Στη διάρκεια της πανδημίας του κορωνοϊoύ, οι μαθητές βίωσαν καθυστερήσεις στη μαθησιακή διαδικασία, απώλεια γνώσεων και δεξιοτήτων που αντιστοιχούν τουλάχιστον στο 35% –δηλαδή, πάνω από το 1/3– ενός σχολικού έτους. Σε αυτό το συμπέρασμα, κατέληξε νέα διεθνής επιστημονική έρευνα, η οποία ανέλυσε στοιχεία από πολλές χώρες και εκτιμά ότι, από όλα τα μαθήματα, το πρόβλημα είναι σοβαρότερο στα μαθηματικά.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Μπαστιάν Μπετχόισερ της σχολής Sciences Po του Παρισιού, που προέβησαν στη δημοσίευση στο περιοδικό για θέματα ανθρώπινης συμπεριφοράς “Nature Human Behaviour”, πραγματοποίησαν συστηματική ανασκόπηση και μετά – ανάλυση 42 ερευνών της περιόδου Μάρτιος 2020 – Αύγουστος 2022 από δεκαπέντε χώρες (Αυστραλία, Βέλγιο, Βραζιλία, Κολομβία, Δανία, Γερμανία, Ιταλία, Μεξικό, Ολλανδία, Νότια Αφρική, Ισπανία, Σουηδία, Ελβετία, Βρετανία και Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής).

Η μελέτη εντόπισε ότι η μαθησιακή διαδικασία επιβραδύνθηκε εν μέσω της πανδημίας και ότι τα μαθησιακά ελλείμματα επέμεναν τουλάχιστον έως τα μέσα του 2022, ήτοι είχαν διαρκέσει τουλάχιστον δυόμισι χρόνια. Η υστέρηση των μαθητών ήταν μεγαλύτερη στα μαθηματικά σε σύγκριση με τη γλώσσα. Ακόμη, διαπιστώθηκε ότι οι προϋπάρχουσες μαθησιακές ανισότητες μεταξύ των μαθητών, κυρίως μεταξύ εκείνων από πλουσιότερες και φτωχότερες οικογένειες, επιδεινώθηκαν εξαιτίας των «λόκνταουν» και της πανδημίας.

Οι ερευνητές τόνισαν ότι παρ’ ότι τα μαθησιακά ελλείμματα εμφανίσθηκαν πολύ νωρίς στη διάρκεια της πανδημίας, είναι αξιοσημείωτο ότι δεν έκλεισαν, αντίθετα σε κάποιες περιπτώσεις διευρύνθηκαν, με το πέρασμα του χρόνου. Γι’ αυτό, υπογράμμισαν την ανάγκη λήψης πρωτοβουλιών, ώστε να μη διαιωνίζονται αυτά τα ελλείμματα στη μάθηση. Αυτό, μεταξύ άλλων, σημαίνει επιπρόσθετη σχολική υποστήριξη στα παιδιά που έχασαν το περισσότερο μαθησιακό έδαφος στη διάρκεια της πανδημίας, σημείωσαν.

Η νέα μελέτη εκτιμά ότι το 95% των μαθητών παγκοσμίως –δηλαδή, σχεδόν όλοι– επηρεάσθηκαν αρνητικά από το αναγκαστικό κλείσιμο των σχολείων και τα άλλα περιοριστικά μέτρα. Η απώλεια ωρών διδασκαλίας, η υποχρεωτική εξ αποστάσεως διδασκαλία, η περιορισμένη διαπροσωπική επαφή (μάθηση «πρόσωπο με πρόσωπο»), αλλά και η μειωμένη φυσική άσκηση, καθώς και η οικονομική αβεβαιότητα πολλών οικογενειών, που επηρέασε ιδιαίτερα τα παιδιά από οικογένειες χαμηλότερου εισοδήματος, λειτούργησαν αρνητικά για τη μάθηση.

Διαβάστε ακόμη: