Μία στις δέκα οικογένειες, περίπου, που διαβιοί με ένα παιδί έως 15 χρονών, δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να παρέχει στα παιδιά ένα τουλάχιστον γεύμα με κρέας, κοτόπουλο ή ψάρι σε καθημερινή βάση, σύμφωνα με στοιχεία που ανακοίνωσε η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ). Μάλιστα, τα ποσοστά για τον φτωχό πληθυσμό και τον μη φτωχό πληθυσμό ανέρχονται σε 31,7% και 4,5%, αντίστοιχα.

Παράλληλα, το 2,2% του πληθυσμού που διαβιοί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών, δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να παρέχει στα παιδιά του δύο ζευγάρια υποδημάτων στο σωστό μέγεθος. Τα ποσοστά για τον φτωχό πληθυσμό και τον μη φτωχό πληθυσμό ανέρχονται σε 6,0% και 1,1%, αντίστοιχα.

Α. Συνθήκες διαβίωσης παιδιών ηλικίας έως 15 ετών

Τα στοιχεία που συλλέγονται στο πλαίσιο της έρευνας – αναφορικά με την υλική στέρηση των παιδιών – αφορούν στα νοικοκυριά με παιδιά ηλικίας κάτω των 16 ετών, για τα οποία καταγράφεται η οικονομική δυνατότητα ή μη κάθε νοικοκυριού να παρέχει στα παιδιά του ορισμένα βασικά αγαθά και υπηρεσίες.

-Το 2,5% του πληθυσμού που διαβιοί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών, δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να παρέχει στα παιδιά του κάποια καινούρια ρούχα. Τα ποσοστά για τον φτωχό πληθυσμό και τον μη φτωχό πληθυσμό ανέρχονται σε 8,3% και 0,8%, αντίστοιχα.

-Το 2,2% του πληθυσμού που διαβιοί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών, δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να παρέχει στα παιδιά του δύο ζευγάρια υποδημάτων στο σωστό μέγεθος. Τα ποσοστά για τον φτωχό πληθυσμό και τον μη φτωχό πληθυσμό ανέρχονται σε 6,0% και 1,1%, αντίστοιχα.

-Το 2,7% του πληθυσμού που διαβιοί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών, δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να παρέχει στα παιδιά του φρούτα και λαχανικά μια φορά την ημέρα. Τα ποσοστά για τον φτωχό πληθυσμό και τον μη φτωχό πληθυσμό ανέρχονται σε 8,1% και 1,3%, αντίστοιχα.

-Το 10,4% του πληθυσμού που διαβιοί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών, δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να παρέχει στα παιδιά του ένα τουλάχιστον γεύμα με κρέας, κοτόπουλο ή ψάρι σε καθημερινή βάση. Τα ποσοστά για τον φτωχό πληθυσμό και τον μη φτωχό πληθυσμό ανέρχονται σε 31,7% και 4,5%, αντίστοιχα.

-Το 9,6% του πληθυσμού που διαβιοί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών, δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να παρέχει στα παιδιά του εξοπλισμό υπαίθριων δραστηριοτήτων αναψυχής. Τα αντίστοιχα ποσοστά για τον φτωχό πληθυσμό και τον μη φτωχό πληθυσμό ανέρχονται σε 29,9% και 4,0%.

-Το 4,8% του πληθυσμού που διαβιοί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών, δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να παρέχει στα παιδιά του παιχνίδια εσωτερικού χώρου. Τα ποσοστά για τον φτωχό πληθυσμό και τον μη φτωχό πληθυσμό ανέρχονται σε 14,4% και 2,1%, αντίστοιχα.

-Το 5,7% του πληθυσμού που διαβιοί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών, δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να παρέχει στα παιδιά του εξωσχολικά βιβλία κατάλληλα για την ηλικία τους. Τα ποσοστά για τον φτωχό και μη φτωχό πληθυσμό ανέρχονται, αντίστοιχα, σε 17,4% και 2,4%.

Η κοινωνική ζωή

Περνώντας στην κοινωνική ζωή των παιδιών, το ποσοστό του φτωχού πληθυσμού που διαβιοί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών που δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να συμμετέχουν τα παιδιά του τακτικά σε δραστηριότητες αναψυχής ανέρχεται σε 74,8%, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τον μη φτωχό πληθυσμό ανέρχεται σε 10,7%. Για το σύνολο του πληθυσμού με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών, το αντίστοιχο ποσοστό είναι 24,6%.

Ακόμα, το 16,6% του πληθυσμού που διαβιοί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να διοργανώνει εκδηλώσεις όπως γενέθλια, ονομαστικές εορτές κ.λπ. για τα παιδιά του και το 6,3% δεν έχει τη δυνατότητα να προσκαλούν τα παιδιά περιστασιακά φίλους στο σπίτι ή αλλού για παιχνίδι και φαγητό. Τα αντίστοιχα ποσοστά για τον φτωχό πληθυσμό ανέρχονται σε 49,2% και σε 16,1%, ενώ για τον μη φτωχό σε 7,5% και 3,6%.

