Με αμοιβαίες υποχωρήσεις προχωρά το κυβερνητικό σχέδιο για την προστασία των καταναλωτών από ηλεκτρονικές απάτες μέσω καρτών ή κλοπής των προσωπικών δεδομένων τους και κωδικών e-banking.

Αν και η κυβέρνηση επιμένει ότι έχουν ωριμάσει οι συνθήκες να προχωρήσει άμεσα το σχέδιο νόμου που ήδη τέθηκε σε διαβούλευση , οι τραπεζίτες κατά την συνάντησή τους στο τέλος της περασμένης εβδομάδας με τον υπουργό Ανάπτυξης Άδωνι Γεωργιάδη , υποστήριξαν ότι δεν είναι ώριμες οι συνθήκες και ζήτησαν χρόνο ώστε να προσαρμόσουν τα ηλεκτρονικά συστήματα των τραπεζών.

Πρόκειται για αν μη τι άλλο βάσιμο επιχείρημα, το οποίο η κυβέρνηση δεν μπορεί παρά να υπολογίσει. Εκ των πραγμάτων όμως το αίτημα έχει και την πολιτική του διάσταση : Έχοντας δυσάρεστες εμπειρίες από το παρελθόν οι τράπεζες , δεν επιθυμούν να μπλέξουν με την πολιτική διελκυστίνδα .

Αξιοποιούν έτσι το επιχείρημα της καλύτερης προετοιμασίας τους προκειμένου το ζήτημα να αντιμετωπιστεί σε «νεκρό» πολιτικά χρόνο και να μην αποτελέσει προεκλογικό «όπλο» .

Άλλωστε έχουν προς τούτου σοβαρές και βάσιμες επιφυλάξεις :

Σύμφωνα με το νομοσχέδιο προβλέπεται αποζημίωση των θυμάτων ηλεκτρονικής απάτης για το phishing από τις τράπεζες για ποσά άνω των 1.000 ευρώ, ακόμα κι όταν η ζημιά έχει προκληθεί λόγω βαριάς αμέλειας του καταναλωτή–πελάτη της τράπεζας σε ό,τι αφορά την προστασία των προσωπικών του δεδομένων και κυρίως του PIN/κωδικών e-banking.

Η ρύθμιση είναι αντίθετη, όπως υποστηρίζουν οι τράπεζες , στις διατάξεις της Οδηγίας της ΕΕ 2366/2015 και δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στην άσκηση αξιώσεων εναντίον εκείνων που χρησιμοποιούν τεχνικές phishing σε βάρος των πολιτών.

Επίσης κατά την επιχειρηματολογία των τραπεζών ενδέχεται να ενθαρρυνθούν ριψοκίνδυνες και ανεύθυνες συμπεριφορές από τους καταναλωτές που κάνουν χρήση των ηλεκτρονικών πληρωμών.

Παράλληλα ελλοχεύει ο κίνδυνος να δημιουργηθεί μια νέα μορφή απάτης που θα δημιουργεί εικονικά phishing «και ο ένας χάκερ να “κλέβει” τον άλλον για να πληρώνει τελικά η τράπεζα, χωρίς μάλιστα να έχει το δικαίωμα να στραφεί κατά των απατεώνων, ώστε πάρει πίσω τα χρήματα, ούτε και να ζητήσει την ποινική δίωξη των δραστών.

Κατά τη συνάντηση από πλευράς τραπεζών τέθηκε και το θέμα της μείωσης του ορίου των ηλεκτρονικών συναλλαγών στα 1.000 ευρώ. Από τη πλευρά τους θύματα του phishing, όπως προκύπτει από σχόλια που κατατέθηκαν στο πλαίσιο της διαβούλευσης, ζητούν να ισχύσει αναδρομικά η διάταξη ώστε να αποζημιωθούν, ενώ διατυπώνεται και η άποψη ότι το βάρος της απόδειξης για βαριά αμέλεια θα πρέπει να βαρύνει τις τράπεζες.

Από την πλευρά τους οι τράπεζες υποστηρίζουν ότι η ευθύνη του ίδιου του πελάτη δεν μπορεί να περιορίζεται στα 1.000 ευρώ όταν ο ίδιος έχει επιδείξει βαριά αμέλεια, τις συνέπειες της οποίας θα κληθεί τελικά να πληρώσει η τράπεζα.

Οι τράπεζες υποστηρίζουν ότι αν υιοθετηθεί η εν λόγω διάταξη, ένας πελάτης που πέφτει θύμα phishing και δει να εξανεμίζονται από τον λογαριασμό του 15.000 ευρώ, η τράπεζα θα κληθεί να του καταβάλει 14.000 ευρώ, ακόμα κι αν το θύμα με δική του ευθύνη έδωσε στους επιτήδειους τα προσωπικά στοιχεία ασφαλείας.

Η σύσκεψη έληξε με υποχώρηση και των δύο πλευρών : Οι τράπεζες δέχθηκαν την προώθηση της σχετικής διάταξης και η κυβέρνηση αποδέχθηκε ότι αυτή θα εφαρμοστεί μετά από εξάμηνο όταν οι τράπεζες θα έχουν ολοκληρώσει την αναβάθμιση των συστημάτων ασφαλείας του εισάγοντας έναν τρίτο κωδικό ασφαλείας για συναλλαγές άνω των 1.000 ευρώ.

Διαβάστε ακόμη: