«Καμπανάκι» για το διπλό «κενό» που υπάρχει στην ελληνική οικονομία έκρουσε ο νέος επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής Γιάννης Τσουκαλάς, κατά τη διάρκεια της παρουσίασης της έκθεσης του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής για το τρίτο τρίμηνο του 2023. Ο ίδιος, στην επίσημη πρώτη του εμφάνιση, αναφέρθηκε στα 2 κενά που κυριαρχούν στην ελληνική οικονομία: Το πρώτο είναι το επενδυτικό και το δεύτερο αφορά την παραγωγικότητα, επισημαίνονται ότι πρέπει να γίνουν προσπάθειες προς αυτήν την κατεύθυνση.

Όπως ανέφερε ο κ. Τσουκαλάς, αυτή τη στιγμή, οι επενδύσεις στην Ελλάδα φτάνουν το 13,7%, απέχοντας 9 μονάδες από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Ακόμη χειρότερα είναι τα πράγματα σε ότι αφορά το κενό στην παραγωγικότητα, καθότι επικαλέστηκε στοιχεία του ΚΕΠΕ, σύμφωνα με τα οποία η ελληνική παραγωγικότητα είναι στο 55% του μέσου όρου της ευρωζώνης.

Όπως σημείωσε ο νέος επικεφαλής του Γραφείου, «κλειδί» για την αντιμετώπσιη του παραπάνω αποτελεί η αύξηση των επενδύσεων, αναφέροντας πως «Οι επενδύσεις σε πάγιο κεφάλαιο, ανθρώπινο δυναμικό και νέες τεχνολογίες (ψηφιοποίηση, πράσινη μετάβαση, αναβάθμιση ΑΕΙ) αποτελούν τον καθοριστικό μοχλό μετασχηματισμού της ελληνικής οικονομίας προς ένα εξωστρεφές μοντέλο βιώσιμης και ισχυρής ανάπτυξης».

Θα επιτευχθεί ο στόχος για την ανάπτυξη εάν…

Αναφορικά, με την πορεία της ελληνικής οικονομίας ο κ. Τσουκαλάς εκτίμησε ότι ενδέχεται να επιτευχθεί ο στόχος του 2,9% που έχει θέσει η κυβέρνηση στον προϋπολογισμό. Ωστόσο, έθεσε ως «Απαραίτητη προϋπόθεση η ταχύτατη και αποτελεσματική αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων».

Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην έκθεση, το Υπουργείο Οικονομικών στην Εισηγητική Έκθεση του Προϋπολογισμού για το 2024
προβλέπει μεγέθυνση 2,4% για το 2023 και 2,9% για το 2024, ενώ ο πληθωρισμός προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 4,1% το 2023 και 2,6% το 2024. Η αρκετά πιο αισιόδοξη πρόβλεψη του Υπουργείου Οικονομικών στηρίζεται στην παραδοχή για πολύ ισχυρή αύξηση των επενδύσεων, κατά 15,1%. Αυτή η πρόβλεψη θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την ταχεία αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας

Παράλληλα, επισήμανε ότι «για το 2023 η στήριξη του ρυθμού ανάπτυξης της Ελληνικής οικονομίας προήλθε κυρίως απο την ιδιωτική κατανάλωση και τις επενδύσεις και σε μικρότερο βαθμό απο τις εξαγωγές», ενώ σημειώθηκε «Επιβράδυνση των εξαγωγών λόγω μειωμένης εξωτερικής Σήτησης».

Οι κίνδυνοι

Από εκεί και πέρα, η έκθεση του Γραφείου αναφέρεται και στους κινδύνους που υλλοχεύουν στην ελληνική οικονομία, όπως η μείωση της αγοραστικής δύναμης κατά τη διάρκεια των προηγούμενων μηνών και οι ζημιές από δασικές πυρκαγιές και πλημμύρες που αναμένεται αρχικά να επιβραδύνουν την αύξηση της κατανάλωσης.

Ακόμη, αναφέρθηκε και στην αύξηση του κόστους δανεισμού προβλέπεται να επιβαρύνει προσωρινά τις επενδύσεις.

Παράλληλα, επισημαίνεται ότι η μείωση του πληθωρισμού είναι πιθανό να επιβραδυνθεί, αν η σφιχτή αγορά εργασίας συμβάλλει σε μισθολογικές πιέσεις. Ένας πιο επίμονος πληθωρισμός ή νέες διαταραχές στην ενέργεια και τον εφοδιασμό αποτελούν βασικούς κινδύνους και θα μειώσουν την αύξηση της κατανάλωσης και των επενδύσεων.

Ζητούμενο οι επιχορηγήσεις στο Ταμείο Ανάκαμψης

Ο κ. Τσουκαλάς αναφέρθηκε και στην ανάγκη για επιτάχυνση των πόρων μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης. Σύμφωνα με την έκθεση, οι μεγαλύτερες μηνιαίες αποκλίσεις συνολικών δαπανών συγκεντρώνονται από τον Ιούνιο έως και τον Σεπτέμβριο 2023, που αντανακλά στην παρατεταμένη προεκλογική περίοδο με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ολοκλήρωση των προ-απαιτούμενων προκειμένου να εκταμιευθούν πόροι. Αν και συνολικά η απορρόφηση των πόρων του Ταμείου δεν διαφέρει από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, και στο σκέλος των δανείων ΤΑΑ η απορρόφηση είναι ισχυρή, είναι εξαιρετικά σημαντικό η χρηματοδότηση από το σκέλος των επιχορηγήσεων του ΤΑΑ να τρέξει πολύ γρήγορα για το 2024, κυρίως διότι από την φύση τους οι επενδύσεις εμπεριέχουν καθυστερήσεις σχεδιασμού και υλοποίησης.

Διαβάστε ακόμη: