εφέτος έχει μπει στο 50%.
Για να έχει όμως νόημα η αύξησή του σε αυτά τα επίπεδα θα πρέπει να διατηρήσουν τα κέρδη τους και το 2025 σε υψηλά επίπεδα.
Ατύπως ο στόχος που έχει τεθεί προβλέπει την επιβράβευση των μετόχων τους με ένα ποσό γύρω στα 2 δισ. ευρώ, τόσο μέσω επιστροφής κεφαλαίου, όσο και μέσω επαναγοράς ιδίων μετοχών.
Ωστόσο τις τελευταίες ώρες κάνει τον γύρο της αγοράς η πληροφορία που θέλει την Πειραιώς να εξετάζει να μην προχωρήσει σε επαναγορά μετοχών και να δώσει μόνο μέρισμα.
Με δεδομένο ότι το μέρισμα χρήσης 2023 ήταν στην περίπτωσή της συμβολικό, τα τουλάχιστον 350 εκατ. ευρώ που θα μοιραστούν στους μετόχους ως (μικτό) μέρισμα συνιστούν μια κανονική ανταμοιβή και μια θελκτική μερισματική απόδοση.
Στον αντίποδα, η Alpha Bank προτίθεται να σπάσει την ανταμοιβή μετόχων σε μέρισμα και επαναγορά μετοχών, προκειμένου να αξιοποιήσει το ότι διαπραγματεύεται σε p/tbv της τάξης του 0,6x.
Αγοράζοντας ίδιες μετοχές αισθητά κάτω από την καθαρή ενσώματη αξία της μετοχής, αναδεικνύει αξία για τους μετόχους.
Αναμφίβολα το 2025 αποτελεί μία ιδιαίτερη χρονιά για τον εγχώριο κλάδο, καθώς καλείται να αποδείξει ότι είναι σε θέση να παράγει ισχυρή επαναλαμβανόμενη κερδοφορία και να επιβραβεύει ανάλογα τους μετόχους του, ανεξαρτήτως νομισματικού περιβάλλοντος και επιτοκιακής πολιτικής.
Διαβάστε ακόμη:
- Μητσοτάκης: Η ασφάλεια των πολιτών στις συγκοινωνίες βασικός πυλώνας της πολιτικής μας
- Ραγδαία άνοδος στην ελληνική αγορά πολυτελών ακινήτων
- Το σχέδιο απόφασης των ΗΠΑ για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία
- Οι 10 πιο πολυτελείς σουίτες κρουαζιερόπλοιων που κλείνονται μέχρι και 3 χρόνια νωρίτερα