Η κατάσταση διεθνώς, πάει από το κακό στο χειρότερο, πληθωρισμός, ενεργειακή κρίση, κόστος χρήματος, ακρίβεια παντού και στα πάντα, συνέχεια πολέμου και τραγικών αδιεξόδων, σε οικονομίες, επιχειρήσεις και νοικοκυριά.
Μιλάμε για μία πρωτόγνωρη κατάσταση και ανατροπή, που πριν λίγους μήνες κανείς δεν περίμενε.
Και όταν ξέσπασε για καλά, η αμηχανία, η καθυστέρηση στη λήψη μέτρων ουσίας και η άνευ προηγουμένου ανικανότητα της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών, απέδειξαν για μία ακόμα φορά ότι απουσιάζει μία στιβαρή ηγεσία στην Ε.Ε., η οποία με άμεσες και αυτόνομημένες από άλλα κέντρα ενέργειες θα αναλάμβανε ισχυρή πρωτοβουλία αποτροπής ή έστω παύσης του πολέμου στην Ουκρανία, μετά τις πρώτες ημέρες εκδήλωσής του, προκειμένου να προφυλάξει όλες τις χώρες-μέλη της, από αυτή την εφιαλτική εικόνα που βιώνουν σήμερα.
Υπάρχουν όμως και χειρότερα και δυστυχώς έρχονται.
Διάχυτοι είναι πλέον οι φόβοι επιστροφής της ύφεσης στην παγκόσμια οικονομία, λόγω εκτόξευσης του πληθωρισμού, αλλά και λόγω της αντίδρασης των κεντρικών τραπεζών για τη μείωσή του.
Κυβερνήσεις (επίσημα ή ανεπίσημα), διεθνείς οργανισμοί, οικονομολόγοι, τραπεζίτες, επιχειρηματίες, διαχειριστές κεφαλαίων, διατυπώνουν τον έντονο προβληματισμό τους και τις ανησυχίες τους για αυτά που έρχονται.
Με απλά λόγια, όλοι αναμένουν χειρότερες των σημερινών συνθήκες σε οικονομικό και επιχειρηματικό επίπεδο, οι οποίες θα επηρεάσουν άμεσα και τον κεντρικό ιστό των κοινωνιών
Είναι χαρακτηριστικά όσα ανέφερε ο επικεφαλής της Deutsche Bank, Christian Sewing, ο οποίος ανησυχεί σφόδρα για μία απότομη διακοπή της προμήθειας φυσικού αερίου από τη Ρωσία προς την Ευρώπη.
Ο Γερμανός τραπεζίτης ανέφερε χαρακτηριστικά ότι αν συμβεί το απευκταίο, τότε η πιθανότητα να επέλθει ύφεση νωρίτερα είναι προφανώς πολύ μεγαλύτερη, δηλώνοντας ότι «είναι ξεκάθαρο αυτό, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία.
Συνολικά έχουμε μια τόσο δύσκολη κατάσταση που η πιθανότητα ύφεσης και στη Γερμανία ή στην Ευρώπη το 2023 ή το επόμενο έτος είναι υψηλότερη από ό,τι έχουμε παρατηρήσει σε οποιαδήποτε από τα προηγούμενα χρόνια».
Θυμίζω ότι λίγες ημέρες πριν είχαμε το μπαράζ αυξήσεων στα επιτόκια από σειρά Κεντρικών Τραπεζών, (ΕΚΤ, Fed,, Τράπεζα Αγγλίας και Εθνική Τράπεζα Ελβετίας), σε μία προσπάθεια τιθάσευσης των πληθωριστικών πιέσεων.
Προσθέστε τώρα και όσα είπαν οι γερμανοί βιομήχανοι (BDI), που βλέπουν ότι η γερμανική οικονομία δε πρόκειται να πιάσει τους στόχους του 2022 και εκτιμούν ότι το γερμανικό ΑΕΠ θα «τρέξει» με ρυθμό 1,5% στο σύνολο του 2022, έναντι εκτίμησης για ανάπτυξη 3,5% που έκανε πριν από την έναρξη του πολέμου, στις 24 Φεβρουαρίου.