Από την 1η Ιανουαρίου 2025, τίθενται σε ισχύ νέοι περιορισμοί στη χορήγηση στεγαστικών και καταναλωτικών δανείων με εξασφάλιση ακινήτου, βάσει απόφασης της Τράπεζας της Ελλάδος. Στόχος είναι η αποτροπή υπερδανεισμού, σε μια περίοδο υψηλών επιτοκίων και ακριβής κατοικίας.
Συγκεκριμένα:
- Ο δανεισμός δεν μπορεί να ξεπερνά το 90% της εμπορικής αξίας για πρώτη κατοικία (LTV), και το 80% για λοιπές περιπτώσεις.
- Η μηνιαία δόση δεν πρέπει να υπερβαίνει το 50% του καθαρού εισοδήματος του δανειολήπτη για πρώτη κατοικία (DSTI), ή το 40% σε άλλες περιπτώσεις.
Προβλέπεται περιθώριο 10% υπέρβασης ανά τρίμηνο για κάθε τράπεζα, υπό προϋποθέσεις.
Αποκλεισμός πολλών υποψήφιων αγοραστών
Η εφαρμογή των νέων κανόνων σημαίνει ότι πολλοί ενδιαφερόμενοι μεσαίου εισοδήματος μένουν εκτός αγοράς. Για παράδειγμα, με εισόδημα 1.000 ευρώ, η μέγιστη δόση είναι 500 ευρώ – ποσό που συχνά δεν επαρκεί για δάνειο ακόμη και 100.000 ευρώ. Το πρόβλημα εντείνεται σε περιοχές με υψηλές τιμές ακινήτων, όπου η προκαταβολή που απαιτείται γίνεται απαγορευτική.
Τα παλαιά δάνεια εκτός τραπεζών
Την ίδια ώρα, το 83% των παλαιών στεγαστικών δανείων δεν εξυπηρετούνται και έχουν μεταβιβαστεί σε εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων (servicers). Σύμφωνα με την Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της ΤτΕ, οι servicers διαχειρίζονται πλέον 87,4 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 72,6 δισ. είναι μη εξυπηρετούμενα.
Οι εταιρείες αυτές δεν δίνουν νέα δάνεια, ούτε λειτουργούν με τραπεζικά κριτήρια, αλλά επιδιώκουν εισπρακτική απόδοση για λογαριασμό επενδυτών, μέσω πλειστηριασμών, πωλήσεων και «κουρεμάτων».
Το αποτέλεσμα είναι ένα «διπλό μπλόκο»: περιορισμένη πρόσβαση σε νέα στεγαστικά και εξαιρετικά αυστηρή διαχείριση των παλαιών, με την κατοικία να μετατρέπεται σε ολοένα και πιο δύσκολο στόχο για πολλά νοικοκυριά.