Το αποτέλεσμα της κάλπης της προηγούμενης Κυριακής, πέρα από την καθαρά πολιτική του ανάγνωση, έχει σαφώς και άλλες, το ίδιο σοβαρές, ίσως και σημαντικότερες, που μπορεί να εξηγούν σε σημαντικό βαθμό και την απότομη και μη αναμενόμενη από όλους θεαματική πτώση του ποσοστού του ΣΥΡΙΖΑ.
Η κυριότερη όλων των άλλων αναγνώσεων κατά την άποψη της στήλης είναι η οικονομική, καθώς είναι δεδομένο ότι “η οικονομία κέρδισε την πολιτική”.
Με την έννοια ότι οι υψηλοί αναπτυξιακοί ρυθμοί που επιτεύχθηκαν από την κυβέρνηση Μητσοτάκη και το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, οι επενδύσεις που έφεραν νέες θέσεις εργασίας και μείωσαν δραστικά την ανεργία και η επανεκκίνηση πολλών μεγάλων έργων και δεκάδων μικρότερων (έστω και με τις όποιες καθυστερήσεις), η καθοριστική στήριξη χιλιάδων επιχειρήσεων (που θα έκλειναν διαφορετικά) με την επιστρεπτέα προκαταβολή, αλλά και οι επιδοτήσεις των λογαριασμών ενέργειας (που ανακούφισαν έστω και με σχετική καθυστέρηση χιλιάδες οικογένειες) επέδρασσαν όπως συνάγεται καταλυτικά στο εκλογικό αποτέλεσμα.
Η μεν κυβέρνηση καρπώθηκε την ανάσχεση πολύ χειρότερων κοινωνικών καταστάσεων, καθώς φαίνεται ότι ένα μέρος των ψηφοφόρων, πέραν του ποσοστού των προηγούμενων εκλογών, της πίστωσε ότι έκανε ότι μπορούσε για να κρατήσει οικονομία, κοινωνία και επιχειρήσεις όρθιες.
Ο καταγγελτικός λόγος του ΣΥΡΙΖΑ και οι αλλοπρόσαλλες προτάσεις Τσακαλώτου και Βαρουφάκη για τα «νομίσματα των πόλεων»!
Από την άλλη, ο συνεχής καταγγελτικός λόγος από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ και οι αλλεπάλληλες και αλλοπρόσαλλες προτάσεις και προσεγγίσεις ευαίσθητων οικονομικών θεμάτων, συμπεραίνεται πλέον ότι λειτούργησαν αποτρεπτικά σε σημαντικό μέρος πρώην ψηφοφόρων του, που προέρχονταν όχι από τη δική του αριστερή “μήτρα’, αλλά από άλλους πολιτικούς χώρους και στρώματα, που τον είχαν ακολουθήσει σε προηγούμενες αναμετρήσεις.
Σπεύδω να προσθέσω, πως το λιθαράκι της αμφιβολίας και της αμφισβήτησης ως προς τις προθέσεις και τις ικανότητες του ΣΥΡΙΖΑ, το μετέτρεψαν σε τσουνάμι κατολισθήσεων και ο Τσακαλώτος με τις ιδέες για τα “νομίσματα πόλεων” (ήρθε και η “Δήμητρα” του Βαρουφάκη να προσθέσει ακόμα μεγαλύτερη ανασφάλεια σε κάθε ψηφοφόρο), αλλά και ο συνήθως μετρημένος Κατρούγκαλος, με τη δήλωσή του περί αύξησης κατά 20% των ασφαλιστικών εισφορών των ελεύθερων επαγγελματιών.
Τι κι αν γρήγορα επιχειρήθηκε από την Κουμουνδούρου να σβηστεί η φωτιά, τι κι αν ο ίδιος…διευκρίνισε και παραιτήθηκε στη συνέχεια, διαγραφόμενος παράλληλα, οι σπίθες είχαν γίνει ήδη καυτές και εξελίχθηκαν σε φλόγες με προδιαγεγραμμένο το καταστροφικό τους έργο.
Κάπως έτσι, η Πολιτική βρέθηκε σε δεύτερη και τρίτη μοίρα, καθώς τα θέματα της Οικονομίας, της τσέπης των πολιτών, κυριάρχησαν στη σκέψη και συνεπώς και στην απόφαση των ψηφοφόρων.
Και αυτών που παρέμειναν ή και προτίμησαν τη Νέα Δημοκρατία και αυτών που εγκατέλειψαν το ΣΥΡΙΖΑ, διασκορπιζόμενοι σε άλλα κόμματα.