Η δυναμική είσοδος της ΔΕΗ στη λιανική αγορά ευρυζωνικών υπηρεσιών μέσω FTTH, με ιδιαίτερα ανταγωνιστικές τιμές, ανατρέπει τις ισορροπίες στην ελληνική τηλεπικοινωνιακή αγορά και θέτει νέες προκλήσεις για τον ΟΤΕ. Όπως επισημαίνει σε ανάλυσή της η JP Morgan, η κίνηση αυτή ενισχύει τον ανταγωνισμό σε μια περίοδο όπου ο ΟΤΕ επένδυε σημαντικά στη μετάβαση προς τις οπτικές ίνες. Η αμερικανική επενδυτική τράπεζα υποβάθμισε τη σύστασή της για τη μετοχή του ΟΤΕ από «υπεραπόδοση» σε «ουδέτερη», διατηρώντας την τιμή-στόχο των 18,5 ευρώ για τον Δεκέμβριο του 2026, καθώς το νέο ρίσκο που δημιουργεί η ΔΕΗ απαιτεί, όπως τονίζει, πιο επιφυλακτική στάση από τους επενδυτές.
Επιθετική πολιτική τιμών από τη ΔΕΗ
Η ΔΕΗ παρουσίασε την περασμένη εβδομάδα νέα πακέτα ευρυζωνικής πρόσβασης μέσω FTTH με την επωνυμία «ΔΕΗ», διαθέσιμα ήδη σε περίπου 600.000 οικιακές συνδέσεις όπου έχει αναπτυχθεί σχετική υποδομή. Οι υπηρεσίες αυτές δεν συνοδεύονται από τηλεφωνία, τηλεόραση ή κινητή τηλεφωνία και αφορούν τρεις ταχύτητες: 500Mbps, 1Gbps και 2,5Gbps. Οι τιμές είναι σημαντικά χαμηλότερες από τον ανταγωνισμό, με εκπτώσεις που φτάνουν έως και 56% σε σχέση με τα αντίστοιχα προγράμματα των Cosmote, Nova και Vodafone. Για παράδειγμα, το πακέτο 500Mbps της Cosmote κοστίζει 37,5 ευρώ, ενώ της ΔΕΗ μόλις 17,9 ευρώ, ενώ για ταχύτητα 1Gbps η αντίστοιχη διαφορά είναι 45,1 ευρώ έναντι 19,9 ευρώ.
Κίνδυνος απώλειας μεριδίου αγοράς για τον ΟΤΕ
Η JP Morgan επισημαίνει ότι η Cosmote παραμένει ο ακριβότερος πάροχος σε όλες τις κατηγορίες, με τη ΔΕΗ να προσφέρει πλέον τις πιο οικονομικές λύσεις στην αγορά. Αυτό ενδέχεται να αλλάξει τις ισορροπίες στον ανταγωνισμό για τις νέες συνδέσεις FTTH, από τις οποίες μέχρι πρόσφατα ο ΟΤΕ αντλούσε ανάπτυξη για να αντισταθμίσει την απώλεια πελατών από τις παλαιότερες τεχνολογίες. Σήμερα, πάνω από το 80% των πελατών του ΟΤΕ παραμένουν σε FTTC και χαλκό, με μόνο 18% να έχει μεταβεί σε FTTH. Εάν η ΔΕΗ καταφέρει να αποσπάσει σημαντικό μερίδιο από τις νέες συνδέσεις, ο ΟΤΕ κινδυνεύει να αντιμετωπίσει καθαρές απώλειες πελατών χωρίς δυνατότητα αναπλήρωσης.
Προβληματισμός για τα έσοδα της σταθερής τηλεφωνίας
Αυτό το νέο περιβάλλον, όπως επισημαίνει η JP Morgan, δημιουργεί κινδύνους τόσο για το μερίδιο αγοράς όσο και για τις προοπτικές ανάκαμψης των εσόδων της Cosmote στη λιανική σταθερής τηλεφωνίας. Η JP Morgan προβλέπει πτώση 1,3% στα retail fixed έσοδα στο πρώτο εξάμηνο του 2025, με οριακή ανάπτυξη 0,3% στο δεύτερο εξάμηνο, λόγω κρατικών επιδοτήσεων και συμφωνιών με Vodafone και Nova. Ωστόσο, αν η ΔΕΗ διατηρήσει την επιθετική τιμολογιακή της πολιτική, δεν αποκλείεται οι υπόλοιποι πάροχοι να αναγκαστούν να μειώσουν τις τιμές τους, συμπιέζοντας περαιτέρω το ARPU και περιορίζοντας την ανάκαμψη της κερδοφορίας.
Οι άμυνες του ΟΤΕ απέναντι στον νέο ανταγωνισμό
Παρόλα αυτά, η JP Morgan αναγνωρίζει ότι ο ΟΤΕ διατηρεί κάποια πλεονεκτήματα. Κατ’ αρχάς, προσφέρει πλήρεις συγκλίνουσες υπηρεσίες (σταθερή, κινητή, τηλεόραση), με το 70% της πελατειακής του βάσης να χρησιμοποιεί πακέτα FMC, δημιουργώντας μεγαλύτερη πιστότητα στους πελάτες. Επίσης, διαθέτει ήδη μεγαλύτερη κάλυψη FTTH, που φτάνει τα 1,8 εκατομμύρια νοικοκυριά, με στόχο τα 3 εκατομμύρια μέχρι το 2027. Από την άλλη, η ΔΕΗ σχεδιάζει να φτάσει το 1,5 εκατομμύριο μέχρι το 2025 και τα 3 εκατομμύρια έως το 2030, γεγονός που μακροπρόθεσμα θα δημιουργήσει δύο ισοδύναμους παίκτες στην αγορά FTTH.
Συνοψίζοντας, η JP Morgan εκτιμά ότι, παρά τα θετικά στοιχεία για τη μακροπρόθεσμη προοπτική του ΟΤΕ —όπως η πώληση της Telekom Romania, η περαιτέρω μετάβαση στο FTTH και η στήριξη από κρατικές επιδοτήσεις και χονδρικές συνεργασίες— η είσοδος της ΔΕΗ δημιουργεί ένα πιο ανταγωνιστικό περιβάλλον. Αυτό το περιβάλλον περιορίζει την επενδυτική ελκυστικότητα της μετοχής του ΟΤΕ στη σημερινή συγκυρία και δικαιολογεί τη μεταβολή της σύστασης σε «ουδέτερη».