Τα σημάδια της ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας από την ύφεση της πανδημίας, εδώ και καιρό, εμφανίζονται ως πράσινοι βλαστοί (green shoots ), όπως λέει μια μια αμερικανική έκφραση.

Οι τουριστικές αφίξεις, η υπέρβαση των αναμενόμενων εσόδων από αυτές, η άνοδος της μεταποίησης, η άνοδος των επενδύσεων πάγιου κεφαλαίου, η άνοδος της καταναλωτικής δαπάνης κα.

Την ίδια ώρα η ανάκαμψη των ισολογισμών μιας σειράς υγειών εταιρειών δείχνει υψηλές μερισματικές αποδόσεις και πτώση του Δείκτη τιμής προς κέρδη – εξ ου και η αναφορά της Morgan Stanley για την πιο φθηνή αγορά στην Ευρώπη.

Δεν είναι, όμως, όλα ρόδινα. Παρά την άνοδο κατά 16% σε σχέση με το σχεδόν μηδενικό περυσινό τρίμηνο, η αύξηση των εισαγωγών κατά 22% μειώνει επί της ουσίας το ελληνικό ΑΕΠ.

Μπορεί οι εξαγωγές να αυξήθηκαν κατά το ίδιο ποσοστό, ωστόσο οι μοναδικοί κερδισμένοι στην Ελλάδα είναι οι εισαγωγείς αγαθών και υπηρεσιών.

Ακόμη κι αν αυξηθεί το ελληνικό ΑΕΠ στην πραγματικότητα με το υψηλό χρέος θα συνεχίσουμε να καταναλώνουμε 2,27 φορές περισσότερα από όσα παράγουμε ( λόγος χρέος προς ΑΕΠ).

Η στρέβλωση του τραπεζοκεντρικού Γενικού Δείκτη

Η άνοδος του ελληνικού ΑΕΠ δεν ενθουσίασε λοιπόν το ελληνικό χρηματιστήριο το οποίο ήδη είχε ενσωματώσει – κατά ένα μέρος – τις εξελίξεις στις τιμές των μετοχών.

Τούτο δεν σημαίνει, ότι το ελληνικό χρηματιστήριο είναι ακριβό. Τουναντίον, ακόμη και οι ξένοι οίκοι ( Μorgan Stanley ) δεν μπορούν να μην αγνοήσουν ότι είναι από τα πιο φθηνά στην Ευρώπη με ένα Δείκτη P/E 12 και υψηλή μερισματική απόδοση.

Οι επενδυτές που παρακολουθούν επιστάμενως τις εξελίξεις ότι, στο υψηλό σημείο του 2020 ο Γενικός Δείκτης βρισκόταν στις 950 μονάδες και ο αμερικανικός S&P βρισκόταν περί τις 3500 μονάδες.

Αν και δεν υφίσταται καμία σύγκριση μεταξύ της ελληνικής και αμερικανικής αγοράς ο S&P αυξήθηκε κατά 1000 μονάδες και ο ελληνικός παραμένει στις 900 μονάδες !

Η στρέβλωση του τραπεζοβαρούς ελληνικού Γενικού Δείκτη είναι γνωστή.

Η απουσία του δανεισμού – Τα έσοδα από τις αγορές πράσινων δανείων μεταξύ των ελληνικών τραπεζών το 2022

Οι ελληνικές τράπεζες, παρά την γιγαντιαία μείωση των κόκκινων δανείων σε μονοψήφια ποσοστά συνεχίζουν να μην έχουν τους ισολογισμούς που πρέπει να δει ένας επενδυτής.

Το ταμείο Ανάκαμψης θα αλλάξει την εικόνα από τον Οκτώβριο, αλλά μένει να δούμε τις θετικές επιπτώσεις διότι οι επωφελούμενοι δεν είναι πολλοί μεταξύ των ελληνικών επιχειρήσεων.

Δεν διαθέτουν ακόμα γερά βιβλία ενήμερων (πράσινων) δανείων και καθεμιά δάνεισε στο εξάμηνο 2-3 δις. ευρώ ενώ οι χαμηλές προβλέψεις που λαμβάνουν αποστρέφουν τους έμπειρους αναλυτές.

Μέσα στη επόμενη χρονιά, όμως, οι ελληνικές τράπεζες θα αρχίσουν να αγοράζουν μεγάλα χαρτοφυλάκια ενήμερων δανείων ( 5-10 δισ ευρώ ) όχι αυτά που πούλησαν, αλλά η μια της άλλης.

Τότε τα βιβλία των ενήμερων δανείων θα αυξηθούν και μαζί τα έσοδα από τους τόκους. Η διαδικασία αυτή συν τα έσοδα από άλλες πηγές ( προμήθειες από ομόλογα, ακίνητα κα) θα διαμορφώσουν μια άλλη πραγματικότητα.

Επιπλέον, η ανακοίνωση της Eurobank για μέρισμα εντός του 2022 θα προσθέσει επενδυτές. Όταν όλες οι τράπεζες ανακοινώσουν μερίσματα τότε ένα μέρος των επενδυτών θα επιστρέψει.