Στην εξαγορά της AirTrunk προχωρά η Blackstone έναντι 24 δισεκατομμυρίων δολαρίων Αυστραλίας (16,1 δισεκατομμύρια δολάρια), συμπεριλαμβανομένου του χρέους και των κεφαλαιουχικών δαπανών για δεσμευμένα έργα.

Ο διαχειριστής εναλλακτικών περιουσιακών στοιχείων με έδρα τη Νέα Υόρκη, μαζί με το Canada Pension Plan Investment Board, αγοράζει την AirTrunk από την Macquarie Group Ltd. και την PSP Investments, σύμφωνα με ανακοίνωση της Τετάρτης 4/9. Εκκρεμεί η έγκριση των ρυθμιστικών αρχών από την Αυστραλιανή Επιτροπή Ελέγχου Ξένων Επενδύσεων για να ολοκληρωθεί η συμφωνία.

Η εξαγορά είναι η μεγαλύτερη επένδυση της Blackstone στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού, ξεπερνώντας την εξαγορά της αυστραλιανής εταιρείας διαχείρισης καζίνο Crown Resorts Ltd. ύψους 8,9 δισ. δολαρίων Αυστραλίας το 2022. Είναι επίσης μία από τις μεγαλύτερες συμφωνίες ψηφιακών υποδομών παγκοσμίως φέτος.

«Η AirTrunk είναι ένα ακόμη σημαντικό βήμα καθώς η Blackstone επιδιώκει να γίνει ο κορυφαίος επενδυτής ψηφιακών υποδομών στον κόσμο», δήλωσε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Blackstone Τζον Γκρέι.

Περιουσιακά στοιχεία όπως τα κέντρα δεδομένων, οι πύργοι κινητής τηλεφωνίας και τα δίκτυα οπτικών ινών έχουν γίνει δημοφιλείς στόχοι για τους επενδυτές, δεδομένων των σταθερών αποδόσεών τους και των ισχυρών προοπτικών ανάπτυξής τους, καθώς η ανθρωπότητα εξαρτάται όλο και περισσότερο από την τεχνολογία, σύμφωνα με το Bloomberg.

Η AirTrunk λειτουργεί κέντρα δεδομένων στην Αυστραλία, τη Σιγκαπούρη, το Χονγκ Κονγκ, την Ιαπωνία και τη Μαλαισία, σύμφωνα με την ιστοσελίδα της. Ένας όμιλος με επικεφαλής τον κλάδο υποδομών της Macquarie ανέλαβε τον έλεγχο της εταιρείας το 2020 σε μια συμφωνία που την αποτίμησε σε περίπου 3 δισεκατομμύρια δολάρια Αυστραλίας, ανέφερε τότε το Bloomberg. Πριν από αυτό, ανήκε σε επενδυτές, μεταξύ των οποίων το τμήμα ειδικών καταστάσεων της Goldman Sachs Group Inc.

Διαβάστε ακόμη: