Την αυλαία του 2024 κλείνει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αποφασίζοντας να μειώσει τα επιτόκια κατά 25 μονάδες βάσης.
Η ΕΚΤ προχώρησε στην τέταρτη μείωση των επιτοκίων, όπως αναμενόταν από αγορές και οικονομολόγους, επιλέγοντας τη σταδιακή κίνηση αποκλιμάκωσης που διαμορφώνει το επιτόκιο στο 3%. Σε δημοσκόπηση που διενήργησε το Bloomberg όλοι εκτός πλην ενός οι αναλυτές προέβλεψαν τη μείωση κατά 25 μονάδες βάσης στο επιτόκιο καταθέσεων. Μόνο η JPMorgan Chase ανέμενε μια μεγαλύτερη μείωση της τάξης των 50 μονάδων βάσης, υποστηρίζοντας ότι τα πρόσφατα στοιχεία υποδεικνύουν πιο ήπιο πληθωρισμό, αλλά και ανάπτυξη.
Τo επιτόκιο παρέμεινε σταθερό στο 4% από τον Σεπτέμβριο του 2023 μέχρι τον Ιούνιο του 2024 οπότε η κεντρική τράπεζα ξεκίνησε τον κύκλο χαλάρωσης της νομισματικής πολιτικής με την πρώτη μείωση του κόστους δανεισμού.
Υπενθυμίζεται ότι πριν από μερικές μέρες ο Γιάννης Στουρνάρας είχε δηλώσει ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα πρέπει να μειώνει το κόστος δανεισμού σε κάθε συνεδρίαση μέχρι να φτάσει σε ένα επίπεδο που δεν περιορίζει ούτε τονώνει την οικονομική δραστηριότητα, σύμφωνα με το μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου Γιάννη Στουρνάρα.
«Καθώς ο πληθωρισμός και η πραγματική οικονομία εξελίσσονται τώρα και, νομίζω ότι ναι, θα πρέπει να έχουμε μια μείωση σε κάθε συνεδρίαση από εδώ και στο εξής μέχρι να φτάσουμε σε αυτό που αποκαλούμε ουδέτερο επιτόκιο», είχε δηλώσει ο επικεφαλής της ελληνικής κεντρικής τράπεζας στην τηλεόραση του Bloomberg. «Αυτή είναι μια απατηλή έννοια, αλλά σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, είναι περίπου 2%».
Ο κ. Στουρνάρας είχε πει ότι μια τέταρτη μείωση του επιτοκίου καταθέσεων κατά ένα τέταρτο της μονάδας για φέτος τον Δεκέμβριο – που θα το φέρει στο 3% – θα ήταν επί του παρόντος η «σωστή απάντηση», ενώ πρόσθεσε ότι «δεν μπορεί να πει» αν αποκλείεται μια κίνηση 50 μονάδων βάσης.
Αναλυτικά η ανακοίνωση:
Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε σήμερα να μειώσει τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ κατά 25 μονάδες βάσης. Ειδικότερα, η απόφαση για μείωση του επιτοκίου της διευκόλυνσης καταθέσεων –το επιτόκιο μέσω του οποίου το Διοικητικό Συμβούλιο κατευθύνει τη νομισματική πολιτική– βασίζεται στην επικαιροποιημένη εκτίμησή του για τις προοπτικές για τον πληθωρισμό, τη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού και την ισχύ της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής.
Η διαδικασία αποπληθωρισμού βρίσκεται σε καλό δρόμο. Το προσωπικό βλέπει τον γενικό πληθωρισμό κατά μέσο όρο 2,4% το 2024, 2,1% το 2025, 1,9% το 2026 και 2,1% το 2027, όταν τεθεί σε λειτουργία το διευρυμένο Σύστημα Εμπορίας Εκπομπών της ΕΕ. Για τον πληθωρισμό χωρίς την ενέργεια και τα τρόφιμα, το προσωπικό προβλέπει κατά μέσο όρο 2,9% το 2024, 2,3% το 2025 και 1,9% τόσο το 2026 όσο και το 2027.
Οι περισσότερες μετρήσεις του υποκείμενου πληθωρισμού υποδηλώνουν ότι ο πληθωρισμός θα σταθεροποιηθεί γύρω από τον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2% του Διοικητικού Συμβουλίου σε σταθερή βάση. Ο εγχώριος πληθωρισμός έχει υποχωρήσει αλλά παραμένει υψηλός, κυρίως επειδή οι μισθοί και οι τιμές σε ορισμένους τομείς εξακολουθούν να προσαρμόζονται στην προηγούμενη άνοδο του πληθωρισμού με σημαντική καθυστέρηση.
Οι συνθήκες χρηματοδότησης χαλαρώνουν, καθώς οι πρόσφατες μειώσεις των επιτοκίων από το Διοικητικό Συμβούλιο καθιστούν σταδιακά λιγότερο δαπανηρό το νέο δανεισμό για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Ωστόσο, εξακολουθούν να είναι αυστηρά επειδή η νομισματική πολιτική παραμένει περιοριστική και οι προηγούμενες αυξήσεις επιτοκίων εξακολουθούν να μεταδίδονται στο υπόλοιπο των πιστώσεων.
Το προσωπικό αναμένει τώρα μια πιο αργή οικονομική ανάκαμψη από ό,τι στις προβλέψεις του Σεπτεμβρίου. Αν και η ανάπτυξη επιταχύνθηκε το τρίτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, οι δείκτες της έρευνας υποδηλώνουν ότι επιβραδύνθηκε το τρέχον τρίμηνο. Το προσωπικό βλέπει την οικονομία να αναπτύσσεται κατά 0,7% το 2024, 1,1% το 2025, 1,4% το 2026 και 1,3% το 2027. Η προβλεπόμενη ανάκαμψη βασίζεται κυρίως στην αύξηση του πραγματικού εισοδήματος – που θα επιτρέψει στα νοικοκυριά να καταναλώνουν περισσότερο – και στις επιχειρήσεις να αυξάνουν τις επενδύσεις. Με την πάροδο του χρόνου, τα σταδιακά εξασθενημένα αποτελέσματα της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής αναμένεται να υποστηρίξουν την ανάκαμψη της εγχώριας ζήτησης.
Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι αποφασισμένο να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα σταθεροποιηθεί σταθερά στο μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%. Θα ακολουθήσει μια προσέγγιση που εξαρτάται από τα δεδομένα και κάθε συνεδρίαση για τον καθορισμό της κατάλληλης κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής. Ειδικότερα, οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου για τα επιτόκια θα βασίζονται στην αξιολόγησή του για τις προοπτικές για τον πληθωρισμό υπό το φως των εισερχόμενων οικονομικών και χρηματοοικονομικών δεδομένων, της δυναμικής του υποκείμενου πληθωρισμού και της ισχύος της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής. Το Διοικητικό Συμβούλιο δεν δεσμεύεται εκ των προτέρων για μια συγκεκριμένη πορεία επιτοκίων.
Βασικά επιτόκια της ΕΚΤ
Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε σήμερα να μειώσει τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ κατά 25 μονάδες βάσης. Αντίστοιχα, τα επιτόκια της διευκόλυνσης καταθέσεων, των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης και της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης θα μειωθούν σε 3,00%, 3,15% και 3,40% αντίστοιχα, με ισχύ από τις 18 Δεκεμβρίου 2024.
Πρόγραμμα αγοράς περιουσιακών στοιχείων (APP) και πρόγραμμα αγοράς έκτακτης ανάγκης πανδημίας (PEPP)
Το χαρτοφυλάκιο APP μειώνεται με μετρημένο και προβλέψιμο ρυθμό, καθώς το Ευρωσύστημα δεν επανεπενδύει πλέον τις πληρωμές κεφαλαίου από τίτλους που λήγουν.
Το Ευρωσύστημα δεν επανεπενδύει πλέον όλες τις πληρωμές κεφαλαίων από τίτλους λήξεως που αγοράζονται στο πλαίσιο του PEPP, μειώνοντας το χαρτοφυλάκιο PEPP κατά 7,5 δισεκατομμύρια ευρώ το μήνα κατά μέσο όρο. Το Διοικητικό Συμβούλιο θα διακόψει τις επανεπενδύσεις στο πλαίσιο του PEPP στα τέλη του 2024.
Πράξεις αναχρηματοδότησης
Οι τράπεζες θα αποπληρώσουν τα υπόλοιπα ποσά που έχουν δανειστεί στο πλαίσιο των στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης αυτόν τον μήνα, γεγονός που ολοκληρώνει αυτό το μέρος της διαδικασίας εξομάλυνσης του ισολογισμού.
Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι έτοιμο να προσαρμόσει όλα τα μέσα στο πλαίσιο της εντολής του για να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα σταθεροποιηθεί σταθερά στο στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα και να διατηρήσει την ομαλή λειτουργία της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής. Επιπλέον, το Μέσο Προστασίας Μεταδόσεων είναι διαθέσιμο για την αντιμετώπιση αδικαιολόγητων, άτακτων δυναμικών της αγοράς που αποτελούν σοβαρή απειλή για τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής σε όλες τις χώρες της ζώνης του ευρώ, επιτρέποντας έτσι στο Διοικητικό Συμβούλιο να εκπληρώσει αποτελεσματικότερα την εντολή του για τη σταθερότητα των τιμών.