Η ανθεκτικότητα της καταναλωτικής δαπάνης, η συνέχιση της αύξησης των επενδύσεων παγίων και η αντιστροφή της καθοδικής πορείας των εξαγωγών θα κρίνουν σε μεγάλο βαθμό το κατά πόσο η ελληνική οικονομία θα επαληθεύσει τις τρέχουσες προβλέψεις επίσημων οργανισμών που κατά μέσο όρο τοποθετούν την ανάπτυξη το 2024 λίγο πιο πάνω από το 2,0%. Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα της Eurobank στην περιοδική έκθεσή της, υπό τον τίτλο 7 ΗΜΕΡΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ».

Σύμφωνα με τους οικονομολόγους της τράπεζας, η ελληνική οικονομία παρέμεινε σε φάση επέκτασης το α’ τρίμηνο 2024. Ο πραγματικός ρυθμός μεγέθυνσης ενισχύθηκε στο 0,7% QoQ / 2,1% YoY από 0,3% QoQ / 1,3% YoY το δ’ τρίμηνο 2023 και ήταν υψηλότερος τόσο σε σύγκριση με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης όσο και σε σχέση με τη μέση εκτίμηση της αγοράς.

Η καταναλωτική δαπάνη, στηριζόμενη στα θετικά στοιχεία της αγοράς εργασίας, αποδείχτηκε ανθεκτική στις πιέσεις των τιμών και των επιτοκίων, οι επενδύσεις παγίων αυξήθηκαν για πρώτη φορά μετά από 4 τρίμηνα καθοδικής τροχιάς, ενώ οι εξαγωγές, επηρεαζόμενες ίσως από τη στασιμότητα των εμπορικών εταίρων της Ελλάδας και από την όξυνση της γεωπολιτικής αβεβαιότητας κινήθηκαν πτωτικά για τέταρτο τρίμηνο στη σειρά.

Από την πλευρά της προσφοράς, οι κλάδοι της γεωργίας, της βιομηχανίας, των κατασκευών, των καταλυμάτων και εστίασης, των επαγγελματικών υπηρεσιών και των τεχνών, διασκέδασης και ψυχαγωγίας, είχαν θετική συνεισφορά στην αύξηση του ΑΕΠ το α’ τρίμηνο 2024. Οι εθνικοί λογαριασμοί του β’ τριμήνου 2024 είναι προγραμματισμένο να ανακοινωθούν από την ΕΛΣΤΑΤ στις 6 Σεπτεμβρίου 2024.

Βάσει της προσέγγισης της δαπάνης το ΑΕΠ ισούται με το άθροισμα της ιδιωτικής και της δημόσιας κατανάλωσης, των ιδιωτικών και των δημόσιων επενδύσεων (πάγια και μεταβολή αποθεμάτων) και των καθαρών εξαγωγών. Οι καθαρές εξαγωγές ισούνται με τη διαφορά ανάμεσα στις εξαγωγές και τις εισαγωγές. Η τελευταία μεταβλητή, ήτοι των εισαγωγών, εισέρχεται αφαιρετικά στον υπολογισμό του ΑΕΠ καθότι αποτελεί δαπάνη για αγαθά και υπηρεσίες που παρήχθησαν στην αλλοδαπή, δηλαδή που δεν αποτελούν μέρος της εγχώριας παραγωγής, οπότε και του ΑΕΠ.

Οι συνιστώσειςΣε ό,τι αφορά τις συνιστώσες της εγχώριας ζήτησης οι οικονομολόγοι της τράπεζας παρατηρούν τα εξής:

1ον, η ιδιωτική κατανάλωση, η συνιστώσα με το μεγαλύτερο μερίδιο στο ΑΕΠ, παρουσίασε ανθεκτικότητα στο υψηλό επίπεδο των τιμών και των επιτοκίων, σημειώνοντας ρυθμό μεταβολής 0,2% QoQ / 2,2% ΥοΥ το α’ τρίμηνο 2024 από 1,5% QoQ / 2,0% ΥοΥ το δ’ τρίμηνο 2023. Η ακούσια και η εκούσια αποταμίευση (involuntary and voluntary savings) κατά τη διάρκεια της πανδημίας, τα κυβερνητικά μέτρα στήριξης του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών έναντι της ενεργειακής κρίσης και τα θετικά στοιχεία της αγοράς εργασίας ενίσχυσαν την ιδιωτική κατανάλωση στη μεταπανδημική περίοδο. Σήμερα, κεντρικό ρόλο για την άνοδο των καταναλωτικών δαπανών των νοικοκυριών λαμβάνουν η ενίσχυση της απασχόλησης και των ονομαστικών μισθών ανά απασχολούμενο (το σύνολο των αμοιβών εξαρτημένης εργασίας αυξήθηκε κατά 5,6% YoY το α’ τρίμηνο 2024).

2ον, οι επενδύσεις παγίων, ήτοι η μεταβλητή με τη θεμελιώδη για την οικονομία διττή ιδιότητα της αύξησης της ζήτησης στο παρόν και της διεύρυνσης των παραγωγικών δυνατοτήτων στο μέλλον, μετά από 4 συνεχή τρίμηνα καθοδικής τροχιάς ενισχύθηκαν κατά 7,1% QoQ / 2,9% ΥοΥ το α’ τρίμηνο 2024 από -2,2% QoQ / -5,5% ΥοΥ το δ’ τρίμηνο 2023. Από τις 7 βασικές κατηγορίες κεφαλαιουχικών αγαθών σε 3 σημειώθηκε επέκταση (άλλες κατασκευές 0,5%, εξοπλισμός τεχνολογίας πληροφορικής και επικοινωνίας 17,7% και μηχανολογικός εξοπλισμός και οπλικά συστήματα 2,2%) και σε 4 κάμψη (κατοικίες -2,9%, αγροτικά προϊόντα -4,3%, μεταφορικός εξοπλισμός -7,7% και άλλα προϊόντα – 0,4%). Για να επαληθευτεί η εκτίμηση του Προγράμματος Σταθερότητας 2024 για αύξηση των επενδύσεων παγίων κατά 9,1% το 2024 από 4,0% το 2023, θα πρέπει κατά μέσο όρο ο τριμηνιαίος ρυθμός μεταβολής να διαμορφωθεί στο 3,0% τα επόμενα 3 τρίμηνα ή ισοδύναμα 11,4% σε ετήσια βάση.

3ον, η δημόσια κατανάλωση κινήθηκε έντονα καθοδικά με ρυθμό -2,7% QoQ / -4,0% ΥοΥ το α’ τρίμηνο 2024 από 1,8% QoQ / 1,9% ΥοΥ το δ’ τρίμηνο 2023.

Εξαγωγές και εισαγωγές

Σε ό,τι αφορά τον εξωτερικό τομέα της ελληνικής οικονομίας, τα αποτελέσματα είχαν ως ακολούθως:

1ον, οι εξαγωγές, δηλαδή το σύνολο των αγαθών και υπηρεσιών που παράγονται στην ελληνική οικονομία αλλά αγοράζονται από φορείς (νοικοκυριά, επιχειρήσεις και κυβερνήσεις) της αλλοδαπής, μειώθηκαν κατά 2,4% QoQ / 5,7% ΥοΥ το α’ τρίμηνο 2024 από -0,7% QoQ / 1,6% ΥοΥ το δ’ τρίμηνο 2023. Αξίζει να σημειώσουμε ότι το σύνολο των εξαγωγών ακολουθεί καθοδική τροχιά τα 4 τελευταία τρίμηνα. Αυτή η επίδοση αντανακλά τη μέση μείωση των εξαγωγών αγαθών κατά 2,2% QoQ και τη σχετικά ήπια μέση ετήσια αύξηση των εξαγωγών υπηρεσιών κατά 0,4% QoQ. Η στασιμότητα των οικονομιών που αποτελούν σημαντικούς εμπορικούς εταίρους της Ελλάδας (π.χ. Ευρωζώνη) και η όξυνση της γεωπολιτικής αβεβαιότητας ασκούν αρνητικές επιδράσεις στις εξαγωγές.

Στοιχεία για τις επί μέρους κατηγορίες των εξαγωγών αγαθών σε εποχικά διορθωμένους όρους και σε σταθερές τιμές δεν ανακοινώνονται από την ΕΛΣΤΑΤ. Παρά ταύτα, χρησιμοποιώντας τις παρατηρήσεις των εμπορευματικών συναλλαγών (μη εποχικά διορθωμένα στοιχεία και σε τρέχουσες τιμές) παρατηρούμε ότι οι εξαγωγές αγαθών όπως τα λάδια και λίπη ζωικής ή φυτικής προέλευσης, τα χημικά προϊόντα και συναφή, τα βιομηχανικά είδη ταξινομημένα κυρίως κατά πρώτη ύλη και τα μηχανήματα και υλικό μεταφορών, κινήθηκαν εντόνως καθοδικά σε ετήσια βάση το α’ τρίμηνο 2024.

2ον, οι εισαγωγές, δηλαδή το σύνολο των αγαθών και υπηρεσιών που παράγονται στην αλλοδαπή αλλά αγοράζονται από φορείς της εγχώριας οικονομίας, σημείωσαν ρυθμό μεταβολής -0,6% QoQ / 3,1% ΥοΥ το α’ τρίμηνο 2024 από 0,9% QoQ / 0,0% ΥοΥ το δ’ τρίμηνο 2023. Τα τελευταία 4 τρίμηνα δηλαδή την περίοδο που οι εξαγωγές παρουσιάζουν κάμψη, οι εισαγωγές καταγράφουν μέση τριμηνιαία αύξηση κατά 0,8% (0,6% στα αγαθά και 1,2% στις υπηρεσίες). Σύμφωνα με τα στοιχεία του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της Τραπέζης της Ελλάδος , η αύξηση των εισαγωγών αγαθών προέρχεται από την κατηγορία των προϊόντων εκτός καυσίμων και πλοίων.

• Η γεωργία, η βιομηχανία, οι κατασκευές και οι υπηρεσίες των τεχνών, διασκέδασης και ψυχαγωγίας σημείωσαν αύξηση σε όρους ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας το α’ τρίμηνο 2024

Βάσει της προσέγγισης της παραγωγής το ΑΕΠ ισούται με το άθροισμα της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας που παράγεται στους επί μέρους κλάδους της οικονομίας.

Οι κλάδοι

Από τους 10 συγκεντρωτικούς κλάδους οικονομικών δραστηριοτήτων για τους οποίους ανακοινώνονται στοιχεία από την ΕΛΣΤΑΤ, σε 7 η ακαθάριστη προστιθέμενη αξία αυξήθηκε σε τριμηνιαία βάση το α’ τρίμηνο 2024 και σε 3 μειώθηκε (βλέπε Σχήματα 5.1 έως 5.3). Η υψηλότερη άνοδος σημειώθηκε στις κατασκευές (7,0%) και ακολούθησαν: γεωργία, δασοκομία και αλιεία (6,3%), τέχνες, διασκέδαση και ψυχαγωγία (5,6%), βιομηχανία (1,9%), εμπόριο, μεταφορές, αποθήκευση, καταλύματα και εστίαση (0,6%), επαγγελματικές, επιστημονικές και τεχνικές δραστηριότητες, διοικητικές και υποστηρικτικές δραστηριότητες (0,6%) και διαχείριση ακίνητης περιουσίας (0,1%).[1] Η υψηλότερη κάμψη σημειώθηκε στις χρηματοπιστωτικές και ασφαλιστικές δραστηριότητες (-18,8%) και ακολούθησαν: ενημέρωση και επικοινωνία (-1,5%) και δημόσια διοίκηση και άμυνα, υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση, εκπαίδευση, δραστηριότητες σχετικές με την ανθρώπινη υγεία και την κοινωνική μέριμνα (-0,7%).

[1] Η αύξηση της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας στον συγκεντρωτικό κλάδο του εμπορίου, μεταφορών, αποθήκευσης, καταλυμάτων και εστίασης, δύναται να προήλθε από τον υποκλάδο των καταλυμάτων και εστίασης, καθότι οι δείκτες υψηλής συχνότητας του εμπορίου παρουσίασαν κάμψη το α’ τρίμηνο 2024 (ο δείκτης όγκου λιανικού εμπορίου μειώθηκε κατά 2,0% QoQ / 4,5% YoY).

Διαβάστε ακόμη