Η Αντιπρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου, Εύα Καϊλή, βρίσκεται ανάμεσα στους τέσσερις που συνελήφθησαν από τις βελγικές αρχές, στο πλαίσιο των ερευνών για υπόθεση διαφθοράς που αφορά δωροδοκία από το Κατάρ.

Οι συλλήψεις πραγματοποιήθηκαν για «συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, ξέπλυμα χρήματος και διαφθορά», σύμφωνα με ανακοίνωση της βελγικής εισαγγελίας. Η ανακοίνωση δεν κατονομάζει τους συλληφθέντες, ωστόσο, ανάμεσά τους βρίσκεται η Ελληνίδα ευρωβουλευτής, σύμφωνα με τις Echo” και Soir”. Δύο άτομα που κρατούνταν, αφέθηκαν ελεύθερα.

Η ενημέρωση των βελγικών αρχών

Η ανακοίνωση σημειώνει ότι «υπάρχουν υποψίες πως τρίτα μέρη σε πολιτικές ή και στρατηγικές θέσεις εντός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου έλαβαν μεγάλα χρηματικά ποσά ή τούς προσφέρθηκαν σημαντικάδώρα, προκειμένου να επηρεάσουν τις αποφάσεις της Ευρωβουλής».

«Τέσσερα άτομα συνελήφθησαν από τον ανακριτή που ηγείται της έρευνας στις Βρυξέλλες. Κατηγορούνται για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, ξέπλυμα χρήματος και διαφθορά. Δύο άτομα αφέθηκαν ελεύθερα από τον ανακριτή». Έρευνα έλαβε χώρα και στο σπίτι δεύτερου βουλευτή περίπου στις 20:00, την προηγούμενη νύχτα», επισημάνθηκε.

Η ανακοίνωση καταλήγει με την αναφορά ότι «προς το παρόν, δε θα δοθούν περαιτέρω πληροφορίες, ενώ, ο Τύπος θα λάβει ενημέρωση με νέες ανακοινώσεις εάν υπάρξουν εξελίξεις».

Χθες το βράδυ, η Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού ΚοινοβουλίουΡομπέρτα Μέτσολα, αποφάσισε, υπό το πρίσμα των συνεχιζόμενων δικαστικών ερευνών, να αναστείλει με άμεση ισχύ όλες τις εξουσίες και τα καθήκοντα που ανατέθηκαν στην Εύα Καϊλή ως Αντιπρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Την καθαίρεση της κ. Καϊλή από τη θέση της Αντιπροέδρου του Ευρωκοινοβουλίου, ζητά η Πρόεδρος των σοσιαλδημοκρατών. Οι Σοσιαλδημοκρατές θα επικαλεστούν στην επόμενη Διάσκεψη των Προέδρων το Άρθρο 21 του κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, προκειμένου η κ. Καϊλή να καθαιρεθεί από τη θέση.

Προσθέτως, η κ. Πέρες επεσήμανε ότι όσο βρίσκονται σε εξέλιξη οι έρευνες των αρχών, πρέπει να αντικατασταθεί η Εύα Καϊλή, ώστε να προστατευθεί η αξιοπιστία του θεσμού και οι πολίτες να μη χάσουν την εμπιστοσύνη τους.

Η σχέση Καϊλή – Κατάρ

Με αφορμή το Παγκόσμιο Κύπελλο, η Ελληνίδα Ευρωβουλευτής και Αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μετέβη τον περασμένο μήνα στο Κατάρ, όπου είχε συνάντηση με κρατικούς αξιωματούχους, με ζητούμενο να ανοίξει διπλωματικός κοινοβουλευτικός διάλογος της Ντόχα με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Μιλώντας προ ημερών από το βήμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το θέμα, είχε χαρακτηρίσει το Κατάρ ως «πρωτοπόρο» στο θέμα των εργασιακών σχέσεων, προκαλώντας ποικίλες αντιδράσεις.

Οι συλλήψεις

Συνολικά, τέσσερα άτομα, μεταξύ των οποίων και ένας πρώην ευρωβουλευτής, συνελήφθησαν στο πλαίσιο έρευνας ενός οικονομικού δικαστή, ως ύποπτα για δωροληψία από μια «χώρα του Κόλπου», εντός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, όπως ανακοίνωσε η βελγική ομοσπονδιακή εισαγγελία. Η χώρα δεν κατονομάστηκε από την Εισαγγελία.

Σύμφωνα, ωστόσο, με τη “Soir”, ωστόσο, αξιωματούχοι του Κατάρ είχαν προσπαθήσει να δωροδοκήσουν έναν εκλεγμένο Ιταλό σοσιαλιστή, που ήταν ευρωβουλευτής από το 2004 έως το 2019. Η έρευνα αφορά, μεταξύ άλλων, πράξεις «διαφθοράς» και «ξεπλύματος χρήματος» στο πλαίσιο οργανωμένης συμμορίας, σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση της Εισαγγελίας.

Εξάλλου, για μήνες, Βέλγοι ερευνητές «υποπτεύονταν ότι μία χώρα του Κόλπου επηρέαζε τις οικονομικές και πολιτικές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, πληρώνοντας σημαντικά χρηματικά ποσά ή προσφέροντας σημαντικά δώρα σε τρίτους με πολιτική θέση ή / και σημαντική στρατηγική θέση» εντός αυτού του οργάνου.

Ασυλία και εξαιρέσεις

Στην περίπτωση της Εύας Καϊλή, η Ευρωβουλευτής καλύπτεται από βουλευτική ασυλία, η οποία δεν αποτελεί προσωπικό προνόμιο ενός ευρωβουλευτή, αλλά εγγύηση ότι τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορούν να ασκούν ελεύθερα την εντολή τους χωρίς να εκτίθενται σε αυθαίρετες πολιτικές διώξεις. Αποτελεί έτσι εγγύηση για την ανεξαρτησία και την ακεραιότητα του Κοινοβουλίου στο σύνολό του.

Συγκεκριμένα, τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν υπόκεινται σε έρευνα, κράτηση ή δίωξη εξαιτίας γνώμης που εξέφρασαν ή ψήφου που έδωσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Η ασυλία ενός ευρωβουλευτή περιλαμβάνει δύο πτυχές:

  • Εντός της επικρατείας του κράτους του και είναι παρόμοια με τις ασυλίες που αναγνωρίζονται στα μέλη του Κοινοβουλίου της πατρίδας του.
  • Εντός της επικρατείας άλλων κρατών – μελών και παρέχει εξαίρεση από κάθε μέτρο κρατήσεως και κάθε δικαστική δίωξη.

Η ασυλία δεν ισχύει όταν ένας βουλευτής βρεθεί επ’ αυτοφώρω.

Σε περίπτωση, όμως, που οι αρμόδιες εθνικές αρχές ζητήσουν από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο την άρση της ασυλίας ευρωβουλευτή (ή στην περίπτωση που ένας ευρωβουλευτής ή πρώην ευρωβουλευτής ζητήσει την υπεράσπιση της ασυλίας του), ο Πρόεδρος του Κοινοβουλίου ανακοινώνει στην ολομέλεια ότι το κοινοβούλιο έλαβε την αίτηση και την παραπέμπει στην αρμόδια επιτροπή, δηλαδή στην επιτροπή Νομικών Θεμάτων. Η επιτροπή μπορεί να ζητήσει οποιαδήποτε πληροφορία ή επεξήγηση κρίνει απαραίτητη. Ο ενδιαφερόμενος βουλευτής πρέπει να έχει την ευκαιρία να εκφράσει την άποψή του και μπορεί να προσκομίσει έγγραφα ή άλλα γραπτά στοιχεία που θεωρεί χρήσιμα.

Κεκλεισμένων των θυρών, η επιτροπή εγκρίνει έκθεση που συνιστά στο κοινοβούλιο ως σώμα να εγκρίνει ή να απορρίψει την αίτηση, δηλαδή να άρει ή να διατηρήσει την ασυλία του ενδιαφερόμενου ευρωβουλευτή. Κατά την πρώτη σύνοδο της ολομέλειας μετά την απόφαση της επιτροπής, το κοινοβούλιο αποφασίζει επί του θέματος με απλή πλειοψηφία. Μετά την ψηφοφορία, ο Πρόεδρος του θεσμού ανακοινώνει αμέσως την απόφαση του κοινοβουλίου στον ενδιαφερόμενο ευρωβουλευτή και στις αρμόδιες αρχές του σχετικού κράτους – μέλους.

Τέλος, οι ευρωβουλευτές, σε κάθε περίπτωση, διατηρούν την έδρα τους ακόμη και αν αρθεί η βουλευτική ασυλία τους, καθώς η εντολή τους είναι εθνική και δε μπορεί να αφαιρεθεί από οιαδήποτε άλλη αρχή. Ακόμη, η άρση της ασυλίας δεν συνιστά ετυμηγορία για την ενοχή ή όχι του ευρωβουλευτή. Μέσω αυτής, δίδεται απλώς η δυνατότητα στις εθνικές δικαστικές αρχές να προβούν στις ανάλογες ενέργειες, ήτοι τη διεξαγωγή έρευνας ή δίκης. Καθώς οι ευρωβουλευτές εκλέγονται σύμφωνα με την εθνική εκλογική νομοθεσία, εάν κάποιος κριθεί ένοχος για ποινικό αδίκημα που συνεπάγεται έκπτωσης από το αξίωμα, εναπόκειται στις αρχές του κράτους – μέλους να ενημερώσουν σχετικά το Κοινοβούλιο.

Διαβάστε ακόμη: