Ο Νορβηγός εξπρεσιονιστής ζωγράφος Έντβαρτ Μουνκ δημιούργησε τον διάσημο πίνακά του, «Η Κραυγή» το 1893, δηλαδή πριν από 131 χρόνια. Ο καλλιτέχνης ήθελε τα σύννεφα στο φόντο του έργου να έχουν «το χρώμα του αίματος», όπως ακριβώς τα είχε δει εκείνος όταν ένα απόγευμα περπατούσε, καθώς έδυε ο ήλιος, πάνω από ένα φιόρδ ατενίζοντας το Όσλο. Υπάρχουν τέσσερις γνωστές εκδοχές της «Κραυγής» ζωγραφισμένες από τον Μουνκ, οι δύο από αυτές με λάδια και οι άλλες με παστέλ, όλες εκ των οποίων έχουν χάσει σήμερα την αρχική τους ζωντάνια. Με τη βοήθεια της τεχνητής νοημοσύνης (AI), μέσω της διεθνούς συνεργασίας PERCEIVE, που ξεκίνησε πέρυσι, το Μουσείο Μουνκ στο Όσλο ανέλυσε τη χρωματική χημεία δύο εκδοχών του διάσημου πίνακα και έφτιαξε μία «Χρονομηχανή της Κραυγής», δηλαδή ένα διαδραστικό πρόγραμμα που επιτρέπει στους χρήστες να βλέπουν πώς φαίνεται ο πίνακας σε διαφορετικές εποχές, από το 1893 μέχρι το 2093 και μετά.
Και οι τέσσερις εκδοχές της «Κραυγής» έχουν υποστεί φθορές, τόσο εξαιτίας της έκθεσής τους στο φως και την υγρασία, όσο και γιατί δύο από αυτές είχαν κάποτε πέσει θύμα κλοπής. Ο Μουνκ, όντας εξπρεσιονιστής, έδινε μεγάλη έμφαση στη ζωντάνια των χρωμάτων, που σε πολλές περιπτώσεις είχαν και συμβολική σημασία. Στην «Κραυγή», για παράδειγμα, πολλοί μελετητές υποστηρίζουν πως τα κόκκινα σύννεφα υποδηλώνουν την ψυχολογική κατάσταση του καλλιτέχνη εκείνη την περίοδο, όταν η αδερφή του είχε κλειστεί σε φρενοκομείο. Όποιος και να ήταν ο κρυφός συμβολισμός, ο Μουνκ είχε πει πως «ένιωθε μια ατελείωτη κραυγή να διαπερνά τη φύση» και αυτό σίγουρα αποτυπώνεται μέσω των χρωματικών του επιλογών στο συγκεκριμένο έργο.
Η πρωτοβουλία PERCEIVE έχει ως στόχο τη δημιουργία μιας «εργαλειοθήκης» που θα χρησιμοποιείται τόσο από ειδικούς, όσο και από το ευρύ κοινό. Εκτός από το Μουσείο Μουνκ, το Ινστιτούτο Τέχνης του Σικάγο, το Μουσείο Βικτωρίας και Αλβέρτου στο Λονδίνο και το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο της Νάπολης συμμετέχουν σε ένα τριετές πρότζεκτ, κατά το οποίο διαθέτουν πληροφορίες σχετικά με τα έργα τέχνης της συλλογής τους. Μέσω της τεχνολογίας του AI, το κοινό θα έχει τη δυνατότητα να κάνει ένα πραγματικό «ταξίδι στο χρόνο», βλέποντας πώς ήταν τα έργα που εκτίθενται στα μουσεία όταν πρωτο-δημιουργήθηκαν και πως θα είναι μετά από εβδομήντα και πλέον χρόνια.
Η συντηρήτρια του Μουσείου Μουνκ, Ιρίνα Κρίνα Άνκα Σάντου, τόνισε πως προκειμένου να γίνει αυτή η ψηφιακή αποκατάσταση θα πρέπει κανείς να λάβει υπόψη του υπό ποιες συνθήκες δημιουργήθηκε το κάθε έργο. Η ψυχική κατάσταση του καλλιτέχνη αλλά και τα φυσικά χρώματα του ηλιοβασιλέματος στο Όσλο, από εκείνο το συγκεκριμένο σημείο, είναι πολύ σημαντικά για να καταλάβουμε πώς ο Μουνκ ήθελε να φαίνεται ο πίνακας όταν τον ζωγράφιζε. «Μπορεί, κατά κάποιο τρόπο, να μεταφράσει όλη αυτή την αναταραχή» είπε χαρακτηριστικά η Σάντου. «Η “Κραυγή” είναι μέρος της διεθνούς κληρονομιάς της ανθρωπότητας. Έχει ένα μήνυμα. Ανακαλύψαμε αυτό το μήνυμα σήμερα, όμως οφείλουμε να το μεταφέρουμε μαζί μας στο μέλλον, ακόμα και αφότου δεν υπάρχουμε πια. Χρησιμοποιώντας την τεχνητή νοημοσύνη θα μπορέσουμε να μεταφέρουμε το μήνυμα αυτό στις επόμενες γενιές».