Στα οικονομικά αποτελέσματα που θα δημοσιεύσουν οι ελληνικές τράπεζες για το πρώτο τρίμηνο του 2025 στρέφεται αυτή την εβδομάδα το ενδιαφέρον της επενδυτικής κοινότητας, καθώς στο καθιερωμένο ραντεβού των τραπεζιτών που θα ακολουθήσει με τους αναλυτές θα δοθούν οι απαντήσεις σε μια σειρά από κρίσιμα ζητήματα για το υπόλοιπο της χρονιάς.
Το μεγάλο ζητούμενο είναι ο βαθμός που θα επηρεάσουν οι συνεχιζόμενες μειώσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ τα οικονομικά αποτελέσματα και συγκεκριμένα το κατά πόσο η συνεπακόλουθη πτώση που θα καταγράψουν τα επιτοκιακά έσοδα θα πιέσουν την καθαρά κερδοφορία του εγχώριου πιστωτικού συστήματος.
«Αναμφίβολα, τονίζει τραπεζικός αναλυτής στο Radar τα αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου αναμένεται να επηρεαστούν από τις μειώσεις επιτοκίων της ΕΚΤ, με κύρια χαρακτηριστικά την πτώση των επιτοκιακών εσόδων και των εσόδων από προμήθειες.
Ωστόσο, προσθέτει ο ίδιος, η συγκράτηση των λειτουργικών εξόδων, όπως επίσης και η περαιτέρω πτώση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και συνακόλουθα των δεσμευμένων προβλέψεων για επισφάλειες, θα λειτουργήσουν αντισταθμιστικά στη ζυγαριά των κερδών α’ τριμήνου, το οποίο θα δείξει επαναλαμβανόμενη ισχυρή κερδοφορία».
Αν επιβεβαιωθεί η λελογισμένη υποχώρηση των εσόδων από τόκους, οι 4 μεγάλοι του κλάδου υπολογίζεται πως θα εμφανίσουν καθαρά κέρδη της τάξης των 1 δισ. ευρώ στο α΄ τρίμηνο της εφετινής χρήσης.
Την αρχή των ανακοινώσεων έκανε χθες η Τράπεζα Πειραιώς, ενώ θα ακολουθήσουν την Πέμπτη 8 Μαΐου η Eurobank και η Εθνική Τράπεζα και ο κύκλος θα κλείσει την Παρασκευή στις 9 Μαΐου με την Alpha Bank.
Τράπεζα Πειραιώς: Στα 284 εκατ. ευρώ τα κέρδη το α’ τρίμηνο 2025
Ισχυρή κερδοφορία σημείωσε η Τράπεζα Πειραιώς το πρώτο τρίμηνο του 2025, στα 284 εκατ. ευρώ, η οποία αντιστοιχεί σε €0,22 κέρδη ανά μετοχή.
Επίσης σημείωσε 14,7% απόδοση ενσώματων ιδίων κεφαλαίων (RoaTBV), ενώ βρίσκεται σε τροχιά επίτευξης ή υπέρβασης των στόχων για περίπου €0,80 κέρδη ανά μετοχή και 14% απόδοση κεφαλαίων αντίστοιχα για το σύνολο του 2025.
Τα ενσώματα ίδια κεφάλαια ανά μετοχή ανήλθαν σε €6,01, αυξημένα κατά 14% ετησίως.
Τα καθαρά έσοδα διαμορφώθηκαν σε €649 εκατ., αυξημένα κατά 10% ετησίως, υποστηριζόμενα από τα καθαρά έσοδα προμηθειών. Οι προμήθειες αυξήθηκαν κατά 10% ετησίως, επωφελούμενες από την ισχυρή άνοδο των πελατειακών χαρτοφυλακίων.
Ο δείκτης προμηθειών προς καθαρά έσοδα διαμορφώθηκε στο 25%, αυξημένος κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες τριμηνιαίως.
Τα καθαρά έσοδα από τόκους μειώθηκαν κατά 7% ετησίως, αντανακλώντας τη μείωση του 3μηνου Euribor κατά 135 μονάδες βάσης αντίστοιχα.
Το μέρισμα σε μετρητά ποσού €373 εκατ. από τα καθαρά κέρδη του 2024 θα πληρωθεί στους μετόχους της Πειραιώς στις 10 Ιουνίου 2025.
Τα σημεία κλειδιά
Όπως είναι φυσικό το ενδιαφέρον των αναλυτών θα πέσει στην πορεία των εσόδων από τόκους και προμήθειες, τα οποία για τις τέσσερις μεγάλες τράπεζες ανήλθαν το 2024 σε 8,667 δισ. ευρώ και 2,148 δισ. ευρώ αντίστοιχα.
Σε ό,τι αφορά τα έσοδα από τόκους, το 2024 ήταν μια χρονιά ρεκόρ που άπαντες αναγνωρίζουν ότι δεν πρόκειται να επαναληφθεί και φέτος, καθώς θα αποτυπωθούν στα τραπεζικά αποτελέσματα οι μειώσεις επιτοκίων της ΕΚΤ.
Ωστόσο, στο σύνολό τους οι διεθνείς οίκοι, επισημαίνουν μέσω των εκθέσεών τους ότι τα καθαρά έσοδα τόκων θα παραμείνουν σχετικά ανθεκτικά και φέτος, καθώς οι ελληνικές τράπεζες έχουν το πλεονέκτημα να διατηρούν το επιτοκιακό τους περιθώριο σε διπλάσια σχεδόν επίπεδα σε σύγκριση με τις ευρωπαϊκές τράπεζες.
Ενδεικτικά οι δείκτες euribor, με τους οποίους είναι συνδεδεμένη η πλειονότητα του χαρτοφυλακίου χορηγήσεων των τραπεζών, ήταν χαμηλότεροι 150 μονάδες βάσης περίπου κατά τα μέσο όρο σε σχέση με το ξεκίνημα του 2024.
Συγκεκριμένα, πέρυσι κινούνταν κοντά στη ζώνη του 4%, καθώς η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) δεν είχε ακόμη ξεκινήσει τη χαλάρωση της νομισματικής της πολιτικής.
Τους πρώτους τρεις μήνες της εφετινής χρονιάς είχαν υποχωρήσει γύρω από το 2,5%, μετά από 6 περικοπές των παρεμβατικών δεικτών της Ευρωτράπεζας και εν αναμονή της έβδομης αντίστοιχης κίνησης, που πραγματοποιήθηκε αυτό το μήνα.
Στην προσπάθεια του το τραπεζικό σύστημα να θωρακίσει την κερδοφορία του ώστε να διατηρήσει την μερισματική απόδοση που έχει υποσχεθεί στους μετόχους του, πέρασε αυτόματα την υποχώρηση των επιτοκίων μετά τις μειώσεις της ΕΚΤ, στις ανατιμολογήσεις δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο, ενώ την ίδια στιγμή δεν έπραξαν αντίστοιχα στα επιτόκια των προθεσμιακών καταθέσεων όπου η πτώση δεν ξεπέρασε το 0,10 της μονάδας.
Έτσι από την συνδυασμένη αυτή στρατηγική οι τράπεζες αναμένουν μικρή σχετικά υποχώρηση των επιτοκιακών εσόδων το α΄ τρίμηνο 2025 κατά 7% – 9% σε ετήσια βάση πάντα σε σύγκριση με το α΄ τρίμηνο 2024.
Υπενθυμίζεται ότι στο α΄ τρίμηνο του 2024 το καθαρό εισόδημα των συστημικών ομίλων από τοκοφόρες δραστηριότητες είχε διαμορφωθεί σε 2,11 δισ. ευρώ.
Αναλυτές εκτιμούν ότι η μείωσή τους την αντίστοιχη εφετινή περίοδο θα είναι περιορισμένη, προβλέποντας ότι τα σχετικά μεγέθη θα κινηθούν κοντά στα 2 δισ. ευρώ.
Συγκρατημένη υποχώρηση
Η συγκρατημένη υποχώρηση κατά τις ίδιες πηγές αποδίδεται σε μια σειρά από στρατηγικές επιλογές:
Πρώτον οι τράπεζες την περίοδο του ακριβού χρήματος έκτισαν ένα ισχυρό χαρτοφυλάκιο ομολόγων στα βιβλία τους, κυρίως κρατικών, μέσω των οποίων έχουν κλειδώσει μία υψηλή απόδοση στη λήξη.
Αυτό σημαίνει ότι εισπράττουν τα τοκομερίδια με βάση τα κουπόνια που εξασφάλισαν κατά την αγορά των τίτλων.Ως εκ τούτου, τα συγκεκριμένα έσοδα δεν επηρεάζονται από τις μεταβολές στο κόστος του χρήματος
Δεύτερον η πιστωτική επέκταση ήταν ισχυρή κατά την περυσινή χρήση, ενώ καλές επιδόσεις εκτιμάται ότι θα ανακοινώσουν και για το α΄ τρίμηνο του 2025 εξασφαλίζοντας επιπλέον έσοδα.
Τρίτον σχεδόν ανεπηρέαστοι θα μείνουν οι τόκοι που κέρδισαν από το χαρτοφυλάκιο της στεγαστικής πίστης, καθώς στο σύνολο των εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων της κατηγορίας οι τράπεζες είχαν ενεργοποιήσει προγράμματα προστασίας των πελατών τους, ορίζοντας πλαφόν στους συνδεδεμένους δείκτες euribor.
Τα ανώτατα όρια κινούνταν στο 2,7% – 2,9%, τα οποία δεν απέχουν σημαντικά από τα επίπεδα των συγκεκριμένων επιτοκίων στο ξεκίνημα του 2025.Αν συνυπολογιστούν και τα έξτρα έσοδα που εξασφάλισαν από τις πωλήσεις νέων στεγαστικών δανείων το 2024 η επίπτωση αναμένεται ασήμαντη.
Πίεση και στις προμήθειες
Πέρα από την αναμενόμενη μείωση των επιτοκιακών εσόδων, οι τράπεζες θα καταγράψουν στο α΄ τρίμηνο 2025 και χαμηλότερα έσοδα από προμήθειες.
Όπως εξηγεί υψηλόβαθμο τραπεζικό στέλεχος οι λόγοι της μείωσης για το πρώτο τρίμηνο είναι δύο: πρώτον το α΄ τρίμηνο, παραδοσιακά, δεν έχει τα υψηλά έσοδα προμηθειών του γ΄ τριμήνου λόγω του τουρισμού και δεύτερον δεν παρουσιάζει αύξηση των νέων δανείων καθώς παραδοσιακά το δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουάριο χαρακτηρίζονται ως «νεκροί» μήνες.
Μάλιστα, η πιστωτική επέκταση του φετινού α΄ τριμήνου θα πρέπει να συγκριθεί με το δ΄ τρίμηνο 2024 όπου ολοκληρώθηκαν μεγάλες συναλλαγές δανείων που αύξησαν την πιστωτική επέκταση.
Την κατάσταση θα επιβαρυνθεί ακόμη περισσότερο καθώς οι τράπεζες θα δουν την πρώτη επιβάρυνση στα έσοδα προμηθειών από την κατάργηση ή μεγάλη μείωση των χρεώσεων στις συνηθέστερες συναλλαγές λιανικής, την οποία νομοθέτησε η κυβέρνηση και ενεργοποιήθηκε τον Φεβρουάριο.
Από τον μηδενισμό ή μείωση στο μισό των προμηθειών αυτών, η καθεμία από τις τέσσερις μεγάλες τράπεζες υπολογίζει ότι θα έχει απώλεια εσόδων 25 εκατ. ευρώ ετησίως.
Σημαντικό πάντως ρόλο για την εν μέρη αναπλήρωση των απωλειών από το έντοκο εισόδημα εκτιμάται πως θα παίξουν οι πολύ καλές επιδόσεις σε bancassurance και asset management.
Διαβάστε ακόμη:
-
Σοφία Παυλίδου κατά Μάνου Παπαγιάννη: «Και η Κόνι Μεταξά φοβόταν ότι θα τη σαπίσει στο ξύλο»
-
Κοινωνικός τουρισμός ΔΥΠΑ 2025 – 2026: Άνοιξε η πλατφόρμα, πού κάνεις αίτηση
-
Προσωπικός Αριθμός Πολίτη: Πώς θα εκδοθεί – Τι θα γίνει με τις ταυτότητες