Επιπλέον, το ποσοστό του φτωχού πληθυσμού που διαβιοί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών που δεν έχει την οικονομική δυνατότητα να παρέχει στα παιδιά του μια εβδομάδα διακοπών ανέρχεται σε 60,3%, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τον μη φτωχό πληθυσμό ανέρχεται σε 16,5%. Για το σύνολο του πληθυσμού με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών, το αντίστοιχο ποσοστό είναι 26,0%.

Ακόμα, το 43,2% του φτωχού πληθυσμού που διαβιοί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών δηλώνει ότι δεν μπορεί να καλύψει οικονομικά την συμμετοχή των παιδιών του σε σχολικές εκδρομές και εκδηλώσεις που συνεπάγονται κάποιο κόστος, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τον μη φτωχό πληθυσμό ανέρχεται σε 5,7%. Για το σύνολο του πληθυσμού με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών, το αντίστοιχο ποσοστό είναι 14,1%.

Τέλος, το 8,3% του πληθυσμού που διαβιοί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών δεν έχει κατάλληλο χώρο στην κατοικία για τη σχολική μελέτη των παιδιών, με τα ποσοστά για τον φτωχό και τον μη φτωχό πληθυσμό να ανέρχονται σε 12,4% και 7,1%, αντίστοιχα.

Όσον αφορά στα αποτελέσματα με βάση τον αριθμό των παιδιών έως 15 ετών στο νοικοκυριό:

-ο πληθυσμός που διαβιοί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών και αντιμετωπίζει οικονομική αδυναμία να παρέχει στα παιδιά του βασικά αγαθά και υπηρεσίες, αφορά κυρίως σε νοικοκυριά με δύο (2) παιδιά έως 15 ετών.

-το ίδιο ισχύει για τον πληθυσμό που διαβιοί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών και αντιμετωπίζει οικονομική αδυναμία να παρέχει στα παιδιά του, που παρακολουθούν κάποια βαθμίδα εκπαίδευσης, τη δυνατότητα συμμετοχής τους σε σχολικές εκδρομές και εκδηλώσεις που συνεπάγονται κάποιο κόστος και κατάλληλο χώρο στην κατοικία για τη σχολική μελέτη τους.

Β. Υγεία παιδιών ηλικίας έως 15 ετών

Μέσω της έρευνας συλλέχθηκαν επίσης πληροφορίες για τη γενική κατάσταση υγείας των παιδιών ηλικίας έως 15 ετών και για την πρόσβασή τους σε υπηρεσίες υγείας.

Πιο συγκεκριμένα, το 20,8% των νοικοκυριών έχει τουλάχιστον ένα παιδί ηλικίας έως 15 ετών. Το 98,9% των παιδιών ηλικίας έως 15 ετών έχει πολύ καλή ή καλή υγεία, ενώ το 0,6% μέτρια και το 0,5% κακή ή πολύ κακή υγεία. Το 0,3% των παιδιών ηλικίας έως 15 ετών περιόρισαν, λόγω προβλημάτων υγείας, τις δραστηριότητες τους για διάστημα τουλάχιστον 6 μηνών.

Ακόμα, το 45,9% του πληθυσμού που διαβιοί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών, χρειάστηκε, κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών, ιατρική εξέταση ή θεραπεία για το/τα παιδί/παιδιά του. Το 0,6% του πληθυσμού που διαβιοί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών και χρειάστηκε ιατρική εξέταση ή θεραπεία για το/τα παιδί/παιδιά του, δεν την έλαβε/έλαβαν. Ο κύριος λόγος (87,7%) για τον οποίο το/τα παιδί/παιδιά δεν έλαβε/έλαβαν την αναγκαία ιατρική εξέταση ή θεραπεία, ήταν η μεγάλη λίστα αναμονής ή το γεγονός ότι το επόμενο διαθέσιμο ραντεβού ήταν πολύ αργά.

Τέλος, το 31,0% του πληθυσμού που διαβιοί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών, χρειάστηκε, κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών, οδοντιατρική/στοματολογική/ορθοδοντική εξέταση ή θεραπεία για το/τα παιδί/παιδιά του. Το 3,3% του πληθυσμού που διαβιοί σε νοικοκυριά με ένα τουλάχιστον παιδί ηλικίας έως 15 ετών και χρειάστηκε οδοντιατρική/στοματολογική/ορθοδοντική εξέταση ή θεραπεία για το/τα παιδί/παιδιά του, δεν την έλαβε/έλαβαν. Ο κύριος λόγος (84,9%), για τον οποίο το/τα παιδί/παιδιά δεν έλαβε/έλαβαν την αναγκαία οδοντιατρική/στοματολογική/ορθοδοντική εξέταση ή θεραπεία ήταν οικονομικός.

Διαβάστε ακόμη: