Να…. κλέψει το ψωμί των παραδοσιακών τραπεζών επιδιώκει η Revolut, η οποία υπέβαλε αίτημα για πλήρη τραπεζική άδεια στις βρετανικές εποπτικές αρχές. Για όσους παρακολουθούν τη διάσημη πλέον fintech (και αρκετά δημοφιλής και στην Ελλάδα), ήταν θέμα χρόνου, αλλά και λαϊκής απαίτησης.

Κι αυτό διότι η Revolut δε θεωρείται ακόμη “κανονική” τράπεζα, παρότι δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τα παραδοσιακά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα – παρέχει όλες τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες που χρειάζεται ο καταναλωτής (κατάθεση, ανάληψη, μισθοδοσία, χρεωστική κάρτα κλπ) αλλά και πληθώρα ακόμη χρηματοοικονομικων υπηρεσιών και πρόσβαση σε κάθε λόγης assets όπως μετοχές, πολύτιμα μέταλλα ακόμη και κρυπτονομίσματα.

Για την ακρίβεια το τελευταίο υπήρξε ένας σημαντικός λόγος διάδοσής της που την έκανε αγαπητή στο νεότερο κοινό, όπως επίσης και το εύχρηστο περιβάλλον χρήστη αλλά και η εχεμύθεια που τη χαρακτηρίζει…

Σύμφωνα με ανεπίσιμες εκτιμήσεις το 2019, η πραγματική αξία της start up ανέρχεται σε 5,5 δισ. δολ. και είναι μία από τις μεγαλύτερες και ταχύτερα αναπτυσσόμενες fintech της Ευρώπης στον τομέα των fintech. Να σημειωθεί ότι ο όρος fin tech περιγράφει τον τομέα, ατην ανάπτυξη και επίδραση της τεχνολογίας στον χώρο των οικονομικών, γενικά όπου μπορεί η τεχνολογία να επέμβει για να προσφέρει υπηρεσίες στα χρηματοοικονομικά.

Οι ψηφιακές τράπεζες άλλωστε απογειώθηκαν εν μέσω της πανδημίας, η οποία εκτόξευσε τις διαδικτυακές συναλλαγές. Όπως κάθε κρίση, έτσι και τώρα φαίνεται να γεννάται η ευκαιρία που θα τις καθιερώσει στο ακόμη διστακτικό κοινό που προτιμά την παραδοσιακή τραπεζική.

Τι τραπεζικές υπηρεσίες προσφέρει

Η άδεια, σύμφωνα με την σχετική ενημέρωση, θα επιτρέψει στην εταιρεία να χορηγεί δάνεια και να «ανοίγει» αποταμιευτικούς λογαριασμούς. Θα διασφαλίζει παράλληλα, τις καταθέσεις πελατών έως το ύψος των 114.700 δολαρίων (85.000 στερλινών). Η Revolut ιδρύθηκε το 2015 από τον Nikolay Storonsky, παρέχοντας μια σειρά χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών μέσω του app που διαθέτει στα κινητά τηλέφωνα.

Κρυπτονομίσματα

Ανάμεσα σ’ αυτές είναι η πραγματοποίηση συναλλαγών χωρίς επιβαρύνσεις, η υλοποίηση ατελών μεταφορών ξένου συναλλάγματος και η ανταλλαγή κρυπτονομισμάτων. Η Revolut ήδη διαθέτει άδεια για ηλεκτρονικές συναλλαγές στο Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά και πλήρη τραπεζική άδεια στη Λιθουανία. Σημειώνεται ωστόσο ότι η αγορά κρυπτονομισμάτων μέσω Revolut δεν ισοδυναμεί με κατοχή των κρυπτονομισμάτων αυτών, όπως μέσω των παραδοσιακών ψηφιακών ανταλλακτηρίων. Δηλαδή ο χρήστης Revolut δεν είναι κύριος των κρυπτονομισμάτων του, εφόσον δεν του παρέχεται κάποιο κλειδί, ούτε μπορεί να τα στείλει από εδώ κι απο κεί.

Στην ουσία απλά ποντάρει σε αυτά, στην άνοδο ή πτώση τους, “αγοράζει” την ισοτιμία με ευρώ/δολάριο, και μάλιστα με μη συμφέρουσα προμήθεια (καθώς η Revolut κρατά σημαντικό fee). Είναι ίσως ένας τρόπος για να εισέλθει κανείς στο χώρο των κρυπτονομισμάτων, αλλά δεν συνιστάται για όσους θέλουν να είναι κύριοι των funds τους. “Not your keys, not your crypto”. Είναι αντίστοιχο του να αγοράσει κανείς συμβόλαια χρυσού μέσω τραπέζης. Δε σου ανήκει πραγματικός χρυσός, αλλά παράγωγό του.

Γιάννης Τσιρογιάννης