Εντείνονται οι ανησυχίες στην Ευρώπη για μαζική εισροή προηγμένων και φθηνών κινεζικών αγαθών, τα οποία συνθλίβουν τους ντόπιους παραγωγούς. Ταυτόχρονα όμως εμμένουν τα «απόνερα» της ενεργειακής κρίσης, ενώ ελλοψεύει και το σενάριο Trump.

Προ ημερών, η Κομισιόν υποστήριξε ότι έχει επαρκείς ενδείξεις πως η Κίνα επιδοτεί παράνομα τον κλάδο της ηλεκτροκίνησης, στρώνοντας έτσι τον δρόμο για επιβολή δασμών στις εισαγωγές αυτοκινήτων, που απειλούν τη γερμανική βιομηχανία. Επίσης, η Κομισιόν έχει προειδοποιήσει την Κίνα για τυχόν «φάουλ» στον κλάδο της πράσινης ενέργειας, ενώ έρευνες αντιμονοπωλιακών τακτικών έχουν ξεκινήσει και στη Βρετανία.

Οι κινεζικές εξαγωγές είναι εξαιρετικά απειλητικές για την Ευρώπη λόγω του αναπτυξιακού της μοντέλου, που βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στο εμπόριο. Σύμφωνα μάλιστα με το ΔΝΤ, είναι η πιο δεκτική περιοχή του κόσμου στο εμπόριο και τις επενδύσεις. Επίσης, η Ε.Ε. και η Βρετανία αποφεύγουν να βάζουν εμπόδια και εμπορικούς δασμούς.

Το «σοκ» της Κίνας, όμως, συμβαίνει σε μία τραγική περίοδο για την ευρωπαϊκή βιομηχανία, η οποία εξακολουθεί να βλέπει τριγμούς στον ενεργειακό κλάδο και το πεδίο του πληθωρισμού, ενώ προσπαθεί να κάνει πρόοδο στην ενεργειακή μετάβαση. Εκτός αυτού, η ΕΚΤ έχει ανεβάσει τα επιτόκια στο 4%, επιβαρύνοντας τη ζήτηση και την ανάπτυξη. Τέλος, οι προοπτικές δεν είναι ιδιαίτερα θετικές και εάν ο Donald Trump κερδίσει τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ, οι Ευρωπαίοι εξαγωγείς μπορεί να δουν δασμούς σε μία από τις πιο κερδοφόρες αγορές τους.

Πόσο μεγάλο είναι το σοκ από την Κίνα;

Στο πλαίσιο της αναπτυξιακής της στρατηγικής και ανάκαμψης από τα προβλήματα που αντιμετωπίζει, η Κίνα θέλει να στηρίξει τη βιομηχανία υψηλής τεχνολογίας, επιχειρώντας όμως παράλληλα να απεξαρτηθεί από τη Δύση. Θέλει επίσης να καταστεί ηγέτης σε τομείς που θεωρεί απαραίτητους για την εθνική της δύναμη, όπως τα ρομπότ στη βιομηχανία και τον εξοπλισμό των σιδηροδρόμων.

Εάν επιτύχει σε όλα αυτά, θα εισάγει λιγότερα αυτοκίνητα, μηχανήματα και εξοπλισμό υψηλής τεχνολογίας, δηλαδή προϊόντα που εισάγει από την Ευρώπη. Ταυτόχρονα, οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις ανταγωνίζονται τις κινεζικές σε όλο και σημαντικότερες αγορές ανά τον κόσμο, είτε εντός του μπλοκ είτε αλλού.

Συγκεκριμένα μάλιστα σε ό,τι αφορά τις «πράσινες» δραστηριότητες, τις οποίες οι Ευρωπαίοι ηγέτες ευελπιστούν να αναπτύξουν, οι επιχειρήσεις της ηπείρου θα δυσκολευτούν πολύ να ανταγωνιστούν με τις κινεζικές προσφορές. Για παράδειγμα, η Κίνα κυριαρχεί ήδη στις τουρμπίνες για ανεμογεννήτριες, έχοντας το 60% της αγοράς το 2022.

Το κόστος της απεξάρτησης από την Κίνα

Μάλιστα, το λεγόμενο «de-risk», η διαδικασία της απεξάρτησης της Ευρώπης από την Κίνα, η οποία φαίνεται να έχει μπει ήδη μπροστά, αναμένεται να επιβαρύνει περαιτέρω την ευρωπαϊκή βιομηχανία. Ενδεικτικά για τη Γερμανία, η οποία έχει στενή σχέση με την Κίνα, εκτιμάται ότι μια σταδιακή προσαρμογή θα οδηγήσει σε συρρίκνωση 1,2% του ΑΕΠ. Περίπου 0,5% του ΑΕΠ θα είναι οι απώλειες για άλλες μεγάλες οικονομίες, ενώ για την Κίνα το κόστος της απεξάρτησης θα «κοστίσει» περίπου 2% του ΑΕΠ.

Ο αντίκτυπος θα είναι ακόμη μεγαλύτερος στο σενάριο επικράτησης του Trump στις αμερικανικές εκλογές. Σύμφωνα με το think tank The German Economic Institute, εάν η αμερικανική κυβέρνηση επιβάλει δασμούς 10% στις εισαγωγές και τιμωρήσουν την Κίνα με ακόμη υψηλότερους δασμούς, τότε οι ΗΠΑ βέβαια θα επιβαρυνθούν από την αύξηση των τιμών καταναλωτή, αλλά η Ευρώπη θα δεχθεί ακόμη μεγαλύτερο πλήγμα.

Ειδικότερα, οι συνολικές εξαγωγές της Γερμανίας θα μειωθούν κατά σχεδόν 5% μέχρι το 2028, ενώ το ΑΕΠ της θα συρρικνωθεί κατά 1,2 ή κατά 120 δισ. ευρώ το ίδιο διάστημα, ως αποτέλεσμα του περιορισμού της ιδιωτικής κατανάλωσης.

Στο μεταξύ είναι πολύ πιθανό όσο η Κομισιόν κινείται εναντίον της Κίνας, η Κίνα να «αντεπιτίθεται» με αντίστροφες έρευνες στην Ευρώπη.

Σε κάθε περίπτωση, ο συνδυασμός ενέργειας, Κίνας και Τραμπ μπορεί να οδηγήσει σε μια παρατεταμένη περίοδο αναδιάρθρωσης για την ευρωπαϊκή οικονομία. Για τους καταναλωτές μπορεί να είναι θετικό, καθώς θα έχουν πρόσβαση σε φθηνότερη ενέργεια λόγω των κινεζικών επιδοτήσεων στα φωτοβολταϊκά πάνελ. Εξάλλου, ορισμένες ξένες εταιρείες θα θέλουν να επενδύσουν στην Ευρώπη, ακριβώς για να είναι πιο κοντά στους πελάτες τους. Ωστόσο, η διαδικασία εν συνόλω θα είναι δυσβάσταχτη: η γερμανική Continental απολύει ήδη εκατοντάδες εργαζομένους, η Bosch καταργεί 1.200 θέσεις στον τομέα του λογισμικού αυτοκινήτου, ενώ η τάση αυτή αναπαράγεται κατά μήκος του κλάδου των αυτοκινήτων και αλλού.

Εκτός Γερμανίας, οι ευρωπαϊκές χώρες με ενεργοβόρες βιομηχανίες ή με παραγωγή για τη χονδρική αγορά αναμένεται να επιβαρυνθούν σοβαρά. Ακόμη και περιοχές θωρακισμένες από τον αρχικό αντίκτυπο, μπορεί να δουν ότι οι επιτυχημένες ντόπιες εταιρείες τους επενδύουν αλλού, για να διαφοροποιηθούν.

Διαβάστε ακόμη: