Οι αμοιβές στη ζώνη του ευρώ αυξήθηκαν κατά 4,5% στο τέλος του 2023, σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, κατευνάζοντας τους φόβους ότι η αύξηση των μισθών θα μπορούσε να διατηρήσει τον πληθωρισμό πάνω από τον στόχο της ΕΚΤ.

Αν και εξακολουθεί να είναι υψηλή, η αύξηση των αμοιβών το τέταρτο τρίμηνο είναι χαμηλότερη από το ρεκόρ 4,7% της ευρωζώνης, που σημειώθηκε τους τρεις προηγούμενους μήνες, όπως έδειξε την Τρίτη ο σχετικός δείκτης ης ΕΚΤ.

Ο δείκτης – ο οποίος «ανιχνεύει» πιθανές μισθολογικές πιέσεις συνεκτιμώντας τα μη εναρμονισμένα στοιχεία των χωρών – αναμενόταν με μεγαλύτερη προσμονή από ό,τι συνήθως αυτή τη φορά, καθώς οι αξιωματούχοι στη Φρανκφούρτη αξιολογούν το κόστος εργασίας ως βασικό παράγοντα για να αποφασίσουν πότε θα μειώσουν τα επιτόκια.

Πολλοί, ωστόσο, επιθυμούν να δουν τους αριθμούς για το πρώτο τρίμηνο του 2024 -που αναμένεται τον Μάιο- προτού εγκρίνουν χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής.

Η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, την περασμένη εβδομάδα ξεχώρισε τους μισθούς ως «έναν ολοένα και πιο σημαντικό παράγοντα για τη δυναμική του πληθωρισμού τα επόμενα τρίμηνα», ενώ προειδοποίησε κατά των «βεβιασμένων αποφάσεων» για χαλάρωση της πολιτικής χωρίς τη διαβεβαίωση ότι η αύξηση των τιμών οδεύει πίσω στον στόχο του 2%.

Ενώ ένας ξεχωριστός εμπροσθοβαρής ανιχνευτής μισθών της ΕΚΤ συνεχίζει να σηματοδοτεί ισχυρές πιέσεις, οι συμβάσεις δείχνουν κάποια εξομάλυνση το τελευταίο τρίμηνο του 2023, δήλωσε η ίδια.

Όπως υπενθυμίζει το Bloomberg, τον Δεκέμβριο, η ΕΚΤ προέβλεψε ότι η ονομαστική αύξηση των μισθών θα μειωθεί σταδιακά με την πάροδο του χρόνου – στο 3,3% το 2026 από 5,3% το 2023, σε όρους αποζημίωσης ανά εργαζόμενο.

Αναμένει ότι οι αυξήσεις των μισθών θα είναι περιορισμένες, καθώς οι επιχειρήσεις μετακυλίουν το υψηλότερο κόστος στους καταναλωτές με βραδύτερο ρυθμό. Αλλά ενώ ορισμένοι αξιωματούχοι βλέπουν κάτι τέτοιο να συμβαίνει, άλλοι -όπως ο Ρόμπερτ Χόλτζμαν της Αυστρίας- υποστηρίζουν ότι οι εταιρείες δεν είναι πιθανό να απορροφήσουν τις αυξανόμενες μισθολογικές δαπάνες.

Το μέλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου της ΕΚΤ Ιζαμπέλ Σνάμπελ υποστήριξε την Παρασκευή ότι η αδύναμη παραγωγικότητα «επιδεινώνει τις επιπτώσεις που έχει η τρέχουσα ισχυρή αύξηση των ονομαστικών μισθών στο μοναδιαίο κόστος εργασίας για τις επιχειρήσεις», αυξάνοντας τον κίνδυνο οι επιχειρήσεις να μεταφέρουν το υψηλότερο μισθολογικό κόστος στους καταναλωτές και να καθυστερήσει η επιστροφή του πληθωρισμού στο 2%.

Διαβάστε ακόμη: