Περισσότερες «αναταράξεις» στις διεθνείς αγορές και συγκεκριμένα στους ευρωπαϊκούς δείκτες προβλέπει η Goldman Sachs σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, με έναν να περιμένει ότι θα βρίσκεται σταθερά σε πτωτική τροχιά μέχρι το τέλος του έτους.

Πιο συγκεκριμένα, ο δείκτης Euro Stoxx 600 αναμένεται να υποχωρήσει σχεδόν κατά 8% μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους, ανέφερε η επενδυτική τράπεζα σε έκθεση που έστειλε στους πελάτες της αυτή την εβδομάδα.

Ο εν λόγω δείκτης καταγράφει απώλειες περίπου 8% τον τελευταίο μήνα και σύμφωνα με τους αναλυτές της τράπεζας εάν υποχωρούσε στις 360, όπως αναμένει η Goldman, θα ήταν χαμηλότερο κατά περισσότερο από 25% από την πρόσφατη κορυφή της νωρίτερα εφέτος.

Η Goldman προέβλεψε ότι ο δείκτης των πανευρωπαϊκών μετοχών μεγάλης κεφαλαιοποίησης θα επιστρέψει στα σημερινά επίπεδα τους επόμενους έξι μήνες, αλλά θα αυξηθεί στις 410 μονάδες σε έναν χρόνο – καταγράφοντας άνοδο της τάξης του 9%, συμπεριλαμβανομένων των μερισμάτων.

Η Wall Street υποβάθμισε επίσης τον στόχο της τιμής για τον FTSE 100 στις 6.600 μονάδες και τον Euro Stoxx 50 στις 3.100 μονάδες για τους επόμενους τρεις μήνες. Δηλαδή μείωση 6% και 7,4% αντίστοιχα από τα παρόντα επίπεδα. «Είμαστε σε πτωτική τροχιά, η bear market δεν έχει ακόμη τελειώσει», είπαν οι αναλυτές της Goldman Sachs στο σημείωμά τους.

Τι οδηγεί τις υποβαθμίσεις;

Οι αναλυτές αναφέρουν, μεταξύ άλλων, ότι η πρόβλεψή τους για ύφεση στην Ευρώπη το 2023 είναι τώρα πιο «βαθιά». Τώρα αναμένουν ότι οι οικονομίες της Ευρωζώνης θα συρρικνωθούν κατά 0,4% το επόμενο έτος, χειρότερα δηλαδή από ό,τι αναμενόταν προηγουμένως.

Το ΑΕΠ στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι επίσης πιθανό να μειωθεί κατά 0,3% το επόμενο έτος, σύμφωνα με την τράπεζα. Το σημείωμα της Goldman ανέφερε ότι οι αυξήσεις των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και την Τράπεζα της Αγγλίας, σε συνδυασμό με το αυξανόμενο κόστος ενέργειας λόγω της μειωμένης ροής φυσικού αερίου από τη Ρωσία, θα οδηγήσουν σε «μέτρια» ύφεση τους επόμενους μήνες.

Μολονότι οι τιμές του φυσικού αερίου έχουν μειωθεί από την κορυφή τους στα τέλη Αυγούστου, παραμένουν υψηλότερες κατά τουλάχιστον δέκα φορές τον μακροπρόθεσμο μέσο όρο τους.

Η Goldman είπε επίσης ότι ενώ τα υγιή οικονομικά των νοικοκυριών, η ισχυρή αγορά εργασίας και οι επιδοτούμενες τιμές ενέργειας θα «απαλύνουν τον αντίκτυπο» της αύξησης των επιτοκίων, θα είναι ανεπαρκείς για να τον μετριάσουν πλήρως.

Πώς να τοποθετηθούν οι επενδυτές

Η Goldman Sachs παραμένει απαισιόδοξη όσον αφορά στις προβλέψεις κερδών για τις ευρωπαϊκές εταιρίες. Έρευνα της FactSet αποκαλύπτει ότι οι αναλυτές αναμένουν ότι τα κέρδη ανά μετοχή για το 2023 στην Ευρώπη θα αυξηθούν κατά 3%.

Αντίθετα, η Goldman αναμένει τον εν λόγω δείκτη να υποχωρήσει κατά 10% το επόμενο έτος. Ορισμένοι άλλοι παράγοντες της αγοράς «γέρνουν» επίσης προς την απαισιοδοξία σχετικά με τις προσδοκίες για τα κέρδη.

«Καθώς η ανάπτυξη επιβραδύνεται και το κόστος συνεχίζει να αυξάνεται, αναμένουμε να επηρεασθούν και τα περιθώρια κέρδους», ανέφεραν οι αναλυτές. Ο όμιλος προέβλεψε ότι το λιανεμπόριο θα επηρεάζονταν περισσότερο λόγω της εξάρτησής του από τα εισοδήματα των καταναλωτών για κέρδη.

Επίσης, όπως λέει, ο κατασκευαστικός κλάδος και τα χημικά είναι επίσης ευάλωτοι λόγω της έκθεσής τους σε υψηλές τιμές ενέργειας.

Η σύσταση της Goldman και για τους τρεις αυτούς τομείς είναι «underweight». Αντίθετα δηλώνει «overweight» σε «ορισμένους αμυντικούς» τομείς, συμπεριλαμβανομένης της υγειονομικής περίθαλψης και των τηλεπικοινωνιών, καθώς και των τραπεζών και της ενέργειας.

Από τον Φεβρουάριο, η Goldman Sachs είπε ότι είχε δει διαχειριστές κεφαλαίων να πωλούν ευρωπαϊκές μετοχές κάθε εβδομάδα. Ωστόσο, προειδοποίησε ότι, ενώ οι πωλήσεις δεν ήταν ακόμη μεγάλες, μια σύγκριση με προηγούμενες πτώσεις έδειξε ότι θα ακολουθήσουν ακόμη μεγαλύτερα «μπαράζ ρευστοποιήσεων».

Πάντως, όπως είχε επισημάνει σε ξεχωριστό σημείωμά της, τώρα που η αγορά έχει πέσει στα χαμηλά του 2022 και οι αποδόσεις των ομολόγων έχουν εκτοξευθεί στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων ετών, οι traders που προετοιμάζουν τα χαρτοφυλάκια τους για περισσότερη αστάθεια και αβεβαιότητα μπορεί να θέλουν να στραφούν σε μετοχές υψηλής μερισματικής απόδοσης για καλές αποδόσεις και σταθερότητα.

Το «καλάθι» των φθηνών μετοχών της επενδυτικής τράπεζας έχει μέση μερισματική απόδοση 3,4%, έναντι 1,8% του S&P 500. Η εταιρία προβλέπει επίσης αύξηση μερίσματος 11% μεταξύ 2021 και 2023 για τη μέση μετοχή, σε σύγκριση με 6% στον S&P.

Διαβάστε ακόμη: