Και τα δύο γεγονότα που ήδη είναι γνωστά, έχουν τη δική τους ξεχωριστή σημασία και αποτελούν σαφώς σημαντικά γρανάζια στο παζλ αισιοδοξίας που καλλιεργείται για την πορεία της ελληνικής οικονομίας.
Η οποία, σαφώς κινείται με υψηλότερες ρυθμούς, έναντι των ευρωπαϊκών, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι όλα είναι ρόδινα και ξαφνικά λύσαμε όλα τα προβλήματά μας.
Το πρώτο αφορά την δραστική μείωση των καταθέσεων τον περασμένο μήνα Οκτώβριο, κατά 2,1 δισ. ευρώ.
Αναμενόμενο γεγονός; Όχι, φυσικά. Οι τράπεζες, βέβαια, το έβλεπαν μπροστά στα μάτια τους (όπως βλέπουν και την αύξηση των κόκκινων δανείων, αλλά δεν μας το λένε ακόμα).
Δόθηκε κάποια πειστική εξήγηση, πέραν της αυτονόητης, ότι πλέον αποσύρονται καταθέσεις, γιατί ολοένα και μεγαλύτερος αριθμός καταθετών-καταναλωτών, βάζει χέρι στις καταθέσεις του, για να ανταποκριθεί στις ολοένα και αυξανόμενες δαπάνες διαβίωσής του; Τραπεζικό στέλεχος που ρώτησα, απέδωσε και ένα μικρό μάλλον μέρος εξόδου αυτών των κεφαλαίων και στις αυξήσεις εισηγμένων εταιρειών, αλλά ως εκεί.
Δεν είναι από μόνο του ανησυχητικό αυτό το γεγονός; “Φυσικά και είναι”, η απάντηση, “ιδίως αν συνεχίστηκε και τον Νοέμβριο αυτή η εικόνα απόσυρσης καταθέσεων”
Το δεύτερο γεγονός είναι οι δηλώσεις του διοικητή της Τράπεζας Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα, ο οποίος, σε συνέντευξή του στο POLITICO, ανέφερε ότι η κεντρική μας τράπεζα, θα αναθεωρήσει σημαντικά προς τα κάτω τους προβλεπόμενους ρυθμούς ανάπτυξης για το επόμενο έτος στις επικείμενες προβλέψεις του Δεκεμβρίου, όπως δείχνουν οι προκαταρκτικές εκτιμήσεις.
Ναι μεν αναφέρει ότι το 2023, σύμφωνα με τις τρέχουσες εκτιμήσεις της τράπεζας, η ελληνική οικονομία θα μεγενθυθεί με ρυθμό 2,4%, έναντι εκτίμησης για ανάπτυξη 2,2%, αλλά το 2024 και το 2025 η οικονομία θα αναπτυχθεί κατά 2,5% ετησίως, έναντι αρχικής εκτίμησης για ρυθμούς ανάπτυξης 3% για το 2024 και 2,7% για το 2025.
Συνεπώς, αν επιβεβαιωθούν αυτές οι πρόδρομες εκτιμήσεις της ΤτΕ, θα πιστοποιούν μια σημαντική επιβράδυνση της οικονομίας μετά την ισχυρή ανάκαμψη από την πανδημία.
Σε σχέση με το ΑΕΠ μετά την άνοδο 8,4% που κατέγραψε το 2021 και 5,6% πέρυσι, ακόμη και αν «κατεβάσει» ταχύτητα, η ελληνική οικονομία θα εξακολουθήσει να καταγράφει υψηλότερους ρυθμούς σε σχέση με τους περισσότερους εταίρους της στη ζώνη του ευρώ.
Με αποτέλεσμα, το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ να έχει πλέον διαμορφωθεί σε περίπου 165% και να εκτιμάται ότι θα μειωθεί σε 144,7% έως το 2025, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Τράπεζας Ελλάδος.
Σε σχέση με τον πληθωρισμό, η προκαταρκτική εκτίμηση για το 2023 παραμένει στο 4,3%, αλλά φαίνεται πλέον ότι ο πληθωρισμός θα μειωθεί σε 3,5% το 2024 και σε 2,2% το 2025, αντί 3,8% και 2,3% αντίστοιχα, όπως αναμενόταν στις προηγούμενες προβλέψεις.
Σημειωτέον ότι οι προκαταρκτικές εκτιμήσεις της κεντρικής τράπεζας είναι ελαφρώς πιο απαισιόδοξες σε σχέση με τις εκτιμήσεις της ίδιας της κυβέρνησης…