Οι ευρωπαϊκές αμυντικές μετοχές σημειώνουν άνοδο από τότε που ο Ντόναλντ Τραμπ είπε στους ηγέτες της Γηραιάς Ηπείρου ότι δεν μπορούν πλέον να βασίζονται στις ΗΠΑ για την υπεράσπισή τους. Αυτό έχει προσθέσει τουλάχιστον 10,7 δισ. δολάρια στις περιουσίες των ατόμων και των οικογενειών που βρίσκονται πίσω από ορισμένες από τις κορυφαίες αμυντικές επιχειρήσεις της ΕΕ, όπως δείχνουν τα στοιχεία που συγκέντρωσε το Bloomberg, καθώς οι κυβερνήσεις αυξάνουν δραστικά τις στρατιωτικές τους δαπάνες.

Η Theon International Plc, που ειδικεύεται, μεταξύ άλλων, στην κατασκευή γυαλιών νυχτερινής όρασης και ιδρύθηκε από τον κ. Χατζημηνά, αποτελεί έναν από τους μεγάλους κερδισμένους. Η τιμή της μετοχής της εταιρείας με έδρα την Κύπρο σημείωνε άνοδο μεγαλύτερη του 70% φέτος μέχρι την Τρίτη, κατατάσσοντας τον κ. Χατζημηνά στις τάξεις των υπερπλουσίων (ultra-rich) με την περιουσία του να αγγίζει πλέον το 1,4 δισεκατομμύριο δολάρια.

«Είμαστε ένα success story εν μία νυκτί που χρειάστηκε 27 χρόνια για να συμβεί», δήλωσε ο 64χρονος διευθύνων σύμβουλος της Theon, σε τηλεφωνική συνέντευξη από τη γενέτειρά του, την Ελλάδα, αναφέρει το Bloomberg. «Επιτέλους νιώθουμε ότι αναγνωρίζεται η σκληρή δουλειά τόσων ετών». Ωστόσο, ο ίδιος αρνήθηκε να σχολιάσει το μέγεθος της καθαρής του περιουσίας.

Τα ραγδαία κέρδη σε εταιρείες όπως η Theon έρχονται καθώς τα «ωστικά κύματα» από τα σχόλια του Τραμπ διαχέονται σε ολόκληρη την Ευρώπη, με τη Γερμανία να χαλαρώνει τους περιορισμούς της για τις αμυντικές δαπάνες. Ο Τραμπ έχει απειλήσει ότι δεν θα βοηθήσει τους συμμάχους του ΝΑΤΟ εάν δεν ξοδέψουν περισσότερα για την άμυνα, ενώ ο ανώτατος σύμβουλος του Τραμπ, Έλον Μασκ, έχει προτείνει ακόμη και την έξοδο από τη μεταπολεμική συμμαχία ασφαλείας που ιδρύθηκε πριν από σχεδόν έναν αιώνα. Την ίδια ώρα, τα μέλη του ΝΑΤΟ εξακολουθούν να βασίζονται σε μεγάλο βαθμό στην εισαγωγή αμερικανικών όπλων.

Η γαλλική «δυναστεία» Ντασό (Dassault) είναι ένας ακόμη ευνοημένος. Οι μετοχές της ελεγχόμενης από την οικογένεια, Dassault Aviation SA, η οποία κατασκευάζει το μαχητικό αεροσκάφος Rafale, και της Dassault Systemes SE, εταιρείας σχεδιασμού λογισμικού 3D και προμηθευτή αμυντικών συστημάτων, έχουν αυξηθεί κατά περίπου 60% και 16% αντίστοιχα από την αρχή του έτους, προσθέτοντας σχεδόν 10 δισ. δολάρια στη συνολική περιουσία της οικογένειας, σύμφωνα με στοιχεία που συγκέντρωσε το Bloomberg. Ο CEO της Dassault Aviation, Έρικ Τράπιερ, προέτρεψε τις ευρωπαϊκές χώρες που μέχρι πρότινος αγόραζαν αμερικανικό στρατιωτικό υλικό να προμηθεύονται από την τοπική αγορά και δήλωσε ότι ο κατασκευαστής αεροσκαφών εργάζεται για να αυξήσει τον ρυθμό των ετήσιων παραδόσεων στα Rafale.

Αντίστοιχα, η οικογένεια Ανιέλι στην Ιταλία ωφελείται μέσω ενός σημαντικού ποσοστού στην Iveco Group, κατασκευαστή οχημάτων, συμπεριλαμβανομένων των στρατιωτικών φορτηγών. Η οικογένεια που εντάσσεται στους billionaires και βρίσκεται πίσω από μάρκες αυτοκινήτων, όπως η Fiat και η Ferrari, έχει προσθέσει σχεδόν 325 εκατ. δολάρια στην περιουσία της φέτος, καθώς η μετοχή της Iveco έχει ενισχυθεί κατά 82% μέχρι την Τρίτη. Αυτό καθιστά την εταιρεία με έδρα το Τορίνο τη δεύτερη καλύτερη βάσει επίδοσης στον ιταλικό δείκτη FTSE MIB φέτος, πίσω από την εταιρεία παραγωγής στρατιωτικού εξοπλισμού Leonardo Spa, η οποία περιλαμβάνει κυρίως θεσμικές εταιρείες στη βάση των μετόχων της.

Συνολικά, οι οικογένειες Ντασό και Ανιέλι έχουν πλέον περιουσία που υπολογίζεται αθροιστικά σε 57 δισ. δολάρια, τουλάχιστον 20% υψηλότερα σε σχέση με το τέλος του περασμένου έτους, σύμφωνα με τον wealth index (δείκτη πλούτου) του Bloomberg, στον οποίο συμπεριλαμβάνεται για πρώτη φορά η περιουσία του Κριστιάν Χατζημηνά.

Ο Χατζημηνάς, απόφοιτος του Columbia University και του Wharton Business School, ίδρυσε τη Theon στην Ελλάδα το 1997 μετά από την ενασχόλησή του με την εμπορία κακάο και ζάχαρης στο Λονδίνο και τη Νέα Υόρκη, στην εταιρεία που δημιουργήθηκε από την εξαγορά της Salomon Brothers από την Phibro την προηγούμενη δεκαετία.

Οι εμπορικές συναλλαγές τον οδήγησαν σε στρατηγικές χρηματοοικονομικής αντιστάθμισης κινδύνου, οι οποίες τελικά του άνοιξαν το δρόμο για τον αμυντικό τομέα, όπου αρχικά εργάστηκε ως σύμβουλος σε θέματα διαχείρισης κινδύνου. Ονόμασε τη δική του νεοσύστατη αμυντική επιχείρηση με το όνομα ενός Έλληνα μαθηματικού και προσπάθησε να διαμορφώσει μία εξειδικευμένη θέση, λαμβάνοντας ένα διαφορετικό σχέδιο για ένα προϊόν νυχτερινής όρασης σε σύγκριση με την κυρίαρχη έκδοση των ΗΠΑ εκείνη την περίοδο.

Η εταιρεία εισήχθη πέρυσι στο χρηματιστήριο μετά από μία περίοδο ταχείας ανάπτυξης λόγω της αυξημένης πώλησης γυαλιών θερμικής απεικόνισης και νυχτερινής όρασης σε πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένων των μελών του ΝΑΤΟ. Έχει επίσης επεκταθεί στο Άμπου Ντάμπι, τη Σιγκαπούρη και τις ΗΠΑ, ενώ διατηρεί σημαντικές εγκαταστάσεις παραγωγής στην Ελλάδα, η οποία στο παρελθόν αποτελούσε έναν από τους μεγαλύτερους εισαγωγείς στρατιωτικών προϊόντων της ΕΕ.

Οι εργαζόμενοι της Theon κατέχουν επίσης ένα μικρό μέρος μίας εταιρείας holding για το ποσοστό του ιδρυτή της, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται ανερχόμενα στελέχη στην ηλικία των 20-30 ετών, σύμφωνα με τον κ. Χατζημηνά. Αυτή η ομάδα πρόσθεσε συνολικά περισσότερα από 20 εκατ. δολάρια στην επιχείρηση φέτος, σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκέντρωσε το Bloomberg.

Η Theon ανακοίνωσε ετήσια έσοδα ύψους 352,4 εκατ. ευρώ (384 εκατ. δολάρια), σύμφωνα με τα προκαταρκτικά αποτελέσματα του 2024 που ανακοινώθηκαν τον περασμένο μήνα, σημειώνοντας αύξηση 61,1% σε σχέση με το προηγούμενο έτος.

Ο κ. Χατζημηνάς μείωσε το ποσοστό του κατά την αρχική δημόσια προσφορά της Theon στο Χρηματιστήριο του Άμστερνταμ στις αρχές του 2024 και το μείωσε περαιτέρω αυτόν τον μήνα σε placement που υπερκαλύφθηκε και του απέφερε περίπου 50 εκατ. ευρώ. Ο ίδιος εξακολουθεί να είναι ο βασικός μέτοχος με ποσοστό άνω του 70%.

Η εταιρεία holding του κ. Χατζημηνά προχώρησε σε αγορά μετοχών της Theon μεταξύ του Νοεμβρίου και του Ιανουαρίου, καθώς η μετοχή υποχώρησε κάτω από την τιμή εισαγωγής της, που είχε διαμορφωθεί στα 10 ευρώ. Την Τρίτη έκλεισε στα 22,5 ευρώ, δίνοντάς του αποδόσεις τουλάχιστον 90% από το πρόγραμμα αγοράς μετοχών του.

«Πήραμε το ρίσκο επειδή πιστεύαμε στην εταιρεία», είπε ο δισεκατομμυριούχος πλέον επιχειρηματίας και πρόσθεσε «Έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας».

Διαβάστε ακόμη: