Σε διπλή αναβάθμιση του αξιόχρεου της Ελλάδας προχώρησε ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης Moody’s στη βαθμίδα Ba1 με σταθερές προοπτικές (outlook) – ένα σκαλοπάτι πριν την επενδυτική βαθμίδα πλέον -, από τη βαθμίδα “Ba3” που διατηρούσε από το 2020.
Οι σταθερές προοπτικές εξισορροπούν τις θετικές τάσεις με τις διαρθρωτικές προκλήσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να επιβαρύνουν το πιστωτικό προφίλ της Ελλάδας περισσότερο από ό,τι υποθέτει επί του παρόντος η Moody’s, συμπεριλαμβανομένου ενός συγκριτικά χαμηλού, αν και αυξανόμενου ποσοστού επενδύσεων, ενός σημαντικού ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, του ακόμη υψηλού τουδημόσιου χρέους και των πρόσθετων οικονομικών και δημοσιονομικών προκλήσεων από τη γήρανση και την κλιματική αλλαγή.
Η αιτιολόγηση της αναβάθμισης
O αμερικάνικος Οίκος αναφέρει:
Η Ελλάδα παρουσιάζει ισχυρή αναπτυξιακή δυναμική στο πλαίσιο μιας διαρκούς αλλαγής στο οικονομικό της μοντέλο. Η Moody’s προβλέπει 2,2% μέση ετήσια αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ για την περίοδο 2023-27. Πρόκειται για μια πολύ σημαντική βελτίωση σε σύγκριση με τη μέση ανάπτυξη 0,8% ετησίως τα πέντε χρόνια πριν από την πανδημία. Οι επενδύσεις και η κατανάλωση θα είναι οι κύριοι μοχλοί ανάπτυξης, με τη συμβολή των καθαρών εξαγωγών να αυξάνεται με αργό ρυθμό.
Τα επόμενα τέσσερα χρόνια, οι δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις θα υποστηρίζονται από κεφάλαια στο πλαίσιο του μηχανισμού Ανάκαμψης και ανθεκτικότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με βάση την πρόοδο στις εκταμιεύσεις κεφαλαίων και την αναζήτηση από την ίδια την Ελλάδα για επενδύσεις που ενισχύουν την ανάπτυξη, η Moody’s αναμένει από τον μηχανισμό Ανάπτυξης να προσφέρει σημαντική στήριξη στο αναπτυξιακό δυναμικό της Ελλάδας.
Επιπλέον, η Moody’s αναμένει ότι η θετική τάση στις εισροές άμεσων ξένων επενδύσεων θα συνεχιστεί λόγω των καλύτερων οικονομικών προοπτικών, των συνεχιζόμενων ιδιωτικοποιήσεων και των περαιτέρω διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Συνολικά, αυτό θα συμβάλει στην αύξηση του επενδυτικού ποσοστού (μετρούμενο με ακαθάριστο σχηματισμό παγίου κεφαλαίου) σε περίπου 18% του ΑΕΠ έως το 2027, από 13,7% που καταγράφηκε το 2022.
Οι ισχυρές επενδύσεις θα συμβάλουν στο να παραμείνει μεγάλο το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Η Moody’s προβλέπει ότι το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών θα κυμανθεί γύρω στο 5-7% του ΑΕΠ έως το 2027, σε σύγκριση με 9,7% το 2022. Ωστόσο, οι εξωτερικοί κίνδυνοι ευπάθειας που σχετίζονται με το μεγάλο και μόνο σταδιακά μειούμενο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μετριάζονται κατά την άποψη της Moody’s από τις προοπτικές ισχυρού ΑΞΕ και ασφαλής χρηματοδότηση στο πλαίσιο του μηχανισμού Ανάκαμψης τα επόμενα δύο χρόνια, τα οποία μαζί θα χρηματοδοτήσουν μεγάλο μέρος του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
Ισχυρή δέσμευση για τα δημοσιονομικά και μεταρρυθμίσεις
Ο οίκος Moody’s αναμένει από την κυβέρνηση να διατηρήσει μια στάση πολιτικής που θα δημιουργεί ιστορικό συνεχούς εφαρμογής της οικονομικής και δημοσιονομικής μεταρρύθμισης τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Αυτό βασίζεται στην άποψη του οίκου αξιολόγησης ότι η δέσμευση της κυβέρνησης για την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων και τις δημοσιονομικά συνετές πολιτικές είναι αξιόπιστη και ισχυρή. Επιπλέον, υπάρχει ευρεία συναίνεση στην κοινωνία για αυτές τις πολιτικές.
Οι θεσμικές αλλαγές που πραγματοποιήθηκαν τα τελευταία χρόνια, συμπεριλαμβανομένης της ίδρυσης της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, της ψηφιοποίησης της δημόσιας διοίκησης έχουν θετικό αντίκτυπο στην αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης, στη φορολογική συμμόρφωση και στο ευρύτερο επιχειρηματικό περιβάλλον.
Η Moody’s αναμένει περαιτέρω πρόοδο τα επόμενα χρόνια, βασιζόμενη σε μεγάλο βαθμό στα επιτεύγματα που έχουν επιτευχθεί μέχρι τώρα. Τομείς με μεγάλη συνάφεια με το πιστωτικό προφίλ της Ελλάδας περιλαμβάνουν την ενίσχυση της δικαστικής αποτελεσματικότητας, περαιτέρω βελτιώσεις στη φορολογική συμμόρφωση, φορολογικά κίνητρα για αύξηση των επενδύσεων, μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας για αύξηση των ποσοστών συμμετοχής και μέτρα για τη στήριξη της δημιουργίας πράσινων υποδομών.
Το δημόσιο χρέος θα μειώνεται σταθερά
Η Moody’s αναμένει τώρα ακόμη ταχύτερη μείωση της επιβάρυνσης του χρέους της γενικής κυβέρνησης, η οποία πιθανότατα θα μειωθεί κοντά στο 150% του ΑΕΠ ήδη από το επόμενο έτος, αν και θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα σε σχέση με άλλες χώρες παγκοσμίως. Αυτό είναι το αποτέλεσμα ισχυρότερης αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ από ό,τι προβλεπόταν νωρίτερα, και μόνο σταδιακά μειούμενοι ρυθμοί πληθωρισμού που θα οδηγήσουν σε ονομαστική αύξηση του ΑΕΠ περίπου 5% ετησίως στον προβλεπόμενο ορίζοντα της Moody’s μεταξύ 2023-27. Αυτό συγκρίνεται με μόνο 0,7% ετήσια αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ κατά τα πέντε χρόνια πριν από την πανδημία.
Η μείωση της επιβάρυνσης του χρέους αντανακλά επίσης την έντονη εστίαση της κυβέρνησης στην εφαρμογή συνετών δημοσιονομικών πολιτικών, με αποτέλεσμα την αύξηση των πρωτογενών πλεονασμάτων. Λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες των κρατικών δαπανών, η Moody’s αναμένει ότι η Ελλάδα θα επιτύχει πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 1-2% του ΑΕΠ τα επόμενα χρόνια, γεγονός που αντανακλά τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της δημοσιονομικής πολιτικής.
Το επίκεντρο της δημοσιονομικής πολιτικής θα είναι η περαιτέρω βελτίωση της φορολογικής συμμόρφωσης, κυρίως μέσω της αυξημένης ψηφιοποίησης, και με βάση την πρόοδο που έχει σημειωθεί μέχρι τώρα, η Moody’s αναμένει από την κυβέρνηση να επιτύχει κάποια αποτελέσματα. Για παράδειγμα, το χάσμα μεταξύ των εισπράξεων φόρου προστιθέμενης αξίας και αυτών που θα εισπράττονταν υπό πλήρη συμμόρφωση μειώθηκε σε περίπου 15% από 29% το 2017 και περίπου 20% το 2020. Τα μέτρα που εφαρμόζει η κυβέρνηση περιλαμβάνουν αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, σύνδεση ταμειακών μηχανών και τερματικών σημείων πώλησης με τις φορολογικές αρχές και πάταξη της φοροδιαφυγής μέσω αυξημένων ελέγχων, που θα συμβάλουν στη μείωση αυτού του χάσματος.
Η ευνοϊκή διάρθρωση του δημόσιου χρέους, που χαρακτηρίζεται από πολύ μακροχρόνιο μέσο όρο έως τη λήξη περίπου 20 ετών, ένα ακόμη υψηλό μερίδιο επίσημων πιστωτών, πλήρως αντισταθμισμένο κίνδυνο επιτοκίου, χωρίς χρέος σε ξένο νόμισμα και το μεγάλο απόθεμα μετρητών που εκτιμά η Moody’s σε περίπου 32 δισ. ευρώ (14,3% του ΑΕΠ) μέχρι το τέλος του 2023, υποστηρίζουν περαιτέρω τη δημοσιονομική ισχύ της Ελλάδας και μειώνουν τον κίνδυνο ρευστότητας της κυβέρνησης τα επόμενα χρόνια.
Η βελτίωση του τραπεζικού κλάδου στηρίζει την οικονομία
Οι δείκτες για την ποιότητα του ενεργητικού, την κερδοφορία και την κεφαλαιοποίηση των τραπεζών συνεχίζουν να βελτιώνονται, πλησιάζοντας τον μέσο όρο της ευρωζώνης και της ΕΕ. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPL) έχουν μειωθεί τόσο ως προς το ύψος όσο και ως προς το ποσοστό του συνόλου των δανείων, και το ποσοστό τους είναι τώρα λίγο κάτω από το 5% σημειώνει ο οίκος, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (EBA), έναντι του 30% το 2020.
Ενώ η εκκαθάριση των NPL παραμένει μια πρόκληση, η Moody’s αναμένει επιτάχυνση της βελτίωσης του ποσοστού. Το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) θα ακολουθήσει τη στρατηγική για τις εκποιήσεις που δημοσιεύθηκε τον Ιανουάριο του 2023, και δεδομένων των ισχυρών αποτιμήσεων και του ενδιαφέροντος από ξένους επενδυτές, οι προοπτικές για την πώληση κρατικών συμμετοχών μέχρι το τέλος του 2025 είναι καλές.
Αιτιολόγηση για τις σταθερές προοπτικές
Οι σταθερές προοπτικές εξισορροπούν τις βαθιές διαρθρωτικές βελτιώσεις που ενδέχεται να οδηγήσουν σε ισχυρότερους πιστωτικούς δείκτες από ό,τι αναμένει επί του παρόντος η Moody’s, έναντι των προκλήσεων που θα μπορούσαν να επιβαρύνουν το πιστωτικό προφίλ της Ελλάδας περισσότερο από ό,τι υποθέτει ο οίκος.
Στα θετικά, η πολιτική συναίνεση για τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων που βελτιώνουν την αγορά εργασίας και ενισχύουν τα πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα μπορεί να αποφέρει θετικότερα αποτελέσματα από ό,τι εκτιμά ο οίκος. Από την άλλη, το σημαντικό έλλειμμα του ισοζυγίου των τρεχουσών συναλλαγών δείχνει ότι οι επενδυτικές ανάγκες της ελληνικής οικονομίας αυξήθηκαν ταχύτερα από την αποταμιευτική της ικανότητα. Με την πάροδο του χρόνου, αν διατηρηθεί αυτή η τάση, ενδέχεται να συμβάλει σε συνεχείς πληθωριστικές πιέσεις που θα υπονόμευαν την ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας. Ακόμη, δεδομένου του μεγέθους και του σημαντικού ρόλου των κλάδων όπως ο τουρισμός και η ναυτιλία, η οικονομία είναι ευάλωτη σε εξωτερικούς κλυδωνισμούς, και περαιτέρω βελτιώσεις όσον αφορά την οικονομική ανθεκτικότητα με τη διεύρυνση της εξαγωγικής βάσης θα χρειαστούν χρόνο.
Ο αρνητικός αντίκτυπος στην πιθανή ανάπτυξη από τη γήρανση μέσω της χαμηλότερης συμμετοχής στην εργασία, αν και δεν είναι κάτι που αφορά αποκλειστικά την Ελλάδα, είναι σημαντικός. Τούτου λεχθέντος, η χώρα έχει δυνατότητες να καλύψει το “χάσμα” όσον αφορά τη συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό των γυναικών και των ατόμων ηλικίας 60 ετών και άνω, ενώ οι βελτιωμένες οικονομικές προοπτικές σε συνδυασμό με φορολογικά κίνητρα θα μπορούσαν να συμβάλουν στην προσέλκυση Ελλήνων υπηκόων υψηλής ειδίκευσης που μετανάστευσαν κατά τα χρόνια της κρίσης.
