Παρά το ασταθές και ιδιαίτερα απαιτητικό επιχειρηματικό περιβάλλον της τελευταίας δεκαετίας, η ελίν συνεχίζει να καταγράφει σταθερή ανοδική πορεία στην κερδοφορία της. Ιδιαίτερα την τελευταία τριετία, οι γεωπολιτικές κρίσεις και οι ακραίες διακυμάνσεις στις διεθνείς τιμές ενέργειας δημιούργησαν ένα άκρως ευμετάβλητο τοπίο, στο οποίο η εταιρεία καλείται να προσαρμοστεί, να πρωτοστατήσει και να αξιοποιήσει τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται.

Το 2024 αποτέλεσε για την ελίν ένα έτος-ορόσημο, με βασικό στόχο την επιβεβαίωση της σταθερής της πορείας, παρά τις προκλήσεις. Η εταιρεία διατηρεί δραστηριότητα σε δύο βασικές αγορές – την ελληνική και τη διεθνή – με διαφορετικά χαρακτηριστικά και δυναμική η καθεμία. Στο μέτωπο της εσωτερικής αγοράς, ωστόσο, οι συνθήκες παραμένουν προβληματικές.

Μια αγορά με στρεβλώσεις και αποτρεπτικό περιβάλλον για επενδύσεις

Όπως σημείωσε χθες η διοίκηση της εταιρείας κατά την παρουσίαση στην τακτική γενική συνέλευση των μετόχων, η εγχώρια αγορά καυσίμων δεν προσφέρει το απαραίτητο πλαίσιο υγιούς ανταγωνισμού.

 Οι κρατικές παρεμβάσεις, η διαχρονική παραβατικότητα και η απουσία ουσιαστικής εποπτείας έχουν δημιουργήσει ένα περιβάλλον που αποθαρρύνει τόσο Έλληνες όσο και ξένους επενδυτές. Δεν είναι τυχαίο, όπως επισημαίνεται, ότι πολυεθνικές εταιρείες έχουν αποχωρήσει από την ελληνική αγορά και καμία νέα δεν εξετάζει σοβαρά την είσοδό της.

Σύμφωνα με την ελίν, βασικό πρόβλημα αποτελούν τα φαινόμενα λαθρεμπορίου και οι παραβιάσεις στις αντλίες των πρατηρίων, που πλήττουν ευθέως τον καταναλωτή και τη φήμη του κλάδου συνολικά. Αν και η εταιρεία είχε τη δυνατότητα να επεκτείνει το δίκτυό της στην Αθήνα – περιοχή με αυξημένη παραβατικότητα – επέλεξε να ακολουθήσει τον δύσκολο δρόμο: αυστηρή επιλογή συνεργατών, αποχή από συνεργασίες αμφίβολης ποιότητας και επενδύσεις για τον έλεγχο ποιότητας σε όλη την εφοδιαστική αλυσίδα.

Η στρατηγική αυτή, όπως αναγνωρίζεται από την ίδια την εταιρεία, κόστισε σε απώλεια μεριδίου αγοράς στα δύο μεγάλα αστικά κέντρα που συγκεντρώνουν το 50% της κατανάλωσης καυσίμων. Ωστόσο, η ελίν επιμένει στην τήρηση των αρχών της.

Μηδενική παραβατικότητα

Η ψήφιση του νόμου περί «Δέουσας Επιμέλειας» το 2024, που προβλέπει διετή σφράγιση πρατηρίων για σοβαρές παραβάσεις, σε συνδυασμό με τη συνεργασία της ΑΑΔΕ και της ΕΛ.ΑΣ., φαίνεται πως αρχίζει να αποδίδει καρπούς. Ήδη έχουν ανακοινωθεί πάνω από 80 σφραγίσεις πρατηρίων στην Αττική για παραβάσεις σχετιζόμενες με λαθρεμπόριο και πειραγμένες αντλίες.

Σε αυτό το πρώτο κύμα παραβατικών πρατηρίων, δεν περιλαμβάνεται κανένα πρατήριο της ελίν – κάτι που η εταιρεία χαρακτηρίζει ως επιβεβαίωση της στρατηγικής της. Το αποτέλεσμα αυτό αποδίδεται σε δύο βασικούς πυλώνες:

1.   Ένα πλήρως οργανωμένο και διαφανές σύστημα ελέγχου ποιότητας, με συμμετοχή της Bureau Veritas για τους επιτόπιους ελέγχους και των Lloyd’s για την πιστοποίηση.

2.  Μια αυστηρή πολιτική επιλογής συνεργατών, που εφαρμόζεται χωρίς εξαιρέσεις.

Τα αποτελέσματα των ελέγχων κοινοποιούνται στην ΑΑΔΕ, ενώ η ελίν διενεργεί και απροειδοποίητους ελέγχους καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους.

Οικονομική πίεση και τα ελάχιστα περιθώρια κέρδους

Παρά τη συμμόρφωση και τις επενδύσεις της, η ελίν δεν αποκλείει το ενδεχόμενο παραβατικών πρατηρίων στο μέλλον – ακόμα και στο δικό της δίκτυο των 550 σημείων. Όπως τονίζεται, το ασφυκτικό πλαίσιο των τελευταίων τεσσάρων ετών, λόγω του κρατικού πλαφόν στα περιθώρια κέρδους, που αποσύρθηκε από την1 Ιουλίου έχει ωθήσει ακόμη και έντιμους πρατηριούχους στα όρια της επιβίωσης. Για κάποιους, ο μονόδρομος ήταν η παραβατικότητα ή η αποχώρηση από την αγορά.

Η ελίν δηλώνει ρητά ότι σε περίπτωση που εντοπιστεί παραβατικότητα στο δίκτυό της, θα απομακρύνει άμεσα τον συνεργάτη, κατεβάζοντας το σήμα και καταγγέλλοντας τη σύμβαση την επόμενη κιόλας μέρα, και όχι εντός 10 ημερών όπως προβλέπει ο νόμος.

Αισιοδοξία αλλά και επιφυλάξεις για το μέλλον

Η εταιρεία αναγνωρίζει τις σημαντικές προσπάθειες που έγιναν από την Πολιτεία, ειδικά μέσα στο 2024, με πρωτοβουλίες των Υπουργείων Οικονομικών και Προστασίας του Πολίτη. Ωστόσο, επισημαίνει ότι παραμένουν κρίσιμα ζητήματα εφαρμογής του νόμου – είτε λόγω δικαστικών αποφάσεων, είτε λόγω διοικητικής ολιγωρίας.

Αυτό οδηγεί σε σύγχυση τον καταναλωτή, ο οποίος συχνά «τσουβαλιάζει» όλο τον κλάδο, μη μπορώντας να διακρίνει ποιες εταιρείες λειτουργούν με κανόνες και ποιες όχι.

Ισχυρή κερδοφορία χάρη στις διεθνείς πωλήσεις και την εγκατάσταση στην Ισπανία

Παρά τις πολλαπλές προκλήσεις, τόσο στην εσωτερική όσο και στη διεθνή αγορά καυσίμων, η ελίν κατέγραψε ισχυρή οικονομική επίδοση το 2024, με προ φόρων κέρδη 11,6 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 15% σε σχέση με το 2023.

Στην εγχώρια αγορά, η εταιρεία βρέθηκε αντιμέτωπη με τις γνωστές στρεβλώσεις – με κυριότερη τη διατήρηση του πλαφόν στο περιθώριο κέρδους των πρατηρίων. Το μέτρο, που καταργήθηκε από 1 Ιουλίου οδήγησε σε περαιτέρω ενίσχυση της παραβατικότητας και σε ασφυξία τους έντιμους πρατηριούχους. Ο κ. Αληγιζάκης ανέφερε χθες στους μετόχους ότι η άρση του πλαφόν θα ενισχύσει τον υγιή ανταγωνισμό.

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρθηκε, η πίεση στους έντιμους πρατηριούχους είναι τέτοια, ώστε αρκετοί είτε αναγκάζονται να αποχωρήσουν από την αγορά είτε καταλήγουν να την παραδίδουν σε παραβατικούς παίκτες.

Η αύξηση του αριθμού παραβατικών πρατηρίων το 2024, σύμφωνα με έρευνα του ΕΜΠ, αλλά και η επιβεβαίωση του φαινομένου από τους θεσμικούς εκπροσώπους του κλάδου (ΟΒΕ, ΠΟΠΕΚ), φωτίζουν ένα πρόβλημα που τείνει να πάρει δομικό χαρακτήρα.

Ισχυρή εξαγωγική παρουσία

Από την άλλη πλευρά, η διεθνής αγορά αποτέλεσε το 83% των συνολικών πωλήσεων της εταιρείας το 2024, με την ελίν να εξάγει 3 εκατ. ΜΤ καυσίμων και να κατατάσσεται στις πέντε μεγαλύτερες εξαγωγικές εταιρείες της χώρας, παρά το γεγονός ότι δεν διαθέτει δικό της διυλιστήριο.

Η εταιρεία επέκτεινε τη δραστηριότητά της σε 15 χώρες, με σημαντικότερη εξέλιξη τη μακροχρόνια ενοικίαση δεξαμενών στην Ισπανία, κοντά στο Γιβραλτάρ. Η επένδυση αυτή αποτέλεσε κομβικό βήμα για την προώθηση πωλήσεων μαζούτ, κυρίως σε αγορές που δεν δεσμεύονται από τους ευρωπαϊκούς περιορισμούς της πράσινης μετάβασης – όπως η Κύπρος, αλλά και χώρες της Μέσης Ανατολής και της Δυτικής Αφρικής.

Ωστόσο, και η διεθνής αγορά είχε σοβαρές προκλήσεις. Το παράνομο εμπόριο ρωσικών καυσίμων, τα οποία εισέρχονται στην Ε.Ε. μέσω διυλιστηρίων τρίτων χωρών χωρίς την “ετικέτα” προέλευσης, επηρέασε την ανταγωνιστικότητα και τις σχέσεις με παραδοσιακούς πελάτες.

Η αβεβαιότητα του 2025

Πέρα από τις διεθνείς πωλήσεις, η ανάπτυξη της κερδοφορίας στην Ελλάδα στηρίχθηκε σε πέντε κρίσιμους άξονες: Αύξηση πωλήσεων στην εσωτερική αγορά κατά 5%, απόκτηση 20 νέων πρατηρίων, εκ των οποίων τα 6 στην Αττική, διατήρηση ηγετικής θέσης στις βιομηχανικές πωλήσεις (υγρά & στερεά καύσιμα), επενδύσεις σε 15 μαρίνες σε τουριστικά σημεία της χώρας, επέκταση στην ηλεκτρική ενέργεια μέσω των πωλήσεων της Electricon. Το 2025 ξεκίνησε με αβεβαιότητα και γεωπολιτική πολυπλοκότητα

Το πρώτο εξάμηνο του 2025 αποδείχθηκε δύσκολο. Οι γεωπολιτικές εντάσεις παραμένουν κυρίαρχες, με χαρακτηριστικότερα παραδείγματα τον πόλεμο Ισραήλ–Ιράν και την αλλαγή πολιτικής κατεύθυνσης στις ΗΠΑ, με επιπτώσεις τόσο στις εμπορικές σχέσεις ΗΠΑ–ΕΕ όσο και στην πράσινη μετάβαση.

Η ΕΕ παραμένει αδύναμη, τόσο θεσμικά όσο και ενεργειακά, καθώς καλείται να διαχειριστεί πολλαπλές κρίσεις και αμφιλεγόμενες πολιτικές, που συχνά φρενάρουν τις καινοτόμες τεχνολογίες και καθυστερούν την ενεργειακή μετάβαση.

Σύμφωνα με τη διοίκηση της ελίν, σε αυτό το ρευστό περιβάλλον, η αγορά των ορυκτών καυσίμων δείχνει να έχει μεγαλύτερη προοπτική απ’ ό,τι αρχικά εκτιμήθηκε.

Oι προκλήσεις της αγοράς

Όπως τόνισε χθες ο κ. Αληγιζάκης, η πορεία του Κλάδου τα επόμενα χρόνια βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή. Από τη μια, οι εξελίξεις που συνδέονται με την πράσινη μετάβαση, -δίκτυα LNG, υδρογόνου, ηλεκτροκίνησης και νέες ενεργειακές υπηρεσίες- δημιουργούν τεράστιες ευκαιρίες ανάπτυξης για τις εταιρείες του Κλάδου.

Από την άλλη, όμως, πολιτικές επιλογές και ρυθμιστικά σήματα, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε εθνικό επίπεδο, γεννούν εύλογες ανησυχίες για το κατά πόσον ο Κλάδος αυτός μπορεί να συνεχίσει να λειτουργεί με όρους βιωσιμότητας και επενδυτικής προοπτικής.

Ιδιαίτερη αιχμή αποτέλεσε η στάση της Ελληνικής Πολιτείας, η οποία όπως υπογράμμισε η διοίκηση της ελιν συχνά αντιμετωπίζει τις εταιρείες εμπορίας καυσίμων όχι ως στρατηγικούς εταίρους της ενεργειακής ασφάλειας, αλλά περίπου ως «μεσάζοντες» ανάμεσα στα Διυλιστήρια και τα πρατήρια.

«Ένας ολόκληρος Κλάδος, που διασφαλίζει τον ομαλό εφοδιασμό όλης της χώρας, από την Ορεστιάδα μέχρι την Ανάφη, που τροφοδοτεί την οικονομία, τα αεροπλάνα, τα πλοία, τα αυτοκίνητα, αντιμετωπίζεται σαν ένας «χονδρέμπορος» χωρίς καμία στρατηγική υπόσταση», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Ο προβληματισμός εστιάζει και στον τρόπο με τον οποίο εφαρμόζονται οι ευρωπαϊκοί στόχοι για την απανθρακοποίηση. Στόχοι που όπως επισημάνθηκε χθες είναι αναγκαίοι και ορθοί, υπό την προϋπόθεση όμως ότι υλοποιούνται με ευελιξία και ρεαλισμό, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες κάθε χώρας και κάθε επιμέρους αγοράς.

Ο κλάδος όπως αναφέρθηκε συνεισφέρει κάθε χρόνο περί τα 5-6 δισ. ευρώ στην ελληνική οικονομία μόνο από δασμούς, απασχολεί άμεσα ή έμμεσα πάνω από 100.000 εργαζόμενους, και αποτελεί τον ασφαλέστερο φοροεισπρακτικό μηχανισμό του κράτους, καθώς οι φόροι προεισπράττονται πριν ακόμη πωληθεί το προϊόν.

Ωστόσο, ο νόμος για την παραβατικότητα στην αγορά, αν και ψηφίστηκε έπειτα από δύο δεκαετίες, συνεχίζει κατά την εταιρεία, να αντιμετωπίζεται αποσπασματικά, με Υπουργεία να αποφεύγουν ακόμη και να συζητήσουν τις «παιδικές ασθένειες» που εντοπίζονται στην εφαρμογή του.

«Η Πολιτεία συνεχίζει να στέκεται απέναντι στον Κλάδο, αντί να τον έχει σύμμαχο. Και αυτό είναι κάτι που πρέπει να αλλάξει», κατέληξε ο επικεφαλής της ελίν, αφήνοντας ανοιχτό το ερώτημα για το αν η Πολιτεία θα αναγνωρίσει εγκαίρως τη στρατηγική αξία του Κλάδου Εμπορίας ή θα επιμείνει σε μια προσέγγιση απαξίωσης, σε μια περίοδο όπου διακυβεύεται το ενεργειακό μέλλον της χώρας.

Διαβάστε ακόμη: