Στο πορτογαλικό θέρετρο της Σίντρα βρίσκεται η η Κριστίν Λαγκάρντ και οι ισχυρότεροι κεντρικοί τραπεζίτες για την καθιερωμένη, ετήσια συνάντηση της ΕΚΤ ανταλλάσσοντας απόψεις και προτάσεις για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας. Οι παρεμβάσεις κορυφαίων στελεχών της ΕΚΤ δείχνουν ότι ο κύκλος αύξησης των επιτοκίων που ακολούθησε την εκτίναξη του πληθωρισμού την τελευταία διετία θεωρείται ότι κλείνει με την προσοχή να στρέφεται στη διατήρηση της σταθερότητας και στην ενίσχυση της ανάπτυξης.
Η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, προειδοποίησε ότι η παγκόσμια οικονομία εισέρχεται σε περίοδο διαρκούς αβεβαιότητας, γεγονός που καθιστά τον πληθωρισμό πιο ασταθή και απαιτεί από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πιο αποφασιστική δράση, ώστε να διατηρηθεί κοντά στον στόχο του 2%. Η Λαγκάρντ υπογράμμισε ότι η νέα στρατηγική της Τράπεζας προβλέπει έντονη ή επίμονη παρέμβαση όποτε η απόκλιση από τον στόχο είναι σημαντική, είτε προς τα πάνω είτε προς τα κάτω.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, Φίλιπ Λέιν, δήλωσε χαρακτηριστικά ότι η μάχη κατά του πληθωρισμού «έχει περάσει σε νέο στάδιο». Ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη έχει υποχωρήσει στο 1,9% τον Μάιο, έναντι 10% στο απόγειο της κρίσης, και το βασικό επιτόκιο έχει ήδη μειωθεί από το 4% στο 2%. «Ο τελευταίος κύκλος έχει ολοκληρωθεί», ανέφερε ο Λέιν, προειδοποιώντας ωστόσο ότι η ΕΚΤ θα συνεχίσει να βασίζει τις αποφάσεις της στα εκάστοτε δεδομένα, αποφεύγοντας βεβιασμένες κινήσεις.
Ακόμη πιο ξεκάθαρο ήταν το μήνυμα του διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας του Βελγίου, Πιερ Ουνς, ο οποίος εκτίμησε ότι οι κίνδυνοι είναι πλέον αρνητικοί τόσο για τον πληθωρισμό όσο και για την ανάπτυξη. «Εχουμε σχεδόν πιάσει τον στόχο», σημείωσε, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο νέων μειώσεων επιτοκίων αν η οικονομική δραστηριότητα παραμείνει υποτονική. Υπογράμμισε μάλιστα ότι, αν υπάρξει ανάγκη για περαιτέρω δράση, αυτή πιθανότατα θα είναι προς την κατεύθυνση της χαλάρωσης και όχι της σύσφιξης.
Κοινός τόπος στις τοποθετήσεις των αξιωματούχων είναι η ανάγκη παρακολούθησης της πορείας του πληθωρισμού και της οικονομίας τους επόμενος μήνες πριν ληφθούν οι τελικές αποφάσεις. Η ΕΚΤ δεν φαίνεται διατεθειμένη να ενδώσει σε πιέσεις για άμεσες περαιτέρω μειώσεις, εάν δεν υπάρξει σαφής ένδειξη επιβράδυνσης ή επιδείνωσης της ανάπτυξης. Το μήνυμα είναι σαφές: σταθερότητα, ευελιξία και προσοχή.
Τι «βλέπουν» οι κεντρικοί τραπεζίτες
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν βιάζεται να μειώσει περαιτέρω το κόστος δανεισμού μετά από οκτώ μειώσεις σε διάστημα ενός έτους υπογράμμισε ο Πορτογάλος κεντρικός τραπεζίτης Μάριο Σεντένο, λέγοντας πως οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής παραμένουν προσεκτικοί — παρά τα «πολύ καλά νέα» ότι ο πληθωρισμός βρίσκεται πλέον στο στόχο του 2%.
Ο Χοσέ Λουίς Εσκρίβα της Ισπανίας υπερασπίστηκε τη σημασία της συμμετρικής προσέγγισης στον στόχο πληθωρισμού του 2%, επισημαίνοντας ότι αυτός πρέπει να παραμείνει ο βασικός οδηγός της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ τα επόμενα χρόνια. Ο Εσκρίβα σημείωσε επίσης πως παράγοντες όπως η σύγκρουση στη Μέση Ανατολή, οι δασμοί, οι τιμές του πετρελαίου και η εξέλιξη των μισθών αποτελούν νέες εστίες κινδύνου και αβεβαιότητας που πρέπει να συνεκτιμώνται. «Σε ένα τόσο σύνθετο περιβάλλον, εναλλακτικά σενάρια μπορούν να αποδειχθούν πολύ χρήσιμα για να παραμείνουμε ευέλικτοι και έτοιμοι να λάβουμε τις πιο κατάλληλες αποφάσεις», κατέληξε.
Από την πλευρά του πρόεδρος της Bundesbank Γιόακιμ Νάγκελ τόνισε ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πρέπει να παραμείνει προσεκτική καθώς το γεωπολιτικό περιβάλλον παραμένει εξαιρετικά ευμετάβλητο. Μετά την όγδοη διαδοχική μείωση των επιτοκίων τον Ιούνιο, οι αγορές αναμένουν τη συνεδρίαση του Ιουλίου, η οποία πιθανόν να σημάνει παύση της επεκτατικής πολιτικής. Αν και κάποιοι αξιωματούχοι επιθυμούν περαιτέρω μειώσεις για ενίσχυση της ανάπτυξης, άλλοι εκφράζουν επιφυλάξεις λόγω των πιέσεων στις τιμές που μπορεί να εμφανιστούν εκ νέου.
Στο ίδιο μήκος κύματος και οι δηλώσεις του επικεφαλής της κεντρικής τράπεζας της Λιθουανίας Γκεντίμινας Σίμκους ο οποίος επεσήμανε ότι η ΕΚΤ έχει επιτύχει τον στόχο της για τον πληθωρισμό, ενώ με τα επιτόκια σε ουδέτερο επίπεδο που δεν τονώνει ούτε περιορίζει την ανάπτυξη, η πιο πιθανή εκδοχή είναι μια παύση στην επόμενη συνεδρίαση τον Ιούλιο.
Στην ίδια γραμμή ο Λετονός αξιωματούχος Μάρτινς Κάζακς υπογράμμισε πως η ΕΚΤ ενδέχεται να προχωρήσει μόνο σε ήπιες προσαρμογές του κόστους δανεισμού, υπό την προϋπόθεση ότι η οικονομική ανάπτυξη εξελίσσεται σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις». Με τον πληθωρισμό να βρίσκεται στο στόχο του 2% και την περιοχή να εξακολουθεί να αναπτύσσεται, δεν υπάρχει ανάγκη για πιο δυναμική δράση – ειδικά καθώς μεγάλο μέρος της χαλάρωσης που τέθηκε σε ισχύ από τον περασμένο Ιούνιο συνεχίζει να τροφοδοτεί τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά.
Ο Κάζακς δήλωσε ότι δεν αναμένονται μεγάλες αλλαγές σχετικά με τα επιτόκια, καθώς η οικονομία αναπτύσσεται και ο πληθωρισμός βρίσκεται κοντά στον στόχο. Πρόσθεσε ότι οι πιθανές προσαρμογές θα έχουν περισσότερο χαρακτήρα σηματοδότησης και λεπτομερούς ρύθμισης. Μάλιστα, δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο μιας προληπτικής μείωσης επιτοκίων, ώστε να διασφαλιστεί η επιστροφή του πληθωρισμού στο 2% μετά τις αρχές του 2026. Παρ’ όλα αυτά, επισήμανε ότι είναι νωρίς να γίνουν ασφαλείς προβλέψεις, λόγω της υπάρχουσας αβεβαιότητας.
Η Σίντρα, για ακόμη μια χρονιά, λειτουργεί ως βαρόμετρο της κατεύθυνσης της ευρωπαϊκής νομισματικής πολιτικής. Και φέτος, τα πρώτα σημάδια δείχνουν μια ΕΚΤ που θεωρεί ότι το βασικό σκέλος της μάχης κατά του πληθωρισμού έχει κερδηθεί, αλλά ταυτόχρονα αναγνωρίζει ότι η «μάχη για την ανάπτυξη» μόλις ξεκινά.