Περιβαλλοντικά, κοινωνικά, θέματα διακυβέρνησης
Το ESG Credit Impact Score της Ελλάδας (Περιβάλλον – Κοινωνία – Εταιρική Διακυβέρνηση) είναι CIS-3 και αντανακλά κυρίως τους κοινωνικούς κινδύνους και τη μέτρια αρνητική έκθεση σε περιβαλλοντικούς κινδύνους, με περιορισμένη οικονομική ικανότητα για τον πλήρη μετριασμό αυτών των κινδύνων.
Ωστόσο, η διακυβέρνηση και οι θεσμοί της Ελλάδας βελτιώνονται τα τελευταία χρόνια και η ικανότητα των αρχών να ανταποκρίνονται σε κραδασμούς έχει αποδειχθεί σταθερή στο πλαίσιο της πανδημίας του κορωνοϊού και της ενεργειακής κρίσης.
Η βαθμολογία E-3 του περιβαλλοντικού προφίλ εκδότη της Ελλάδας αντικατοπτρίζει την έκθεση της Ελλάδας σε διάφορους περιβαλλοντικούς κινδύνους. Οι καταστροφικές πυρκαγιές και οι σοβαρές πλημμύρες καθ’ όλη τη διάρκεια του 2023 υπογραμμίζουν την έκθεση της Ελλάδας στους κινδύνους του φυσικού κλίματος.
Αν και η Ελλάδα μπορεί να βασιστεί σε σταθερή οικονομική υποστήριξη από την ΕΕ για τον περιορισμό των οικονομικών επιπτώσεων των φυσικών καταστροφών, μια περαιτέρω αύξηση της συχνότητας και της σοβαρότητας αυτών των γεγονότων θα μπορούσε να αποδυναμώσει τον τουριστικό κλάδο της και μέσω ενός συνδυασμού χαμηλότερων εσόδων και υψηλότερων δαπανών θα μπορούσε να προκαλέσει δημοσιονομική πρόκληση.
Η βαθμολογία του προφίλ κοινωνικού εκδότη S-4 της Ελλάδας αντικατοπτρίζει κατά κύριο λόγο ένα δυσμενές δημογραφικό προφίλ, το οποίο θα επιβαρύνει τη μακροπρόθεσμη δυνητική αύξηση της παραγωγής της οικονομίας. Οι ουσιαστικές συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις τα τελευταία χρόνια περιορίζουν τις δημοσιονομικές επιπτώσεις του δυσμενούς δημογραφικού προφίλ. Τα υψηλά ακόμη ποσοστά ανεργίας (αν και μειώνονται) και ιδιαίτερα για τους νέους αποτελούν κοινωνικές προκλήσεις. Τούτου λεχθέντος, οι βελτιωμένες οικονομικές προοπτικές σε συνδυασμό με τις συνεχιζόμενες μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και στην εκπαίδευση αναμένεται να βελτιώσουν τη λειτουργία της αγοράς εργασίας, παρέχοντας σημαντικούς μετριασμούς για τους προαναφερθέντες κοινωνικούς κινδύνους. Η πρόσβαση σε στέγαση, υγειονομική περίθαλψη και βασικές υπηρεσίες είναι γενικά καλή.
Η βαθμολογία του προφίλ εκδότη διακυβέρνησης της Ελλάδας G-2 αντανακλά περιορισμένους κινδύνους από λόγους διακυβέρνησης. Οι βαθμολογίες της Ελλάδας σε έρευνες παγκόσμιας διακυβέρνησης έχουν βελτιωθεί στο πρόσφατο παρελθόν, ιδίως όσον αφορά την ποιότητα των κανονιστικών ρυθμίσεων και το κράτος δικαίου. Η δημοσιονομική αξιοπιστία έχει βελτιωθεί σημαντικά. Αν και η Ελλάδα εξήλθε από την Ενισχυμένη Εποπτεία στις 20 Αυγούστου 2022, η χώρα παραμένει σε παρακολούθηση μετά το πρόγραμμα και υπόκειται στις συνήθεις διαδικασίες του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου, οι οποίες θα συμβάλουν στην πλήρη ενσωμάτωση των πρόσφατων βελτιώσεων διακυβέρνησης και θεσμικών οργάνων.